Γιοι & κόρες στο θέατρο του Νέου Κόσμου- Η ζωή σε view master
Ο John Cassavetes είχε επανειλημμένα δηλώσει την αγάπη του για τους ηλικιωμένους και είχε υμνήσει στις ταινίες του τη χάρη, που περιβάλλει τα μικρά παιδιά και τα ζώα, και που ξανακερδίζουν στη δύση της ζωής τους οι άνθρωποι, το χιούμορ που επιστρέφει ενισχυμένο όμως από την εγγύτητα του θανάτου. Οι συντελεστές της παράστασης “Γιοι και κόρες” συνέθεσαν το κείμενο από τις αφηγήσεις ηλικιωμένων αντρών και γυναικών από την Ελλάδα.Από την Αγγελική Ξυνού
Τα πρόσωπα που προκύπτουν από όσα οι μεν αφηγήθηκαν κι οι δε άκουσαν, κινούνται μέσα σε τρία κουτιά: Αυτό της νεότερης ελληνικής ιστορίας (καταστροφή της Σμύρνης, ελληνοϊταλικός πόλεμος, γερμανική κατοχή, εμφύλιος, χούντα, μεταπολίτευση). Ένα δεύτερο, μικρότερο, αυτό της ελληνικής κοινωνίας, με όλα όσα συνέστησαν το τοπίο της επαρχίας και της πρωτεύουσας, από τις μικροαστικές προκαταλήψεις περί έρωτος, γάμου, πολιτικής, μέχρι συνήθειες όπως το ποδόσφαιρο, που αγγίζουν τα όρια ιερής παράδοσης. Τέλος ένα τρίτο, ακόμη πιο μικρό, αυτό της προσωπικής ματιάς, απ’ όπου αμείλικτη ξεπηδά η αίσθηση της υποκειμενικότητας του χρόνου. Το συμπέρασμα ότι συγκεκριμένοι άνθρωποι, ιστορίες και εποχές, ιδωμένα από μία απόσταση, τελικά ελάχιστα διαφέρουν από άλλους ανθρώπους, τις δικές τους ιστορίες και τις εποχές που τις ζουν.
H παράσταση ξεκινά ξεκούρδιστη και συντονίζεται με το κοινό καθώς εξελίσσεται, ενώ οι ηθοποιοί υποδύονται τους αμήχανους ερασιτέχνες που μεταμορφώνονται σε βιρτουόζους του αυτοσχεδιασμού όσο οικειοποιούνται τους ήρωες τους. Σαν παιδιά που αρχίζουν το παιχνίδι τους περιστοιχισμένα με σωρό περιττών στοιχείων, όπως το σκηνικό που καταλαμβάνει ελάχιστο χώρο στα δύο πλαϊνά της μπούκας, ξεδιαλέγουν απ’ αυτό, όσο κυλάει η ώρα, το απολύτως απαραίτητο σκηνικό αντικείμενο για την εκάστοτε σκηνή. Μια λάμπα με το καλώδιό της στα χέρια ενός ηθοποιού που την πηγαίνει πέρα δώθε, είναι ο μεγάλος σεισμός στην Κεφαλλονιά, κι η απόδειξη ότι -ευτυχώς- όπως τα παιδιά στο παιχνίδι τους, έτσι και οι “μεγάλοι” στο θέατρο, ένα μέσο θερμό, συντελεστές και θεατές, χρειάζονται ελάχιστα για να εκφράσουν και ν’ αντιληφθούν πολλά. Με τη μανιέρα των ταχυδακτυλουργών και των παλιάτσων, με πολύ καλά δουλεμένη κίνηση, “επινοούν ” έναν τρόπο να μας ξαναπούν την Ιστορία μας φιλτραρισμένη από τις αφηγήσεις των παππούδων μας.
Στην παράσταση του Γιάννη Καλαβριανού που ξαναπαρουσιάζεται, αυτή τη φορά στο θέατρο του Νέου Κόσμου, ο θεατής κλαίει -και γελά. Η σκηνή μικραίνει και γίνεται στα χέρια του αυτό το παιχνίδι που είχαμε οι περισσότεροι. Ένα view master με μαγικές εικόνες. Μπορείς να τις βάλεις με όποια σειρά θέλεις και να βγει πάντα μια ιστορία, όπως δηλαδή γίνεται και στη ζωή. Κάτι τέτοιο υποψιάζομαι πως έκαναν κι οι συντελεστές της παράστασης με το υλικό που μάζεψαν. Ότι ιστορία κι αν προκύψει όμως, η αλήθεια είναι κάπου μέσα στη φράση που είπε πριν λίγες μέρες σε έναν φίλο η ηλικιωμένη μητέρα του από το τηλέφωνο. Έχοντας χάσει πρόσφατα μια καλή φίλη και γειτόνισσά της, με στωικότητα κατέληξε στο συμπέρασμα: “Τι τα θες, όλοι στην αετοφωλιά θα ξανανεβούμε, όλοι, κι εμείς που ακόμα ζούμε, είμαστε πεθαμένοι…”.
info: Η παράσταση παίζεται κάθε Δευτέρα & Τρίτη στις 21.15 στο θέατρο του Νέου Κόσμου