The Hunger Games: Φωτιά
Η Κάτνις καταφέρνει να επιβιώσει στους 74ους Αγώνες Πείνας και επιστρέφει νικήτρια στην πατρίδα της μαζί με τον συμπαίκτη της Πίτα. Τώρα οι δύο τους πρέπει να φύγουν από τα σπίτια και τις οικογένειες τους και να ξεκινήσουν την «Περιοδεία της Νίκης» στις περιφέρειες της Πάνεμ.
Κατά την διάρκεια της περιοδείας φαίνεται ότι κάτι έχει αλλάξει, μια μικρή σπίθα αρκεί για να ξεσπάσει επανάσταση. Παρόλα αυτά η Κάπιτολ εξακολουθεί να έχει τον έλεγχο και όλοι με αρχηγό τον Πρόεδρο Σνόου ετοιμάζονται για τους 75ους Αγώνες Πείνας. Έτσι η Κάτνις μαζί με τον εικονικό της σύντροφο, αφού πρώτα συμμετέχει σε ένα προπαγανδιστικό παραμύθι της κεντρικής εξουσίας, προκειμένου να μένουν ήσυχοι οι σκλάβοι, τελικά αναγκάζεται να περάσει ξανά τη δοκιμασία των Αγώνων Πείνας. Αυτή τη φορά με πιο σκληρούς αντιπάλους.
Το δεύτερο μέρος του Hunger Games περιέχει τα ίδια πάνω-κάτω μειονεκτήματα και πλεονεκτήματα με την πρώτη ταινία. Στα μειονεκτήματα η τραβηγμένη από τα μαλλιά και λίγο παιδική αντιουτοπική μυθοπλασία, με τα γνωστά στοιχεία από το μύθο του Μινώταυρου και τη ρωμαϊκή αρένα. Στα πλεονεκτήματα η έντονη δράση και η ποιότητα των ηθοποιών, με την Τζένιφερ Λόρενς και τους Ντόναλντ Σάδερλαντ και τον Γούντι Χάρελσον να ξεχωρίζουν- ενώ ενδιαφέρουσα είναι και η παρουσία του Λένι Κράβιτζ. Σε αυτούς προστίθεται και η παρουσία του σπουδαίου Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν σε έναν αινιγματικό και καθοριστικό για την ιστορία ρόλο.
Στην πραγματικότητα η δεύτερη ταινία του Hunger Games κουράζει στο πρώτο μέρος, με τα πολλά μελοδραματικά στοιχεία και το προκλητικά αυταρχικό, στα όρια της παράνοιας πολιτικό σύστημα, αλλά και τον ακραία κιτς κόσμο της τηλεόρασης και της υψηλής κοινωνίας της περίεργης αυτής χώρας. Τα πολιτικά αναφερόμενα είναι- όπως και στην πρώτη ταινία- λίγο αφελή και απευθύνονται σε ένα πιο εφηβικό κοινό.
Στο δεύτερο μέρος, όπου έχουμε τους Αγώνες Πείνας και η δράση κυριαρχεί, είναι άλλη ταινία. Το σασπένς, οι εντάσεις, η ταχύτητα δίνουν άλλη δυναμική στο έργο. Διάφορα περίεργα σχέδια και κάποιες νότες τεχνολογικών επινοήσεων (θυμίζουν λίγο Μαγκάιβερ) δίνουν κάτι παραπάνω, σε σχέση με τους πρώτους Αγώνες Πείνας. Η δράση είναι πιο εντυπωσιακή, ενώ απουσιάζει η συνεχής αναμετάδοση των εικόνων της μάχης από την τηλεόραση και περιορίζεται έτσι η αίσθηση του «reality show σφαγής». Αυτά τα στοιχεία που κάνουν την δεύτερη ταινία καλύτερη από την πρώτη. Επίσης, είναι πιο έντονος ο χαρακτήρας της επανάστασης και μικρότερη η θυματοποίηση των ηρώων, σε σχέση με το πρώτο έργο.
Σε γενικές γραμμές, όσοι αγάπησαν την πρώτη ταινία, θα έχουν ένα λόγο παραπάνω να δουν και τη δεύτερη, καθώς είναι σε αρκετούς τομείς καλύτερη. Μάλιστα, στο φινάλε υπάρχει μια δυνατή ανατροπή, που θέτει τα δεδομένα της σειράς ταινιών σε νέα βάση. Και κυρίως σου δημιουργεί μια μεγάλη επιθυμία να δεις και την τρίτη συνέχεια.
Γιώργος Σμυρνής