Γκιγιόμ γλυκιά μου – Ένα αγόρι που νόμιζε ότι ήταν κορίτσι
Ένα από τα έργα της σύγχρονης γαλλικής δραματουργίας, το «Γκιγιόμ γλυκιά μου» του Γκιγιόμ Γκαλιέν στο πλαίσιο του Low Budget Festival ανέβηκε για τέσσερις μέρες στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης σε σκηνοθεσία της Μαριάννας Κάλμπαρη.
Η ιστορία του Γκιγιόμ είναι η «ιστορία ενός αγοριού το οποίο με το πρόσχημα ότι γεννήθηκε σε μια εποχή όπου κατέρρεαν όλα τα ταμπού, του αποδόθηκε μια σεξουαλική ταυτότητα, πριν καν ο ίδιος προλάβει να την ανακαλύψει» αναφέρεται χαρακτηριστικά μέσα στο έργο. Μιλάει για ένα αγόρι που βρίσκεται σε σύγχυση για το ποιο είναι το φύλο του. Ενώ είναι αγόρι, αρχικά νομίζει ότι είναι κορίτσι. Μετά πιστεύει ότι είναι γκέι, προς μεγάλη του λύπη, γιατί ως γκέι δεν μπορεί να είναι κορίτσι. Στην συνέχεια θεωρεί ότι είναι στρέιτ.
Πίσω από όλες αυτές τις παρεξηγήσεις και την εσωτερική σύγχυση, τις απογοητεύσεις, την αλλοπρόσαλλη και κωμική αναζήτηση ταυτότητας, κρύβεται η μαμά. Όπως γράφει ο Olivier Descotes «η μητέρα του τον διαχωρίζει από τα υπόλοιπα αδέλφια του, αναγκαστικά υποδύεται το κορίτσι ακόμα και στον τόνο της φωνής… Ο μονόλογος που απορρέει διερευνά την έννοια του φύλλου με ως στοιχείο ταυτότητας, με διαβρωτικό χιούμορ που ξέρει πώς να διεγείρει την σκέψη γύρω από τραυματικά θέματα».
Έχουμε την εσωτερίκευση μιας κυρίαρχης μητέρας από τον γιο, ο οποίος την έχει ενσωματώσει και αγαπήσει τόσο πολύ, που έχει χάσει την αίσθηση του φύλλου. Αλλά κι η ίδια η μητέρα δεν θέλει το παιδί της να γνωρίσει άλλη γυναίκα, για λόγους ανταγωνιστικότητας. Αυτήν την εξήγηση δίνει στο φινάλε του έργου ο πρωταγωνιστής. Το έργο- αν και είναι αρκετά τολμηρό- δεν αποφεύγει τα στερεότυπα σε αρκετά σημεία. Έτσι κι αλλιώς, κωμωδία χωρίς στερεότυπα δύσκολα μπορεί να υπάρξει.
Μέσα από τις εξωφρενικές καταστάσεις που αφηγείται το έργο, η σκηνοθεσία της Μαριάννας Κάλμπαρη έστησε μια παράσταση με έντονη την αισθητική του glam rock και του γκέι στοιχείου. Προσπαθώντας να πετύχει το μέγιστο στην εξωστρέφεια της παράστασης, τόνισε υπερβολικά την γκέι ταυτότητα του κεντρικού χαρακτήρα, αλλά και τα διάφορα στερεότυπα, ενώ αλλοίωσε το κείμενο σε αρκετά σημεία. Έτσι έγινε ίσως κάπως πιο αστείο. Από την άλλη όμως, έχασε σε σοβαρότητα. Το κείμενο είναι σε αρκετά σημεία πιο υπαινικτικό και πιο λεπτό από την παράσταση που παρακολουθήσαμε. Κι η παράσταση συχνά δίνει την εντύπωση ότι σκοπός της είναι να βρει όλους τους υπαινιγμούς και να τους μετατρέψει σε δυνατές φωνές.
Ως προς τις ερμηνείες, το κύριο βάρος της παράστασης το σηκώνει ο Βασίλης Μαυρογεωργίου. Μέσα στο κόνσεπτ της σκηνοθεσίας, τα πηγαίνει καλά, δίνοντας μια ζωντανή performance. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί έχουν συμπληρωματικό ρόλο στο έργο, παίζοντας μικρά επεισόδια μέσα στο εξωφρενικό σύμπαν της σύγχυσης στην οποία βρίσκεται ο Γκιγιόμ.
Σε γενικές γραμμές, η παράσταση «Γκιγιόμ, γλυκιά μου!» βλέπεται ευχάριστα, όντας μια χαριτωμένη και ανώδυνα προκλητική κωμωδία των μπερδεμένων σεξουαλικών ηθών και ταυτοτήτων. Όμως, με τις προσαρμογές που έγιναν στο έργο, ώστε να τονισθεί το εξωφρενικό και να τραβάει περισσότερο το ενδιαφέρον, εκτιμώ ότι χάθηκε αρκετή από την ουσία του έργου.
Γιώργος Σμυρνής