Μελίνα Μερκούρη: Μια ελεύθερη γυναίκα!
Προσωπικότητα και καλλιτέχνης που ξεπέρασε τα ελληνικά σύνορα, αλλά έμεινε φανατική Ελληνίδα μέχρι το τέλος της ζωής της. Μια από τις σημαντικότερες Ελληνίδες του 20ού αιώνα. Την χαρακτήρισαν «τελευταία ελληνίδα θεά», και «γυναίκα – φλόγα», λόγω του θερμού ταμπεραμέντου της και εκείνου του εντυπωσιακού βλέμματος, με δυο μάτια που σε κοιτάνε τόσο έντονα, που νομίζεις ότι μπορούν να σε διαπεράσουν. Ο λόγος για την Μελίνα Μερκούρη, την γυναίκα, την ηθοποιό, την πολιτικό, την ασυμβίβαστη προσωπικότητα!
Τη βάφτισαν Αμαλία – Μαρία, δεν τη φώναξαν όμως έτσι ποτέ. Το όνομα που θα χρησιμοποιούσαν σε όλη της τη ζωή ήταν το «Μελίνα». Γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 18 Οκτωβρίου του 1920. Ήταν μια μεγαλοαστή, που έμαθε όμως να είναι ανοικτή με όλους τους ανθρώπους.
Ήταν η αγαπημένη εγγονή του Σπύρου Μερκούρη, ενός από τους επιτυχημένους Δημάρχους της Αθήνας. Πατέρας της ήταν ο Σταμάτης Μερκούρης, ένας πολιτικός που είχε διατελέσει βουλευτής για περισσότερα από 30 χρόνια, που είχε χρηματίσει και υπουργός Δημόσιας Τάξης και Δημοσίων Έργων. Η πολιτική διαδρομή του Σταμάτη Μερκούρη ήταν, όπως συνηθιζόταν τότε στους πολιτικούς, αρκετά ασταθής και είχε μετακινηθεί σε κόμματα από όλο το πολιτικό φάσμα.
Μητέρα της, η Ειρήνη Λάππα, που ανήκε σε μια από τις καλύτερες αθηναϊκές οικογένειες. Το ζευγάρι απέκτησε και έναν γιο, μικρότερο από την Μελίνα, τον Σπύρο. Αργότερα χώρισαν.
Η καταξίωση στο θέατρο
Διεκδικόντας την ελευθερία της, για να αφοσιωθεί στο πάθος της, την υποκριτική, παντρεύεται. Είναι ακόμη έφηβη, όταν ερωτεύεται τον Πάνο Χαροκόπο, που της υπόσχεται ότι θα της παράσχει πλήρη ελευθερία να ασχοληθεί με το πάθος της, το θέατρο. Παντρεύονται κρυφά και στέλνουν στις οικογένειές τους τηλεγράφημα : «Γάμος ετελέσθη».
Όταν έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού θεάτρου, απήγγειλε ένα ποίημα του Κώστα Καρυωτάκη. Ανάμεσα στους εξεταστές της, και ο Αιμίλιος Βεάκης. Έγινε δεκτή πανηγυρικά και την ανέλαβε ο Δημήτρης Ροντήρης. Πίστεψε πολύ σε αυτήν, καθώς εντόπισε μέσα της την τραγωδό και την έβαλε να δουλεύει σκληρά.
Ωστόσο, ήρθε σε ρήξη με τον δάσκαλό της, τον οποίο θαύμαζε πολύ το 1949 έκανε την πρώτη της όμως μεγάλη επιτυχία με τον Κάρολο Κουν στο «Λεωφορείον ο πόθος» του Τένεσι Ουίλιαμς, παράσταση του «θεάτρου τέχνης», όπου ερμηνεύει το ρόλο της Μπλανς Ντυμπουά. Τότε το θέατρο τέχνης ήταν απαγορευμένο για τους ηθοποιούς του Εθνικού. Ο ίδιος ο Ροντήρης λέγεται πως είχε πει στην Μελίνα: «Δεν θα σε αφήσω να πας σε αυτήν την φιδοφωλιά.» Τελικά δεν τον άκουσε και έζησε έναν θεατρικό θρίαμβο. Ανάμεσα στο κοινό που αποθέωσε την Μερκούρη ήταν και ο ίδιος ο Ροντήρης.
Ακολουθεί μια περίοδος που ζει στο Παρίσι, όπου γνωρίζει τον Μαρσέλ Ασάρ. Η Μελίνα εμφανίζεται στη θεατρική σκηνή της Πόλης του Φωτός σε μπουλβάρ των Ζακ Ντεβάλ και Μαρσέλ Ασάρ. Εκεί θα γνωρίσει μεγάλες προσωπικότητες, τον Ζαν Κοκτώ, τον Ζαν Πωλ Σαρτρ, την Κολέτ, τη Φρανσουάζ Σαγκάν.
Η “Στέλλα” και ο Ντασσέν
Ο ελεύθερος χαρακτήρας της Μερκούρη, έδεσε γάντι με την “Στέλλα με τα κίτρινα γάντια” του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Αν και οι περισσότεροι σκηνοθέτες θεωρούσαν αντικινηματογραφική την Μελίνα, λόγω του σχήματος του προσώπου της, ο Μιχάλης Κακογιάννης είχε άλλη γνώμη. Την επέλεξε για πρωταγωνίστρια του στην «Στέλλα». Η ταινία επαινέθηκε ιδιαίτερα στο κινηματογραφικό φεστιβάλ των Κανών το 1956, αλλά δεν κέρδισε το βραβείο. Όμως εκεί γνωρίσθηκε με τον Ζυλ Ντασσέν, μεγάλο Αμερικανό σκηνοθέτη, που είχε φύγει από τις ΗΠΑ, λόγω μακαρθισμού και υπήρξε ένας μεγάλος έρωτας.
Αυτή ήταν μεγαλοαστή, ενώ ο Ντασσέν από εργατικό περιβάλλον. Δύο διαφορετικοί κόσμοι συναντήθηκα τότε. Η Μελίνα θα γίνει η μούσα του Ντασσέν. Αν και ήταν παντρεμένος, ο αμοιβαίος τους έρωτας κυριάρχησε των συμβάσεων.
η Μελίνα θα πρωταγωνιστήσει στην ταινία του Ντασσέν «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» το 1956, ενώ με το «Ποτέ την Κυριακή» έρχεται ο θρίαμβος. Η Μερκούρη θα πάρει στις Κάνες το βραβείο γυναικείας ερμηνείας (εξ’ ίσου με την Ζαν Μορό για το Moderato Cantabile) (1960). Η ταινία είναι υποψήφια για πέντε Όσκαρ και ο Μάνος Χατζιδάκις κερδίζει το βραβείο καλύτερου τραγουδιού.
Ο δρόμος για την διεθνή καθιέρωση της Μελίνας είναι ανοιχτός. Πρωταγωνιστεί σε ταινίες διακεκριμένων δημιουργών όπως ο Βιτόριο Ντε Σίκα (Η Δευτέρα παρουσία), ο Νόρμαν Τζούισον (Σικάγο-Σικάγο), ο Καρλ Φόρμαν (Οι Νικητές) κ.α. Συνολικά, έχει πρωταγωνιστήσει σε 19 ταινίες. Το 1966 παντρεύτηκε τον Ντασσέν. Μια ελεύθερη και τόσο σπουδαία γυναίκα, δεν μπορούσε να μείνει κλεισμένη στα ελληνικά σύνοροα.
Μελίνα εναντίον Δικτατορίας
Το «ποτέ την Κυριακή» άνοιξε τα φτερά για το δίδυμο Μελίνας- Ντασσέν και στο Μπρόντγουεϊ της Νέας Υόρκης, το 1967 (έτος που επιβλήθηκε η Χούντα στην Ελλάδα). Το «Ίλια Ντάρλινγκ» ήταν μια θεατρική διασκευή της ταινίας με τη Μελίνα Μερκούρη και τον Νίκο Κούρκουλο στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Στις 11 Απριλίου του 1967 στο «Μαρκ Χέλιγκερ Θίατερ» της Νέας Υόρκης κάνει πρεμιέρα το έργο. Θα μείνει στη σκηνή για 320 παραστάσεις.
10 μέρες αργότερα, τα μεσάνυχτα της 21ης Απριλίου, η Μελίνα μαθαίνει ότι στην Ελλάδα έγινε στρατιωτικό πραξικόπημα. Η ασυμβίβαστη Μελίνα θα δώσει μάχη για την ελευθερία της Ελλάδας και την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Επιδιώκει να επιτύχει πολιτικό σαμποτάζ του στρατιωτικού καθεστώτος απευθυνόμενη στην αμερικανική κοινή γνώμη. «Σας παρακαλώ μην πάτε στη χώρα μου» λέει κλαίγοντας. Για τις δηλώσεις αυτές, η χούντα θα της αφαιρέσει την ελληνική ιθαγένεια στις 12 Ιουλίου του ίδιου χρόνου.
Εκείνη θα απαντήσει με το ιστορικό πλέον : «Γεννήθηκα Ελληνίδα και θα πεθάνω Ελληνίδα. Ο Παττακός γεννήθηκε φασίστας και θα πεθάνει φασίστας». Από τον Νοέμβριο του 1967 και επί τρεις μήνες, το FBI την παρακολουθεί παντού. Υπάρχει προειδοποίηση ότι θα γίνει δολοφονική απόπειρα εναντίον της.
Με τον Ζυλ Ντασσέν, με τον Μίκη Θεοδωράκη, με άλλους φίλους, η Μελίνα θα πραγματοποιήσει αντιδικτατορική δράση. Σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς θα γνωρίσει και τον Ανδρέα Παπανδρέου. Κάνει πολιτική περιοδεία στις ευρωπαϊκές χώρες (Αυστρία, Ελβετία, Γαλλία, Αγγλία, Γερμανία, Ιταλία, Δανία, Σουηδία, Νορβηγία, Βέλγιο, Ολλανδία). Θα συμμετάσχει σε διαδηλώσεις, απεργίες πείνας, συναυλίες και πολιτικές εκδηλώσεις. Δίνει συνεντεύξεις, κάνει ομιλίες, τραγουδά ενάντια στους συνταγματάρχες.
Η αντίδραση της χούντας είναι σκληρή. Απαγορεύει στην Ελλάδα τα τραγούδια της και δεσμεύει την περιουσία της. Επίσης, δικαιώνονται οι φόβοι για δολοφονικές επιθέσεις εις βάρος της. Στις 7 Μαρτίου του 1969, στο θέατρο της Γένοβας γίνεται βομβιστική επίθεση εναντίον της με βόμβα πέντε κιλών η οποία και εκρήγνυται, χωρίς θύματα. Στην ίδια περιοδεία, φασιστική οργάνωση στο Βέλγιο έκανε επίθεση εναντίον της.
Μέσα στην δικτατορία χάνει τους δύο γονείς της. Πρώτα ήρθε ο θάνατος του πατέρα της (7 Ιουλίου 1968). 4 χρόνια αργότερα, πεθαίνει η μητέρα της (Ιούλιος 1972). Παρά το γεγονός ότι υπήρχαν εντάλματα εναντίον της, για την αντιδικτατορική της δράση, η Χούντα δεν μπόρεσε να αρνηθεί στην κόρη το δικαίωμα να παρευρεθεί στην κηδεία της μητέρας της. Της επιτρέπουν την είσοδο στη χώρα για λίγες ώρες.
Στις 26 Ιουλίου του 1974, δύο μόλις μέρες μετά την πτώση της χούντας, επιστρέφει στην Ελλάδα. Στο αεροδρόμιο γίνεται διαδήλωση, θα κατέβει από το αεροπλάνο κάνοντας το σήμα της νίκης και θα χαθεί στις αγκαλιές των αγαπημένων της.
Τα Μάρμαρα του Παρθενώνα
Η Μελίνα ήταν η πιο διακεκριμένη υπουργός πολιτισμού στην Ελλάδα. Όπως είχε πει σε μια συνέντευξη τύπου ο Γιώργος Λιάνης, είναι η μόνη Υπουργός Πολιτισμού την οποία θυμάται ο κόσμος. Μετά το 74, αν και συνεχίζει την δράση της στο θέατρο και τον σινεμά, ασχολείται ενεργά με την πολιτική, ενταγμένη στο ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου.
Η εκλογή της, τον Νοέμβριο του 1977, ως βουλευτή της στερεί την ενασχόλησή της με το θέατρο. Εκλέγεται και πάλι βουλευτής το 1981, όταν το ΠΑΣΟΚ κερδίζει τις εκλογές. Τότε, η Μελίνα Μερκούρη ορίζεται Υπουργός Πολιτισμού και παραμένει στη θέση αυτή και τα οκτώ χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από το κόμμα. Ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε σχολιάσει ότι η Μελίνα Μερκούρη ήταν η μόνη που άντεξε τους 16 ανασχηματισμούς των κυβερνήσεών του.
Κατά τη διάρκεια της θητείας της θα κάνει τον πολιτισμό πρωτοσέλιδο. Ήταν εκείνη που είπε ότι “Ο Πολιτισμός είναι η βαρειά βιομηχανία της Ελλάδας”. Και κατόρθωσε να το κάνει συνείδηση όλων. Αυτό που επιδίωξε περισσότερο από όλα ήταν η επιστροφή στην Ελλάδα των Μαρμάρων του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο. Έθεσε το θέμα επίσημα για πρώτη φορά ως Υπουργός Πολιτισμού τον Ιούλιο του 1982 στο Μεξικό, στη Διεθνή Διάσκεψη Υπουργών Πολιτισμού της UNESCO και δεν σταμάτησε να αγωνίζεται γι’ αυτό μέχρι το θάνατό της. Παρά τις όποιες δυσκολίες, παρά την μικρή θέση της Ελλάδας, η Μελίνα ποτέ δεν σταμάτησε να υπερασπίζεται αυτόν τον σκοπό, τον οποίο ταύτιζε με την εθνική αξιοπρέπεια των Ελλήνων.
«Είναι το καμάρι μας. Είναι οι θυσίες μας. Είναι το υπέρτατο σύμβολο ευγένειας. Είναι φόρος τιμής στη δημοκρατική φιλοσοφία. Είναι η φιλοδοξία και το όνομά μας. Είναι η ουσία της ελληνικότητάς μας». Είχε δηλώσει. Και « Αν με ρωτήσετε εάν θα ζω όταν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα επιστρέψουν στην Ελλάδα, σας λέω πως ναι, θα ζω. Αλλά κι αν ακόμη δεν ζω πια, θα ξαναγεννηθώ».
Επίσης, συνέλαβε την ιδέα ενός νέου Μουσείου Ακροπόλεως και προκήρυξε διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για την κατασκευή του, το 1989. Παράλληλα, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στις εργασίες αναστήλωσης των μνημείων της Ακρόπολης και στην ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Δική της έμπνευση ήταν, επίσης, η δημιουργία του θεσμού της “Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης“, του πρώτου και μοναδικού μέχρι στιγμής θεσμού που ενώνει πολιτιστικά τις χώρες της Ενωμένης Ευρώπης.
Η Μελίνα Μερκούρη συνέλαβε την ιδέα και ανέθεσε τη μελέτη ενοποίησης των αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας. Ακόμα θέλησε να διαφυλάξει και να προστατέψει το περιβάλλον και τον πολιτισμό του Αιγαίου αρχιπελάγους. Η Μελίνα πίστευε στην πολιτιστική αποκέντρωση και αυτό ήταν το πρώτο πράγμα που τόνισε τον Οκτώβριο του 1981, κατά την ανάληψη των καθηκόντων της στο Υπουργείο Πολιτισμού.
Μετά την επιστροφή του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1993, η Μελίνα Μερκούρη επανήλθε στο υπουργείο Πολιτισμού. Όμως η επάρατη νόσος δεν την άφησε να συνεχίσει το σημαντικό πολιτιστικό της έργο. Έφυγε στις 6 Μαρτίου 1994, στο νοσοκομείο «Μεμόριαλ» της Νέας Υόρκης και κηδεύτηκε στις 10 Μαρτίου με τιμές Πρωθυπουργού.
Γιώργος Σμυρνής