Θάνος Παπακωνσταντίνου: Η οικογένεια είναι ένας εξουσιαστικός μηχανισμός!
Μία από τις ταχύτατα ανερχόμενες θεατρικές ομάδες είναι οι Helter Skelter. Μια ομάδα που βλέπει με νέα οπτική κλασικά κείμενα, όπως του Σαίξπηρ και του Αισχύλου. Σκηνοθέτης και ιδρυτικό μέλος των Helter Skelter είναι ο Θάνος Παπακωνσταντίνου, πτυχιούχος της δραματικής σχολής «Εμπρός – Θέατρο Εργαστήριον» (2009) και της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ. (2007) με την ομάδα Helter Skelter παρουσίασε τις παραστάσεις «Άμλετ, ο Πρίγκηπας της Δανίας» του Σαίξπηρ (2011) και «Venison» (2012) στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης (IMK), ενώ έχει δουλέψει και για τον κινηματογράφο με ταινίες μικρού μήκους. Συνέντευξη στον Γιώργο Σμυρνή
Αυτήν την περίοδο η ομάδα Helter Skelter ανεβάζει την παράσταση Pedestal (βάθρο) που βασίζεται πάνω στην τραγωδία “Χοηφόροι” του Αισχύλου στο ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης. Με αφορμή αυτήν παράσταση ο σκηνοθέτης Θάνος Παπακωνσταντίνου μας παραχώρησε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη, στην οποία μας μιλάει για την πρωτοτυπία στο θέατρο, η οποία “δεν είναι αυτοσκοπός” όπως δηλώνει χαρακτηριστικά, για την Ορέστεια και τον Αισχύλο, για την οικογένεια ως καταπιεστικό μηχανισμό. Επίσης, μας εξηγεί από που προκύπτει το όνομα της ομάδας Helter Skelter που είναι και τραγούδι των Beatles, αλλά και τι ακριβώς σημαίνει.
Γιατί χρησιμοποιήσατε τον τίτλο Pedestal (βάθρο) για την διασκευή σας στην τραγωδία “Χοηφόροι” του Αισχύλου;
Η κεντρική αφήγηση της παράστασης έχει να κάνει με τη ζωή μιας μητέρας και της κόρης της. Η μητέρα είναι βαριά άρρωστη και η κόρη τη φροντίζει. Η κόρη δεν αντέχει τη ζωή της κι επείδή η ίδια είναι εντελώς αδύναμη να κάνει κάτι δραστικό να την αλλάξει, επινοεί μια προσωπική πίστη. Μια πίστη σύμφωνα με την οποία κάποια στιγμή θα έρθει ένας άντρας να τη σώσει απ’ τη φυλακή της. Η ίδια μέχρι τότε πρέπει με υπομονή να τον περιμένει. Η Κόρη βλέπει τον εαυτό της σαν σκαλί, σαν βάθρο πάνω στο οποίο θα πατήσει και θα σταθεί ο εκδικητής της. Αυτό έχει να κάνει και με τη θέση της γυναίκας σαφώς, αλλά κυρίως με το πως εμείς οι ίδιοι, συχνά, βλέπουμε τη ζωή μας σαν προπαρασκευαστικό στάδιο. Αυτό έχει κατά πολύ να κάνει με το ογκώδες κληροδότημα που λάβαμε από τη χριστιανική θρησκεία μας. Δε ζούμε το τώρα, περιμένουμε, ελπίζουμε, φανταζόμαστε. Δεν δρούμε, πιστεύουμε ότι κάποτε, κάποιος άλλος θα έρθει και θα μας βγάλει απ’τη δύσκολη θέση. Δεν αντιστεκόμαστε, παραδινόμαστε άνευ όρων από φόβο, από δειλία. Είμαστε μικροί και ασήμαντοι και διαρκώς βρίσκουμε τρόπους για να παγιώνουμε την αδυναμίας μας. Αντί να κάνουμε ένα βήμα προς τα μπροστά – μια υπέρβαση, κάνουμε το φόβο μας θεωρία, ανάγκη, πίστη. Εμείς οι ίδιοι τελικά βλέπουμε τους εαυτούς μας σαν το βάθρο πάνω στο οποίο θα πατήσουν κάποιοι άλλοι, καλύτεροι από εμάς. Εξ’ ου και ο τίτλος.
Γιατί αποφασίσατε να κάνετε διασκευές με βάση την Ορέστεια; Τι σας εμπνέει από αυτήν την τριλογία;
Η Ορέστεια είναι ένα αξεπέραστο έργο, μνημειώδες. Εχει μέσα της τόσο υλικό, τόσες πληροφορίες, όσες για να τροφοδοτήσουν όχι μόνο τρεις, αλλά χίλιες τρεις παραστάσεις. Μέσα στα άλλα, αυτό που εντοπίζω σαν θεμέλιο της τριλογίας αυτής είναι η μετάβαση του ανθρώπου από ζώο σε πολίτη. Το μοτίβο αυτό κυριαρχεί στην τριλογία: ο άνθρωπος από αιμοδιψές ζώο που άγεται και φέρεται από τα ένστικτα και τις επιθυμίες του, γίνεται πολίτης. Πλέον λογοδοτεί για τις πράξεις του στον εαυτό του, αλλά, κυρίως, στους άλλους. Γεννιέται η ‘πόλις’. Δημιουργείται μια δημοκρατική κοινωνία, η ιδανική κοινότητα όπου πρεσβεύει το δίκαιο και η ειρηνική συνύπαρξη των ατόμων μέσα σ’ ένα θεσμοθετημένο πλαίσιο. Πολλά χρόνια μετά, πιστεύω ότι είναι ένα θέμα που αξίζει να τεθεί ξανά: τί είναι η δημόκρατία και αν πράγματι είναι το πολίτευμα που εξακολουθούμε να έχουμε. Ειδικά τώρα που ξεκάθαρα φαίνεται μια στροφή προς τα πίσω, προς το σκοτάδι, προς το βαθύ συντηρητισμό. Το κεντρικό θέμα του κύκλου των παραστάσεών μας, είναι αυτή η κίνηση: από τη δημοκρατία στην αυτοδικία. Η αποκτήνωση του ανθρώπου. Η επάνοδος του ζώου που κρύβουμε επιμελώς μέσα μας. Η ακριβώς αντίθετη κίνηση, δηλαδή, από αυτήν που προτείνει ο Αισχύλος.
Πέρα από τις κλασικές της αναφορές, η παράστασή σας έχει επιρροές από την σύγχρονη ελληνική οικογένεια;
Η οικογένεια είναι ένας εξουσιαστικός μηχανισμός. Ο πιο μικρός μάλιστα, στα πλαίσια της κοινωνίας. Αυτό είναι περισσότερο που μας ενδιαφέρει και όχι, καταρχήν τουλάχιστο, η παθογένεια που φέρει η οικογένεια σαν θεσμός και δη η ελληνική. Στο έργο του Αισχύλου αυτό που, εν συντομία, γίνεται είναι ότι η βία του πολέμου (του Τρωικόυ) εισβάλλει στην κοινωνία (οικογένεια Ατρειδών) και την αποκτηνώνει μέχρι στο τέλος να αποκατασταθεί η τάξη. Αυτή η κίνηση είναι που μας ενδιαφέρει και όχι η ιστορία αυτής ή μιας άλλης οικογένειας. Οι τραγωδίες με σχήματα απτά μιλούν και συνδιαλέγονται με άκρως οντολογικά ερωτήματα. Αυτό προσπαθούμε να κάνουμε και εμείς με τις παραστάσεις μας. Χρησιμοποιούμε το μηχανισμό της οικογένειας και τις σχέσεις των προσώπων μέσα σ’ αυτή, σαν ένα εύληπτο σχήμα, σαν μια παραβολή. Η αναζήτησή μας όμως, πιστεύω, πάει πιο πέρα από αυτό, στο πώς δηλαδή πρέπει κανείς να ζει μέσα σ’ένα οργανωμένο σύστημα. Επειδή όμως, ειδικά στην Ελλάδα, ο θεσμός της οικογένειας έχει ακόμα τρομακτική ισχύ, αυτό πιστεύω μόνο θετικά μπορεί να λειτουργήσει, όσον αφορά στην πρόσληψη των παραστάσεών μας. Η σύνδεση των θεατών με το θέμα γίνεται σχεδόν αυτόματα.
Υπάρχει χώρος για νέες φωνές σήμερα στο ελληνικό θέατρο;
Και στο θέατρο, όπως και σε κάθε οργανωμένο σύστημα, δεν υπάρχει καμμία πρόβλεψη, κανένας χώρος για να υπάρξει κατι καινούριο, κάτι νέο. Δεν υπάρχουν ούτε υποδομές, ούτε παιδεία, ούτε ενδιαφέρον από την πολιτεία. Αυτό που σίγουρα υπάρχει είναι υπερπροσφορά, όχι ζήτηση, κι αυτό ισχύει για πολλούς τομείς όχι μόνο για τον πολιτισμό. Τον χώρο δεν τον βρίσκεις πουθενά, τον δημιουργείς. Φωνάζεις και φωνάζεις μέχρι και αν κάποιος ακούσει.
Πώς επηρεάζει την προσπάθεια να είσαι πρωτότυπος η οικονομική κρίση;
Να πω καταρχήν ότι η πρωτοτυπία δεν έχει να κάνει σε τίποτα με την οικονομική κρίση, ούτε και με καποιον άλλο εξωγενές παράγοντα. Η πρωτοτυπία προκύπτει, δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός οποιουδήποτε δημιουργού. Υπάρχει η επιθυμία να ασχοληθείς με ένα αντικείμενο. Να το φωτίσεις και να συνδεθείς προσωπικά εσύ ο ίδιος πρώτα μ’αυτό, ώστε στη συνέχεια να συνδεθούν μαζί του κι οι άλλοι. Αυτό, καταρχήν, δεν επηρεάζεται απο εξωτερικούς παράγοντες, έχει να κάνει με τις προσωπικές αναζητήσεις και με τις ανυσηχίες του κάθε δημιουργού. Αυτό το οποίο επηρεάζει βαθιά, απόλυτα και άμεσα η κρίση είναι τη χρηματοδότηση. Οπως και σε όλους τους τομείς, έτσι και ο πολιτισμός πλήττεται βαριά από αυτό. Δεν υπάρχει καμμία στήριξη απο την πολιτεία, κανένας θεσμός να βοηθήσει, καμμία πρόβλεψη, ούτε και κάποιο φως στο βάθος φαίνεται σ’ άυτή την υπόθεση. Μένεις μετέωρος να προσπαθείς κάτι να κάνεις με τις δικές σου δυνάμεις για όσο αντέχεις.
Γιατί η θεατρική σας ομάδα επέλεξε το όνομα Helter Skelter; Έχει να κάνει με το γνωστό τραγούδι των Beatles; Και ποιές είναι οι καλλιτεχνικές αρχές της ομάδας Helter Skelter;
Αυτή η φράση έχει πολύ ενδιαφέρον το πως έχει ταξιδέψει μέσα στο χρόνο. Είναι αγγλική και καταρχήν σημαίνει χάος (τα πάνω κάτω, φύρδην μίγδην, κτλ). Νομίζω πρώτη φορά συναντάται στον Σαίξπηρ, το λένε οι μάγισσες. Είναι επίσης τίτλος από ένα ποίημα του Jonathan Swift. Επίσης και τίτλος τραγουδιού των Beatles, το οπόιο επηρέασε τον Charles Manson που πίστευε πως η Δευτέρα Παρουσία θα ονομάζεται έτσι. Tο κίνημα της industrial μουσικής στην Αγγλία το ’80 τη χρησιμοποίησε αρκετά. Εχει πολύ ενδιαφέρον αυτός ο κύκλος – το πως μια φράση μέσα στο χρόνο από ήχος (η συγκεκριμένη είναι εντελώς ηχομιμητική φράση) φτάνει να παίρνει λυρικές, μετά επικές διαστάσεις και τελικά να γίνεται ξανά θόρυβος.
Σαν ομάδα, δε μπορώ να πω πως έχουμε αρχές. Ούτε σταθερό πυρήνα έχουμε, ούτε παγιωμένες αρχές. Αρχές, κώδικες και μέθοδοι έχονται με τα χρόνια τριβής και έρευνας πάνω σ’ένα αντικείμενο. Η παράσταση που κάνουμε είναι μόλις η τρίτη. Αυτό που, προς το παρόν, πάντως θέλουμε να κάνουμε είναι παραστάσεις που βασίζονται σε έργα της κλασσικής δραματουργίας.
Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;
Η επόμενη παράσταση που σχεδιάζουμε είναι το ‘Colossus’ (Κολοσσός) και έχει βάση στον Αγαμέμνονα του Αισχύλου. Είναι το τρίτο και τελευταίο κομμάτι του κύκλου. Μιλάει με κάποιο τρόπο για μια επιστροφή στη μητριαρχία. Πίσω σε έναν κόσμο που επικρατεί ξανά το δίκαιο της σφαγής, του αίματος. Για τη συνειδητή ρήξη με οποιοδήποτε θεσμοθετημένο καθεστώς, για την επιστροφή στην αγριότητα.
Info: H παράσταση “Pedestal” παρουσιάζεται στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης (Υπόγειο Γκαράζ), Πειραιώς 206, Ταύρος από τις 10 Μαΐου έως τις 16 Ιουνίου 2013 κάθε Παρασκεύη, Σάββατο και Κυριακή στις 21.30.
Διάρκεια παράστασης: 70 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)