Κάρολος Αρμένης: Θέλω να κοινωνήσω στο ελληνικό κοινό πραγματικά σύγχρονα θεατρικά κείμενα
“Το μήλο κάτω απ’ τη μηλιά θα πέσει”, λέει η γνωστή παροιμία, που εκ πρώτης όψεως ταιριάζει στην περίπτωση του Κάρολου Αρμένη, γιου του Γιώργου Αρμένη, που ανεβάζει το έργο “Winterlong” του βραβευμένου Βρετανού συγγραφέα Άντριου Σέρινταν στο Νέο Ελληνικό Θέατρο. Πόσο όμως επηρεάστηκε ο Κάρολος Αρμένης στην πραγματικότητα από την “οικογενειακή” θεατρική κληρονομιά και ποιο είναι το στίγμα του ως νέου σκηνοθέτη που κάνει τα πρώτα του βήματα στον χώρο; Απαντήσεις, στην πολυ ενδιαφέρουσα συνέντευξη που μας παραχώρησε.
Πώς αποφασίσατε να γίνετε ηθοποιός; Πιστεύετε ότι ήταν… αναπόφευκτο ως γιoς ενός σημαντικού ανθρώπου του χώρου;
Τη στροφή μου προς το θέατρο την οφείλω σε ένα βαθμό στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Αν δεν είχα την τύχη να γνωρίσω από κοντά την προδιαγεγραμμένη φοιτητική ζωή, θα είχα σίγουρα αργήσει πολύ να βρω με τι είμαι ερωτευμένος. Ως προς το αναπόφευκτο της επιλογής. Είναι από τις λέξεις που περιορίζουν το ανθρώπινο. Μια μοναδική, ανώτερη δύναμη που ορίζει τη μοίρα των πολλών. Θα ήταν κρίμα από την ηλικία μου να αρχίζω να πιστεύω σε αυτή. Οπωσδήποτε τα ερεθίσματα, η μαγιά, ήταν καθημερινά δίπλα μου αλλά το πώς θα αλληλεπιδράσεις με αυτά είναι κάτι καθαρά προσωπικό.
Ποια είναι μέχρι σήμερα η πορεία σας στο χώρο του θεάτρου;
Έχω τη χαρά να έχω δοκιμάσει διαφορετικά πράγματα σε κάθε μου δουλειά. Χρωστάω πολλά στο δάσκαλό μου Δημήτρη Μαυρίκιο και την Αποστολία Παπαδαμάκη. Ήταν οι άνθρωποι που μου χάρισαν την πρώτη μου επαφή με τη σκηνή στο ”Τερατώδες Αριστούργημα”. Μια παράσταση-αφιέρωμα στα 100 χρόνια από τη γέννηση του Γ. Ρίτσου στη Μικρή Επίδαυρο το καλοκαίρι του 2009. Ένα αληθινό αριστούργημα, όπου η μαγεία του δασκάλου μου συνάντησε το πανανθρώπινο μεγαλείο του Γ. Ρίτσου και έκτοτε έχουν και οι δύο μια ξεχωριστή θέση μέσα μου. Συμμετείχα στους ”Ιππείς” του Αριστοφάνη, μια πολύ όμορφη παράσταση του Β. Νικολαΐδη, με την οποία γύρισα όλη την Ελλάδα και είχα την τιμή να βρεθώ στην Επίδαυρο. Το 2010 μοιράστηκα τη σκηνή με τον πατέρα μου στα ”Κομμάτια και Θρύψαλα” του Γ. Σκούρτη, με τα οποία εορτάστηκαν και τα 10 χρόνια ίδρυσης του Νέου Ελληνικού Θεάτρου. Πέρυσι, ξαναβρέθηκα με τον κ. Μαυρίκιο με την πρόσκληση-πρόκληση του να συμμετάσχω στην όπερα του Τζ. Βέρντι στην Εθνική Λυρική Σκηνή. Η παρουσία μου στη σκηνή χωρίς λόγια, μόνο μέσω εκφράσεων και κινήσεων καθοδηγούμενες από τη μουσική της ζωντανής ορχήστρας ήταν μια ξεχωριστή εμπειρία για εμένα. Φέτος, εκτός από το ”Winterlong”, είμαι και στα ”Λάχανα και Χάχανα’‘, μια μουσικοθεατρική παράσταση για παιδιά του Τ. Ιωαννίδη σε σκηνοθεσία Α. Παπαδαμάκη στο θέατρο Κάππα.
Παίζετε και σκηνοθετείτε στο έργο «Winterlong». Είναι η πρώτη σας δουλειά ως σκηνοθέτης; Ποιες ήταν οι δυσκολίες / προκλήσεις που αντιμετωπίσατε;
Το ”Winterlong” είναι το πρώτο μου σκηνοθετικό και μεταφραστικό εγχείρημα. Μέλημά μου ήταν ο τρόπος που θα μεταδώσω τη συγκίνηση που μου είχε προκαλέσει το έργο πριν καν ολοκληρώσω την πρώτη ανάγνωση. Η ίδια η αξία του έργου ήταν, επομένως, και η πρόκληση. Να βρω τρόπους να αναδείξω το έργο και να μην το φέρω στα μέτρα μου ή στα καθ’ ημάς.
Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για έναν νέο σκηνοθέτη να βρει θεατρική στέγη για να εκφράσει το όραμά του; Θεωρείτε τον εαυτό σας «προνομιούχο» σε σχέση με τους συνομήλικούς σας;
Γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες μιας διαρκούς απαξίωσης του να είσαι Έλληνας πολίτης. Δεν έχει, επομένως, νόημα να αναρωτιόμαστε για τη δυσκολία των πραγμάτων. Ζούμε σε μια χώρα κουρδισμένη να παράγει δυσκολίες. Πολλώ δε μάλλον αν είσαι νέος και, ακόμα καλύτερα, καλλιτέχνης. Δε μπορώ παρά να γνωρίζω το προνόμιο του να κάνεις μια προσωπική παραγωγή απαλλαγμένη έστω από το βάρος του ενοικίου. Την ύπαρξη μιας θεατρικής στέγης. Ωστόσο δεν παραγνωρίζω και το γεγονός ότι όσο πιο νωρίς ή εύκολα, αν θέλετε, βγεις ενώπιον του κοινού τόσο πιο γρήγορα θα σε απορρίψει, αν δεν έχεις κάτι να πεις. Η σκηνή αν δεν έχεις κάτι να καταθέσεις μπορεί να γίνει πολύ μοναχική έως αποκρουστική.
Γιατί επιλέξατε αυτό το έργο; Τι σας κέντρισε το ενδιαφέρον σε αυτό το κείμενο;
Το Winterlong γράφτηκε το 2008 από τον 37χρονο σήμερα βρετανό ηθοποιό Άντριου Σέρινταν. Είναι το συγγραφικό του ντεμπούτο και πήρε το πρώτο βραβείο νεανικού έργου στη Μ. Βρετανία το 2011. Η πλοκή ακολουθεί τα δεκαπέντε πρώτα χρόνια της ζωής ενός αγοριού, του Όσκαρ, και μέσα από τα μάτια του πραγματοποιείται μια ανατομική ανάγνωση του σήμερα. Όλη αυτή η νεότητα που φέρει το έργο κέντρισε αρχικά το ενδιαφέρον μου. Παράλληλα, είναι στις επιδιώξεις μου, μέσω της μετάφρασης και του ανεβάσματος, να κοινωνήσω στο ελληνικό κοινό πραγματικά σημερινά και σύγχρονα θεατρικά κείμενα και συγγραφείς. Τέλος, η χαρμολύπη της γραφής του συγγραφέα, ο συνδυασμός στο ίδιο χρονικό κλάσμα του κωμικού με το τραγικό είναι κάτι που με συγκινεί ακόμα και στην ίδια τη ζωή και με ενδιαφέρει να το εξερευνώ θεατρικά.
Με δεδομένο ότι λόγω της κρίσης οι θεατές έχουν γίνει πιο απαιτητικοί και αυστηροί στις επιλογές τους, δώστε μας ένα λόγο για τον οποίο κάποιος θα ‘πρεπε να επιλέξει να δει τη δική σας παράσταση.
Μέσω της πρώτης μου δουλειάς ως σκηνοθέτης προσπάθησα να δώσω ένα καθαρό και τίμιο στίγμα. Μια παράσταση που θα αναδείξει το έργο, που θα έχει να δηλώσει κάτι για το σήμερα χωρίς να εγκλωβίζεται στα ημέτερα τερτίπια του λαϊκισμού, επιτείνοντας το εθνικό μας δράμα. Η αθωότητα που συμπυκνώνει η παράσταση αυτή είναι το όχημα μου να επικοινωνήσω με το κοινό. Είναι μια απάντηση που προσπαθούμε οι εξαίρετοι ηθοποιοί της παράστασης και εγώ να ψελλίσουμε σε όσους έχουν στραμμένα τα αφτιά τους προς τη νέα γενιά. Η αθωότητα έχει τη χάρη του άγραφου χαρτιού, της επανέναρξης, της επανίδρυσης που μάλλον έχουν ανάγκη όλα γύρω μας. Όχι με αυταπάτες ότι όλα θα διορθωθούν. Αλλά ακόμα και σε ένα θεατή μας να φωλιάσει αυτή η πιθανολογική ελπίδα του αθώου, θα σημαίνει κάτι.
Ποια είναι τα καλλιτεχνικά σας όνειρα; Πώς φαντάζεστε το εαυτό σας σε λίγα χρόνια;
Τα όνειρά μου προτιμώ να μην είναι καλλιτεχνικά αλλά, αντίθετα, προσωπικά. Και κάποιες στιγμές αυτών να ενδύονται το καλλιτεχνικό τους περίβλημα και να εκφράζονται. Είμαι υπέρ του να μη φαντάζομαι τον εαυτό μου αλλά να δρω για να μπορώ ίσως να προλάβω τη φαντασία μου που καλπάζει.
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση “Winterlong”, εδώ