Η “βλαχάρα” της front row – Τι κοινό θέλει η νέα ελληνική μόδα;
Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που ο στυλίστας Παναγιώτης Χατζηστεφάνου αποκάλεσε “βλαχάρα” (και άλλα πολλά) τη Δάφνη Μπόκοτα σε μια αλήστου μνήμης στιγμή της ελληνικής ιδιωτικής τηλεόρασης (Fame Story). Από τότε πολλά έχουν αλλάξει. Τα ριάλιτι talent shows σπανίζουν πια ελλείψει χρημάτων, και το χλιδάτο lifestyle που τα εξέθρεψε γλίστρησε από τα χέρια της μεσαίας τάξης. Παρόλ’ αυτά, σήμερα κάποιοι προσπαθούν να εξασφαλίσουν περίοπτη θέση σε μια φαντασιακή συνέχεια αυτού του παλιού τρόπου ζωής, εκμεταλλευόμενοι τις δυνατότητες των social media για “instant fame” και το κενό που άφησε η παλιά φρουρά των “ξεφτισμένων” σελέμπριτιζ. Μερικοί τέτοιοι wannabes λοιπόν παρευρέθηκαν σε μια επίδειξη μόδας στην οποία ήμουν κι εγώ προσκεκλημένη. Και με την συμπεριφορά τους με έκαναν να σκεφτώ πόσο θα τους ταίριαζε ο “χατζηστεφάνειος” χαρακτηρισμός…από την Αργυρώ Σταυρίδη
Το σκηνικό
Μια ομαδική επίδειξη μόδας 20 Ελλήνων σχεδιαστών (ονομάτων γνωστών στον χώρο και όχι “της γειτονιάς”), σε club του ευρύτερου κέντρου, επ’ ευκαιρία των τρίτων γενεθλίων ενός πρακτορείου μοντέλων. Μια διοργάνωση όχι καλά μελετημένη, που προσπάθησε να συνδυάσει από τη μία κλασική πασαρέλα με “ημέτερους” προσκεκλημένους και από την άλλη ελεύθερη είσοδο για το κοινό – έστω με σειρά προτεραιότητας.
Παρά τα λάθη των διοργανωτών, δεν ενοχλήθηκα τόσο, αφού είδα πως έκαναν ό,τι μπορούσαν για να τα “συμμαζέψουν”, μαζί με τα επιτελεία των σχεδιαστών. Εξάλλου στο διάλειμμα ζητήθηκε εκ μέρους τους αρκετές φορές συγγνώμη. Σ’ αυτό ακριβώς το διάλειμμα, όμως, όπου ένας εκπρόσωπος του πρακτορείου μοντέλων βγήκε να ευχαριστήσει και να πει δυό λόγια για την επιχείρηση και για το event, οι προσκεκλημένοι επιδόθηκαν σε ρεσιτάλ αγένειας. Σουλατσάριζαν κάνοντας socializing στον ίδιο διάδρομο όπου στεκόταν ο ομιλητής, και η οχλαγωγία που προκαλούσαν, τον ανάγκαζε να υψώνει συνεχώς τη φωνή του. “Έφτυναν” δηλαδή ουσιαστικά αυτούς που τους είχαν προσκαλέσει. Όσο για τις επιδείξεις καθαυτές, στη διάρκειά τους οι περισσότεροι θεατές φαίνεται ότι περίμεναν τη σειρά του “δικού τους ανθρώπου”, σχεδιαστή ή μοντέλου, αποχωρώντας μόλις τελείωνε το σκέλος που τους ενδιέφερε. Ακόμα κι όταν το σόου βρισκόταν σε εξέλιξη, κάποιοι στέκονταν όρθιοι σε καίρια σημεία συζητώντας, και εμπόδιζαν την ορατότητα, αγνοώντας τις παρατηρήσεις που τους έγιναν. Ελάχιστα ήταν και τα σχόλια που άκουσα για τις δημιουργίες, σε αντίθεση με το ευκαιριακό “μικροκουτσομπολιό”.
Προς στιγμήν σκέφτηκα μήπως είμαι υπερβολική, αλλά την ίδια στιγμή μού διέλυσε την αμφιβολία μια άλλη παρευρισκόμενη, που δεν δίστασε να αποκαλέσει τον περίγυρο “γαϊδούρια”.
Ήταν επόμενο να αναρωτηθώ, αυτό το κοινό θέλουν οι σχεδιαστές;
Π.Α. και Μ.Α. (προ Ασλάνη, μετά Ασλάνη) εποχή
Ακόμα κι αν η παραπάνω εικόνα δεν είναι αντιπροσωπευτική των πελατών και του κύκλου των νέων Ελλήνων σχεδιαστών, οι τελευταίοι ίσως χρειάζεται να κάνουν ένα γενικότερο “ξεσκαρτάρισμα”. Να διαμορφώσουν ένα πιο σαφές προφίλ αναφορικά με το τι κάνουν και πού απευθύνονται. Μάλιστα σε ένα επίπεδο, ο πρόσφατος θάνατος του Μιχάλη Ασλάνη, αποτελεί και σημειολογικό ορόσημο: σηματοδοτεί το τέλος της γενιάς των παλιών σχεδιαστών και το οριστικό πέρασμα στην εποχή του πλουραλισμού ονομάτων στο εγχώριο τοπίο της μόδας.
Προς το παρόν ο πλουραλισμός αυτός παραμένει χωρίς στόχο. Η κυρίαρχη εντύπωση που έχω, είναι ότι υπάρχουν πολλοί-πολλοί νέοι Έλληνες σχεδιαστές, που ναι μεν επιδεικνύουν μια κινητικότητα, ωστόσο δεν έχω ιδέα σε τι μεγέθους “πορτοφόλια” προσβλέπουν και μέχρι πού φτάνει η δραστηριότητά τους. Φυσικά είναι πολύ εύκολο να ψάξει κανείς και να μάθει λεπτομέρειες για τον καθένα τους. Αλλά όταν το μέσο καταναλωτικό κοινό -ασχέτως αν αγοράζει από σχεδιαστές ή όχι- δεν μπορεί να αναφέρει ενδεικτικά δυο-τρία ονόματα και να περιγράψει το στυλ τους, σημαίνει ότι σε αυτό τον χώρο υπάρχει επικοινωνιακή δυσλειτουργία.
Δυό-τρεις blogger και στάρλετ που αναλογούν στον καθένα σχεδιαστή, μερικά “πληρωμένα” site, και πολύ περισσότερο τα σχεδόν ανύπαρκτα πια ελληνικά περιοδικά μόδας, δεν αρκούν για να “τσουλήσει” η επιχείρηση στην Ελλάδα.
Ακόμα κι αν δεν είναι πελάτης, ο μέσος καταναλωτής είναι αυτός που λειτουργεί ως κύριος φορέας της φήμης ενός σχεδιαστή που θέλει να αναγνωρίζεται ως καταξιωμένος και να λέει ότι “φτιάχνει μόδα”. “Δημιουργώ μόδα” σημαίνει “ξεκινώ τάσεις, συζητιέμαι”, έστω και σε τοπικό επίπεδο, όχι απλά “πουλάω σε συγκεκριμένους πελάτες”. Όταν εξασφαλιστεί κάτι τέτοιο και η ιδιαιτερότητα του καθενός γίνει οργανικό κομμάτι μιας ευρύτερης εικόνας, τότε θα μπορούμε να μιλάμε για “νέα ελληνική μόδα” με συγκεκριμένη ταυτότητα.
Στα βαθιά, παιδί μου…
Οι νέοι δημιουργοί, πάντως, και “σπουδαγμένοι” στο αντικείμενό τους είναι, και καλά διαβασμένοι ως προς τις δυνατότητες των νέων μέσων επικοινωνίας. Πιστεύω ότι υπάρχει ακόμα μεγάλο περιθώριο “επαφής” με το κοινό. Η συγκυρία είναι ευνοϊκή για να παίξουν και το “χαρτί” της ελληνικότητας. Καλώς ή κακώς, λοιπόν, μαζί με την ενδεχόμενη αγωνία για την επιχειρηματική επιβίωσή τους, θα πρέπει να έχουν ως προτεραιότητα και το βάθος διείσδυσης της εικόνας τους στην κοινή γνώμη.
Γιατί όσο ταλαντούχος και ποιοτικός κι αν είναι ένας σχεδιαστής, μόδα χωρίς κοινό, δεν υφίσταται…