Diana
Μια άγνωστη πλευρά της Νταϊάνα, τον έρωτα της με έναν Πακιστανό καρδιοχειρούργο, αποκαλύπτει το “Diana”, του γερμανού σκηνοθέτη Όλιβερ Χιρσμπίγκελ (Η Πτώση). Η ταινία περιγράφει τα τελευταία δύο χρόνια της ζωής της γυναίκας που έμεινε γνωστή ως η πριγκίπισσα του λαού, φτάνοντας μέχρι το τέλος της.
Μετά το χωρισμό της με τον Κάρολο η Diana διαλύει τη σχέση της με το παλάτι, βγάζοντας στη φόρα τη σχέση του πρώην συζύγου της με την Καμίλα, ενώ γίνεται η αγαπημένη των Άγγλων. Όμως το ανθρωποκυνηγητό με τους παπαράτσι είναι ανελέητο, ενώ η ίδια κατά βάθος ποθεί τον έρωτα.
Ερωτεύεται έναν Πακιστανό καρδιοχειρούργο, τον Χάσνατ Καν που ζει και εργάζεται στην Αγγλία. Δύο διαφορετικοί κόσμοι ενώνονται: ο εξωστρεφής κόσμος της πιο διάσημης γυναίκας στον πλανήτη και ο εσωστρεφής κόσμος ενός μετανάστη από την Ασία, αφοσιωμένου στην επιστήμη του και κλειστού ως ανθρώπου. Θα επιβιώσει ο έρωτας τους από τις διαφορές στις ιδιοσυγκρασίες, στα θέλω τους και στην κουλτούρα (ο Καν είναι μουσουλμάνος);
Το έργο τελειώνει με μια συγκινητική ατμόσφαιρα- ένα ρέκβιεμ για την πιο διάσημη πριγκίπισσα εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Η ζωή της Lady D, οι σχέσεις της και ο τραγικός της θάνατος είναι γενικά γνωστά. Η αλήθεια είναι πάντως πως η ταινία αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές της. Τον πόλεμο που της κήρυτταν δεξιά έντυπα ακόμα και όταν έκανε τον τόσο δίκαιο και ανθρωπιστικό αγώνα για την κατάργηση των ναρκών. Το κυνηγητό από τους παπαράτσι. Το γεγονός ότι κυκλοφορούσε με περούκες ή στο πορτ μπαγκάζ ενός αυτοκινήτου. Ότι για τον έρωτα έχανε πολύ τον αυτοέλεγχό της, ότι ήθελε να της εξηγούν τα όνειρα και πως είχε διάφορες παραξενιές.
Η κινηματογράφηση της ταινίας είναι καλής ποιότητας, αλλά νιώθεις ότι κάτι λείπει από το έργο. Εστιάζει υπερβολικά στον έρωτα της Diana με το χειρούργο. Η Ναόμι Γουότς είναι ικανοποιητική στον ρόλο της Lady D, παρά το γεγονός ότι κάποιες φορές δείχνει να αγκομαχά με την προσπάθειά της να μιμηθεί τόσο την διάσημη προσωπικότητα που ερμηνεύει, όσο και την βρετανική προφορά. Επίσης, δεν βγάζει την δυναμική προσωπικότητα της Νταϊάνα, που έκανε άνω κάτω όλο το σύστημα του παλατιού. Όμως, ο Ναβίν Άντριους που ερμηνεύει τον Χάσνατ Καν είναι μέτριος ηθοποιός και αυτό υπονομεύει όλη την ταινία, που ουσιαστικά βασίζεται στον έρωτα αυτών των δύο.
Είναι εμφανές πως η σημαντικότητα της Diana στο όλο κοινωνικοπολιτικό και μιντιακό σύστημα δεν αναδεικνύεται. Θα ήθελα να έβλεπα περισσότερους ανθρώπους, οι οποίοι εμπλέκονται σε αυτήν την ιστορία. Τον Ντόντι, για παράδειγμα, δεν τον βλέπεις παρά ελάχιστα. Πιο πολύ βάρος στην ταινία έχει ένας παπαράτσι που συνομιλούσε με την Νταϊάνα, παρά ο τελευταίος εραστής της. Τα παιδιά της Diana δεν υπάρχουν.
Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η προβολή μιας Diana, η οποία είναι λιγότερο συναρπαστική από την δημόσια εικόνα της δεν είναι απαραιτήτως λάθος. Μπορεί να είναι και μια αποκατάσταση της αλήθειας. Δεν αποκλείεται αυτό που βλέπαμε ως Νταϊάνα να ήταν ένα μιντιακό προϊόν και η πριγκίπισσα στον ιδιωτικό της χώρο να ήταν μια πολύ λιγότερο ενδιαφέρουσα και ανασφαλής γυναίκα. Παρ’ όλ’ αυτά, η ταινία δεν καταφέρνει να σε πείσει ότι βλέπεις μια Diana πιο αληθινή από την Diana των Media. Μάλλον το αντίθετο- θα έλεγα- συμβαίνει.
Σε γενικές γραμμές, η Diana είναι ένα έργο αρκετά καλογυρισμένο, προκαλεί συγκίνηση και βγάζει στη φόρα κάποια μυστικά γύρω από τη ζωή της Lady D. Ωστόσο, δεν είναι τόσο ενδιαφέρον και μικραίνει την ηρωίδα, κάνοντας την λιγότερο συναρπαστική, από όσο θα περίμενε κανείς. Έτσι δεν ξεφεύγει από τη μετριότητα.
Γιώργος Σμυρνής