Όταν Θέλουν Οι Γυναίκες
Προσπαθεί αλλά δεν καταφέρνει να συνδέσει κωμωδία και δράμα αυτή η ιστορία γυναικών που προσπαθούν με διάφορα τεχνάσματα να κρατήσουν τον πόλεμο μακριά από ένα χωριό του Λιβάνου…
Μια πομπή από γυναίκες διασχίζει ένα βομβαρδισμένο δρόμο και κατευθύνεται προς το νεκροταφείο του χωριού. Μερικές έχουν το πρόσωπο καλυμμένο, άλλες κρατάνε ξύλινους σταυρούς, όλες όμως είναι μαυροντυμένες καθώς τις ενώνει ένα κοινό πένθος. Η Τάκλα, η Αμάλ, η Υβόν, η Αφάφ και η Σαϊντέ υπομένουν στωικά τον καυτό ήλιο, κρατώντας τις φωτογραφίες των αγαπημένων τους αντρών, οι οποίοι χάθηκαν σ’ έναν μάταιο πόλεμο που έχει κρατήσει υπερβολικά. Καθώς φτάνουν στο νεκροταφείο, η πομπή χωρίζεται σε δύο ομάδες: μια μουσουλμανική και μια χριστιανική. Μπορούν οι δύο κοινότητες να συνεχίσουν να ζουν αρμονικά; Οι γυναίκες θα συνασπιστούν και θα μηχανευτούν απρόβλεπτους τρόπους για να κρατήσουν το χωριό τους ανέπαφο από το μίσος και τον πόλεμο…
Συμπαθείς οι προθέσεις της Ναντίν Λαμπακί («Caramel») να αναφερθεί σε ένα τόσο δύσκολο θέμα με μια ανάλαφρη διάθεση, αλλά χρειάζεται πραγματική έμπνευση για να καταφέρεις κάτι τέτοιο και περιπτώσεις όπως του Ελία Σουλεϊμάν («Θεϊκή Παρέμβαση») αποτελούν μια αξιοθαύμαστη εξαίρεση. Η Λαμπακί διαθέτει το ‘γυναικείο’ άγγιγμα που θέλει να προβάλει, αλλά δεν μπορεί να αντισταθεί σε εύκολες λύσεις που ‘χαϊδεύουν’ τα αντανακλαστικά του κοινού (η ταινία έχει πάρει και αντίστοιχα βραβεία σε φεστιβάλ): Δεν τσιγκουνεύεται τη γραφικότητα ή τη χαριτωμενιά με διάφορα ‘ευρήματα’ (στην πραγματικότητα δάνεια από τη «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη ως τις σταθερές του ‘τριτοκοσμικού’ κινηματογράφου, από το μιούζικαλ ως την αμερικάνικη κωμωδία), όμως κάποια από αυτά μένουν μετέωρα, όπως και ολόκληρες δευτερεύουσες πλοκές. Ο τόνος της ταινίας αγγίζει την υπερβολή τόσο στις κωμικές όσο και στις μελοδραματικές σκηνές, χωρίς να καταφέρνει να υποστηρίξει ικανοποιητικά την πολυπόθητη σύνδεσή τους.
Θοδωρής Τσιάτσικας