POE-try… ένα αφιέρωμα στον LOU REED από τον Γιάννη Αλεξίου
Αν βάλεις κάτω τον Lou Reed, είναι σαν να αναλύεις την τετραγωνική ρίζα του rock’ n’ roll. Εμπεριέχει όλα εκείνα τα στοιχεία που έδωσαν χαρακτήρα σε αυτή την γλυκόπικρη υπόθεση όπως έχει εξελιχθεί η μουσική βιομηχανία. Το σίγουρο για τον Λου είναι ότι παραμένει άριστος χειριστής του μαγικού ραβδιού του rock’ n’ roll, διασώζοντάς του, αν μη τι άλλο, την πληγωμένη αξιοπρέπειά του. Στην πρόσφατη συναυλία των Love στη Αθήνα χρειάστηκε ο ευφυής, την ώρα εκείνη, d. j. να διαλέξει το “Satellite of Love” του Lou Reed για να δώσει την ευκαιρία στο συνεπαρμένο κοινό να ξεκινήσει τη διαδικασία αφομοίωσης των όσων έζησαν τις προηγούμενες δύο ώρες και ενώ επί μία ώρα το γκρουπ έκανε αλλεπάλληλα encore. Αυτό άλλωστε κάνει εδώ και περισσότερα από 30 χρόνια ο Reed φέρνοντας το rock’ n’ roll στα δικά του μέτρα μέσα από τον άγριο δρόμο που διάλεξε.
Το άξιον εστί αφιέρωμά του στον Έντγκαρ Άλαν Πόου στον τελευταίο δίσκο του “The Raven”, βγάζει ένα απωθημένο του στην ποίηση, «το αποκορύφωμα της συνολικής δουλειάς μου, εκτός της φωτογραφίας», λέει ο πάντα αινιγματικός Νεοϋορκέζος. Δεν είναι άλλωστε η μόνη φορά στη ζωή του που έκανε βουτιά στον κόσμο της ποίησης που τον συντροφεύει από τα χρόνια των σπουδών του στο Syracuse University. Στο “Blue Mask” του ’82 καταπιάστηκε με την ποίηση του Delmore Schwartz, κύρια παλιά επιρροή του. Η δική του διαδικασία καταστάλαξης όλων των ταραγμένων ημερών και καταστάσεων που έζησε στη ζωή του και είχαν να κάνουν με το γνωστό, αλλά όχι τότε γραφικό, sex drugs and rock and roll. Δεν ήταν από εκείνους που η μοίρα τους ήθελε να συναντούν τους φίλους τους νωρίς, όπως για παράδειγμα την «σειρήνα» Nico γιατί οι ανησυχίες του αναδείχθηκαν πιο δυνατές από τα πάθη του. Ένας ποιητής, που τύγχανε φίλος του Andy Warhol, o Gerald Malanga, άκουσε τους Velvet Underground, των οποίων υπήρξε ο ιθύνων νους, στο «Café Bizzare» στο Γκρίνουιτς Βίλατζ. Έτσι έδωσε λύση στην αναζήτηση του Warhol για το αποκαλούμενο Exploding Plastic Inevitable Show του. Ο Malanga πήγε τον Warhοl να τους ακούσει το βράδυ που απολύθηκαν!
Ο Νεοϋορκέζος Reed
Kρυφοπαντρεμένος με ένα τραβεστί σερβιτόρα κοκτέιλ, την Μπέτυ, το ’73, ο γκλαμ-ρόκερ Lou Reed είχε «ξαδερφάκια» τους David Bowie, Mick Jagger, Alice Cooper, Andy Warhοl που ανήκαν στο συνονθύλευμα υποκουλτούρας, ναρκωτικών και τέχνης. To “Walk on the Wild Side”, ένα τραγούδι με την χαρακτηριστική ειρωνική χροιά της φωνής του, αναφερόταν στις τραβεστί “σουπερστάρ” του Warhοl. To εξωπραγματικό, το παρακμιακό, το εξαθλιωμένο και το επικίνδυνο τον συνέπαιρνε. Ήταν ο κόσμος του που ταυτόχρονα έπιανε και τον παλμό της εποχής .
Στην κινηματογραφική ταινία «Blue in the Face” του Paul Auster, ο μικρός ρόλος του περικλείει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που θα ήθελε πιθανώς όλος ο υπόλοιπος κόσμος να έχει ο Αμερικανός, ως ένας άλλος άνθρωπος της διπλανής πόρτας. Ένας άλλος χαρακτηριστικός ρόλος του, ως μουσικός παραγωγός, στην ταινία του Paul Simon «One Trick Pony” το ’80. Η κριτική του στάση απέναντι στη Νέα Υόρκη τον συντρόφευε πάντα. Η παρακμή της πόλης συμβάδισε με το παρακμιακό στοιχείο της μουσικής του. Η βρωμιά της, η βία, τα απρόσωπα άτομα και η απροθυμία τους τον ενοχλούσαν περισσότερο. Ωστόσο εξακολουθεί να την λατρεύει, να τον εμπνέει και αυτή με την σειρά της συνεχίζει να τον πληγώνει.
Από το 1970 πορεύεται χωρίς τους Velvet Underground. Η Νέα Υόρκη υπήρξε ορμητήριό του σε όλη τη διαδρομή. Εκεί, ως Velvet αποχαιρέτησε το κοινό, στο Max Cansas City, και έτρεξε μετά στο πατρικό σπίτι του στο Long Island να ανακοινώσει τα νέα. To ’74 έκανε στην Ακαδημία Μουσικής της Ν. Υόρκης το δίσκο “Rock’ n’ Roll Animal”, που έγινε ο πρώτος χρυσός του στη Βρετανία. Το ’80 παντρεύτηκε την ημέρα του Αγ. Βαλεντίνου, 14/2, την Σύλβια Μοράλες, σε τελετή στο δωμάτιό του στην Christopher Street στο Greenwich Village της Ν. Υόρκης. Το ’89 μαζί με τον πρώην Velvet, John Cale και μαθητή του Ιάννη Ξενάκη, έκαναν ένα διήμερο αφιέρωμα στον Andy Warholl στην καθολικό ναό της Αγ. Άννας στην Ν. Υόρκη.
Ο Έντγκαρ Άλαν Πόου
Ο Lou Reed δεν ήταν πάντα ένας λάτρης του Πόου, του οποίου το φανταστικό και απόμακρο στοιχείο χαρακτήριζε το έργο του (Ο Ποόυ, 1809-49, πέθανε αφού πρώτα πούλησε την ψήφο του στις εκλογές και με τα λεφτά ήπιε μέχρι τέλους). Ένα κοινό σημείο τους. Σαν παιδί διάβασε τα ποιήματά του «The Cask of Amontillado” και “The Raven”, αλλά ανέβηκε αργότερα κατακόρυφα στην εκτίμησή του όταν συμφώνησε ν’ απαγγείλει το ποίημα του Πόου «The Tell Tale Heart” στην μεγάλη αμερικανική γιορτή Halloween. “Ήταν η πρώτη φορά που κατάλαβα πραγματικά τον Poe”. Είναι ο πιο κλασικός από τους Αμερικανούς ποιητές-ένας ποιητής ιδιόμορφα εναρμονισμένος με τις καρδιές μας…», είπε ο ίδιος. Μαγεμένος επίσης από τα πεζογραφήματα του Poe «Εγκλήματα της οδού Morgue”, ένας θρίαμβος της λογικής, αλλά και το «Εύρηκα». Στο «Raven” σύμπραξε ο παιδικός ήρωας του Lou Reed, ο Τεξανός σαξοφωνίστας της free-jazz, οραματιστής, Onrette Coleman.
O “καθηγητής» Lou κάλεσε στο μάθημα ποίησης του “The Raven” και τον William Dafoe και τον Steve Buscemi στο “The Cask” (βασισμένο στο “The Cask of Amantilllado”) επιζητώντας μια «γίππικη» απόδοση. Καλεσμένοι του επίσης οι David Bowie, Laurie Anderson, The Blind Boys of Alabama, Elizabeth Ashley, Mike Rathke, Tony Smith, Kate and Anna McGarrigle. Αξίζει κανείς να αφεθεί στην αλλόκοτη εκτέλεση του «Perfect Day» (τραγούδι που έχει ξαναπαίξει στο περίφημο άλμπουμ «Transformer”, εκτέλεση που ζήλεψε και ο Διονύσης Σαββόπουλος και την περιέλαβε στο «Ξενοδοχείο» του.
Ηλεκτροσόκ και σπουδές
Δεν είναι και μικρή υπόθεση, αν λάβεις υπ’ όψιν την πολυτάραχη ζωή του «Vicious» (διεφθαρμένος), όπως παραδέχθηκε και ο ίδιος, το γεγονός ότι ο Lou Reed έκλεισε στις 2 Μαρτίου τα 60 του χρόνια. O Louis Firbank, όπως είναι το πραγματικό όνομα του Lou Reed, πάντα ήθελε να γίνει rock’ n’ roll αστέρι. Το μεγαλύτερο από τα δύο παιδιά -η αδερφή του είναι η Ελίζαμπετ- μιας μεσοαστικής οικογένειας. Ο πατέρας του ήταν λογιστής. Οι γονείς του τον έστειλαν να σπουδάσει κλασικό πιάνο επί 5ετία. Αρνήθηκε την υποτροφία γιατί δεν τον ενθουσίαζε αυτή η μουσική. Η δισκοθήκη του αυξανόταν με ροκενρόλλ 45ράκια. Άλλη μεγάλη επιρροή ο Ornette Coleman.
Στο σχολείο έπαιζε καλό μπάσκετ και έκλεινε συχνά ραντεβού με διαφορετικές κοπέλες. Δημιούργησε ένα φωνητικό γκρουπ με συνοδεία κιθάρας τους Jakes στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’50. Οι γονείς δεν δέχονταν κάτι τέτοιο με τίποτε και έτσι τον εξανάγκασαν σε μια σειρά ηλεκτροσόκ σε νοσοκομείο στα 18 του μήπως και συνέλθει. Αλλά και οι απειλές για εγκλεισμό σε ψυχιατρείο ήταν συχνές. Τα ηλεκτροσόκ τον έκαναν να ενδιαφέρεται για τον ηλεκτρισμό!
Το 1960 φεύγει από το σπίτι του για να σπουδάσει στο Syracuse University, όπου για ένα μικρό διάστημα παρακολούθησε μαθήματα δημοσιογραφίας και ποίησης. Η καλύτερη μάλιστα δημοσιογραφική του επίδοση ήταν όταν ταξίδεψε για να πάρει συνέντευξη από τον πρόεδρο της Τσεχοσλοβακίας Βάλτσλαβ Χάβελ και τον συγγραφέα του «Last Exit to Brooklyn” Χιούμπερτ Σέλμπι, αλλά και του «Δέντρου της Θλίψης» και του «Ρέκβιεμ για ένα Όνειρο». Και οι δύο υπάρχουν στο βιβλίο του «Between Thought and Expression”, μια συλλογή επίλεκτων ποιημάτων του από το ξεκίνημά του ως το δίσκο του «Songs for Drella” (συντόμευση των Dracula – Cinderella) που έκανε με τον φίλο και συνεργάτη από τους Velvet, John Cale.
Στο πανεπιστήμιο άρχισε να παίζει ηλεκτρική κιθάρα και έγραψε το “Heroin”, στο οποίο υμνεί την μαύρη πλευρά των ναρκωτικών τραγουδώντας “Heroin is my wife and it’ s my life”. Όταν πήγε να δοκιμάσει την επίδοση του όπλου του στο κεφάλι του διοικητή, τον πέταξαν έξω από το στρατό. Εκδιώχθηκε και από το ραδιοφωνικό σταθμό του πανεπιστημίου, όπου επέλεγε παλιά rock’n’roll τραγούδια, όταν έκανε μια πλάκα με μια διαφήμιση για τη μυϊκή δυστροφία. Πιο σημαντική επιρροή του την ανήσυχη εκείνη εποχή του ήταν ο Αμερικανός ποιητής Ντέλμορ Σβαρτς, μέντοράς του και συμπότης του! Είκοσι χρόνια μετά το θάνατό του έγραψε γι’ αυτόν το δίσκο «The Blue Mask”. O Lou Reed πολλές φορές προσπάθησε να σταματήσει την εξάρτησή του από τα ναρκωτικά εκείνη την περίοδο μέσω του αλκοόλ, κάτι που κατέγραψε στο «Underneath the Bottle”, συμπληρώνοντας «it didn’ t work”. Είναι επίσης κάτοχος του ανεπίσημου τίτλου του χειρότερου άλμπουμ καλλιτέχνη αξίας του επιπέδου του για το «Metal Machine Music” το ’75 όπου έβγαλε όλο τον αυτοκαταστροφικό χαρακτήρα του. Μια δεύτερη ευκαιρία του έδωσε ο Reed το 2000 με τη βοήθεια του Bob Ludwig.
O Lou Reed ζει με όλες τις δυνάμεις του το σήμερα. Δεν του αρέσει το κοινό να ζητά τα παλιά του τραγούδια σε μια συναυλία και όσοι πάνε με αυτή τη διάθεση να τον ακούσουν ίσως αισθανθούν άβολα. Προτιμά να δίνει το σημερινό του στίγμα κάθε φορά που έχει ένα καινούργιο δίσκο και όχι να περιορίζεται σε επιτυχίες του παρελθόντος του. Η ζωώδης παρουσία του στην σκηνή έχει μεταβληθεί στο πέρασμα του χρόνου σε έναν σοφιστικέ 60άρη που παίζει την κιθάρα του και δίνοντας περισσότερη σημασία στην ατμόσφαιρα μιας συναυλίας του. Ωστόσο παραμένει απρόβλεπτος, όπως και τα τραγούδια του.
Η Nico και τα ναρκωτικά
Σημαντική μορφή στη ζωή του υπήρξε η Nico που γεννήθηκε στη Βουδαπέστη, από γονείς Ισπανούς και Γιουγκοσλάβους, μεγαλωμένη στην Κολωνία, λόγω πολέμου. Έπαιξε στο Dolce Vita μετά την γνωριμία της με τον Fellini, όντας διάσημο μοντέλο όταν συνάντησε τον Lou Reed, που ξεκαθάρισε από την αρχή της επικείμενης συνεργασίας τους ότι δεν ήθελε να καταντήσουν οι Velvet να την συνοδεύουν. Μαζί έπαιξαν στην ταινία : «Velvet Underground and Nico : A Symphony of Sound”. H θρυλική “μπανάνα», το πασίγνωστο art cover του Warhol βγήκε την ίδια χρονιά με το “Sergeant Peppers Lonely Hearts Club Band” των Beatles με τα κλασικά σήμερα «Waiting for my man” και “Heroin”, το «πιο συγκινητικό και ανησυχητικό κομμάτι που γράφτηκε για τα ναρκωτικά», όπως ανέφερε το κείμενο της RCA στην επανέκδοση. H εμμονή του με τα ναρκωτικά στα τραγούδια του εμφανίστηκε και στο «Run Run Run» με αναφορά στην κοκαϊνη, ενώ το “Sister Ray” μιλά για ένα τραβεστί ντήλερ ηρωίνης.
Στο “Venus in Furs” η αναφορά του στον σαδομαζοχισμό σόκαρε πολλούς. Σε άλλα τραγούδια αναφερόταν σε άλλα αγαπημένα θέματά του, όπως ο λεσβιακός έρωτας, η αντρική ομοφυλοφιλία, πάντα με το δικό του ωμό τρόπο. Το “Heroin” του Lou Reed βρέθηκε ανάμεσα στο “All you need is love”, “Sympathy for the devil”, ενώ εκείνος τραγουδούσε : «Όταν τρέχω να φύγω σαν τρελός, νιώθω σαν το γιο του Ιησού», χωρίς φυσικά ραδιοφωνική ανταπόκριση. Αρκετοί μουσικοκριτικοί τον αποκάλεσαν «King Freak of New York” και αργότερα «Rock and Roll Animal», άλλωστε υπήρξε πρόδρομος του πανκ επηρεάζοντας πολλά γκρουπ που ύψωσαν φωνή στα μέσα της δεκαετίας του ’70. Μια καλή στιγμή του ήταν όταν μετανόησε για τις απόψεις που είχε για τον Frank Zappa στην αρχή της καριέρας του βγάζοντας τιμητικό λόγο γι’ αυτόν όταν έγινε μέλος του Rock ‘n’ Roll Hall of Fame” ενώπιον της κόρης του».
Ο Γιάννης Αλεξίου είναι δημοσιογράφος, μουσικός συντάκτης. Περισσότερα κείμενα στο blog του http://jalexiou67.blogspot.gr/