Είδαμε τον «Έμπορο της Βενετίας» στο Ακροπόλ- Για τα λεφτά τα κάνεις όλα…
Όταν βρεθείς στην ανάγκη να δανειστείς από τον μεγαλύτερο εχθρό σου, τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα, ακόμα και σε μια κωμωδία. Στον Έμπορο της Βενετίας, του Σαίξπηρ, ένας έμπορος μπαίνει εγγυητής για έναν φίλο του σε έναν εβραίο τοκογλύφο, που περιγράφεται με τα πιο ζοφερά χρώματα και διακινδυνεύει τη ζωή του. Η παράσταση ανεβαίνει στο Ακροπόλ σε σκηνοθεσία του Σπύρου Ευαγγελάτου.
Ο «Έμπορος της Βενετίας» θα μπορούσε να ονομάζεται πολύ απλά «Σάυλοκ». Ο Σάυλοκ είναι ο Εβραίος τοκογλύφος, που δανείζει τον Μπασάνιο. Ο έμπορος της Βενετίας, ο Αντόνιο μπαίνει εγγυητής και ο Σάυλοκ βάζει μια μακάβρια ρήτρα. Αν δεν μπορέσει να του ξεπληρώσει το χρέος, ο Αντόνιο θα πρέπει να δώσει ένα κομμάτι της ίδιας του της σάρκας.
Ο Σάυλοκ, ένας σκοτεινός χαρακτήρας σε μια παραμυθένια κωμωδία, γίνεται πρωταγωνιστής και θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς σαιξπηρικούς ρόλους. Το αν το έργο είναι αντισημιτικό ή στρέφεται απλά εναντίον της τοκογλυφίας, είναι μια μεγάλη συζήτηση. Είναι πάντως προφανές ότι αναπαράγει πολλά στερεότυπα της εποχής εναντίον των Εβραίων. Η πρόκληση όμως για τον θεατή είναι να δει την λογοτεχνική αξία του κειμένου απροκατάληπτα, αν και το ίδιο το έργο είναι γεμάτο προκαταλήψεις.
Δεν πρέπει να παραγνωρίσουμε ότι, παρόλα τα στερεότυπα, ο χαρακτήρας του Εβραίου τοκογλύφου ζωντανεύει με σχεδόν μαγικό τρόπο από την πένα του Σαίξπηρ. Η οργή του για τους χριστιανούς, αν και παράλογη και απάνθρωπη, σε κάνει κάποιες φορές να ταυτιστείς μαζί του. Γιατί κι ο Σάυλοκ κουβαλάει μέσα του το μίσος που έχει βιώσει από τους χριστιανούς: «Εσύ που με κλώτσησες, λες και πέταγες έξω από το σπίτι σου κάποιο κοπρόσκυλο, τώρα απαιτείς λεφτά! (…) Δεν πρέπει να σου πω: Έχουν λεφτά τα σκυλιά; Μπορεί ένα κοπρόσκυλο να δανείσει τρεις χιλιάδες σε χρυσό;» λέει στον Αντόνιο, πριν του βάλει ως όρο για να τον δανείσει αυτήν την απαίσια ρήτρα. Ποιος δεν μπορεί να ταυτιστεί με τα απωθημένα ενός ανθρώπου που είναι συνεχώς στο στόχαστρο;
Ο ακραίος συμβολισμός της ρήτρας με ανθρώπινο κρέας είναι προφανώς ανήκουστος, αλλά όχι και τόσο εκτός πραγματικότητας. Όπως ξέρουμε, οι δανεισμοί από τοκογλύφους μπορεί κάποιες φορές να οδηγήσουν και σε απώλεια ζωής. Το εξωπραγματικό του έργου είναι ο επίσημος χαρακτήρας της αξίωσης του Σάυλοκ, που πηγαίνει στο δικαστήριο «με την μαχαίρα» και απαιτεί να κόψει την σάρκα του εγγυητή, ο οποίος δεν έχει να τον πληρώσει. Ευτυχώς, τελικά, την πατάει. Γιατί, όπως λέει ο Σπύρος Ευαγγελάτος, σκηνοθέτης της παράστασης, το (χριστιανικό) «σύστημα που εξόντωσε τον Σάυλοκ είναι οικοδομημένο ώστε να συντρίβει τους αντιπάλους του». Αλλά και γιατί ο ίδιος ο Σάυλοκ προδίδει τον εαυτό του: Αφήνοντας το μίσος να υπερισχύσει έναντι της φιλαργυρίας του, δείχνει προκλητικά ότι προτιμάει να εξοντώσει τον εχθρό του, έστω κι αν χάσει τα οφειλόμενα.
Ως προς την σκηνοθεσία της παράστασης, ο Σπύρος Ευαγγελάτος καταφέρνει να ανταποκριθεί σε μία βασική πρόκληση. Να ισορροπήσει ανάμεσα στην παραμυθένια κωμωδία, με αρκετό ρομαντισμό και σασπένς και στον σκοτεινό και έντονα δραματικό χαρακτήρα του Σάυλοκ. Το έργο παρουσιάζει συνολικά μία αρμονία, έχει γλυκές στιγμές, που συνυπάρχουν με την τερατώδη, όσο και κωμική μορφή του Σάυλοκ. Σε επίπεδο εικόνας, η παράσταση δεν δείχνει τόσο σύγχρονη- ιδίως στο σκηνικό. Τα κοστούμια των αριστοκρατών και των υπηρετών γενικά μου άρεσαν, αλλά δεν μπορώ να πω το ίδιο για τα κοστούμια των μασκοφόρων. Η μουσική μου θύμιζε λίγο μουσική σε κασέτα για παιδικά παραμύθια, αλλά στις ρομαντικές στιγμές του έργου, έδενε γλυκά με την ατμόσφαιρα της παράστασης.
Ως προς τις ερμηνείες, ξεχωρίζει αυτή του Νικήτα Τσακίρογλου (Σάυλοκ). Ο Σάυλοκ είναι η ψυχή της παράστασης και ο Τσακίρογλου με το παίξιμό του καταφέρνει να ανταποκριθεί επάξια στις υψηλές απαιτήσεις του ρόλου, που κουβαλάει πολλά κωμικά κουσούρια, αλλά και έναν ψυχισμό γεμάτο μίσος και απωθημένα.
Η Μαρία Σκουλά στον παραμυθένιο και ερωτικό ρόλο της Πόρσια είναι επίσης πολύ αξιόλογη. Αξιοπρεπής είναι η ερμηνεία του Μάξιμου Μουμούρη στον ερωτύλο Μπασάνιο και ίσως ακόμα καλύτερη αυτή του Λάζαρου Γεωργακόπουλου στον μελαγχολικό Αντόνιο. Αν και πιστεύω ότι ο Γεωργακόπουλος θα μπορούσε να δώσει μια πιο σύνθετη ανάγνωση της περίπλοκης (και υπαρξιακής) μελαγχολίας του «Εμπόρου της Βενετίας». Ο Παντελής Δεντάκης είναι ιδιαίτερα καλός, καθώς δίνει κωμικές πλευρές και στοιχεία πιο μοντέρνου θεάτρου στην ερμηνεία του υπηρέτη του Σάυλοκ.
Σε γενικές γραμμές, «Ο Έμπορος της Βενετίας» είναι μια αρμονική παράσταση ενός πολύ σημαντικού έργου. Δεν απευθύνεται σε όσους ψάχνουν το πολύ σύγχρονο θέατρο, αλλά σε αυτούς που προτιμούν πιο παραδοσιακά ανεβάσματα, χωρίς να είναι όμως παρωχημένο. Ισορροπεί άνετα τις αντιθέσεις ανάμεσα στο τραγικό και το κωμικό, κυλάει αβίαστα, ενώ έχει και καλές ερμηνείες, με τις αυτές του Τσακίρογλου και της Σκουλά να ξεχωρίζουν.
Γιώργος Σμυρνής
“Ο έμπορος της Βενετίας” παίζεται σε εναλλασσόμενο ρεπερτόριο με το “Όλα για τη μητέρα μου” στο Ακροπόλ-
Διαβάστε το πρόγραμμα των παραστάσεων ΕΔΩ