Google, Instagram και μνήμη
Από τότε που άρχισα να εμπλέκομαι με το Ίντερνετ, αντιμετώπιζα με ιδιαίτερη καχυποψία και συχνά με σαρκασμό) τους καταστροφολόγους, τις διάφορες Κασσάνδρες που, κυρίως μέσω των ΜΜΕ, μιλούσαν για τις ολέθριες επιπτώσεις που έχει η εμπλοκή με το νέο μέσο στους ανθρώπους –ατομικά και κοινωνικά. Από την πλευρά που έβλεπα εγώ τα πράγματα, οι ωφέλειες από τη χρήση του νέου μέσου ήταν πολύ περισσότερες από τις βλάβες του· για την ακρίβεια, οι τελευταίες έμοιαζαν πολύ υπερβολικές και παρέπεμπαν απλώς σε συγκρούσεις νοοτροπιών.Του Γρηγόρη Μηλιαρέση
Παρότι εν πολλοίς οι ιδέες μου δεν έχουν αλλάξει, οφείλω να παραδεχτώ ότι ο τρόπος που εξελίχθηκε το Δίκτυο, ειδικά τα τελευταία πέντε χρόνια με την επικράτηση των social media και τη μεταφορά της χρήσης στα κινητά τηλέφωνα και τις άλλες φορητές συσκευές, αφήνει πολύ περισσότερα περιθώρια για βαθύτερη διείσδυση στον τρόπο που ο χρήστης αντιλαμβάνεται τον κόσμο, ειδικά αν δεν έχει ζήσει τη διαδικασία μετάβασης που επιτρέπει μια πιο ομαλή προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα. Και δύο μελέτες που διάβασα πρόσφατα (στο «Science» και στο «Psychological Science») το επιβεβαιώνουν.
Σύμφωνα με τις μελέτες, η υπερβολική χρήση της μηχανής αναζήτησης της Google (και όχι μόνο) και του συστήματος ανταλλαγής φωτογραφιών Instagram έχει άμεση επίδραση στον τρόπο λειτουργίας της μνήμης των χρηστών: έχοντας τη δυνατότητα να ερευνήσει κανείς άμεσα κάτι που χρειάζεται, αποθηκεύει λιγότερες πληροφορίες στη δική του μνήμη και αντίστοιχα, όταν φωτογραφίζει γενικά κάποιο αντικείμενο ή κάποιο χώρο (μην εστιάζοντας δηλαδή σε κάποια λεπτομέρειά του) έχει την τάση να θυμάται λιγότερα στοιχεία για αυτό που φωτογράφισε. Μ’ άλλα λόγια, εκούσια ή ακούσια, αποδεδειγμένα πλέον μετατρέπουμε τις συσκευές μας σε προεκτάσεις του εγκεφάλου μας –με ό,τι καλό ή κακό συνεπάγεται αυτό.
Σύμφωνα με τις μελέτες, το κακό μοιάζει στ’ αλήθεια μεγαλύτερο από το καλό: η εύκολη πρόσβασή μας σε εξωτερικές υπηρεσίες πληροφόρησης και καταγραφής τους, μειώνει τη δική μας ικανότητα να κάνουμε το ίδιο με τον ισχυρότερο υπολογιστή που υπάρχει, τον εγκέφαλό μας. Και το χειρότερο: οι περισσότεροι δε συνειδητοποιούμε ότι το κάνουμε με αποτέλεσμα να το κάνουμε όλο και πιο πολύ με συνέπειες που, ενδεχομένως, θα φανούν πολύ πιο έντονα στις ερχόμενες δεκαετίες.
Αν ακούγομαι σαν τις Κασσάνδρες τις οποίες κατηγορούσα στην πρώτη παράγραφο, να εξηγηθώ αμέσως: δεν πιστεύω ότι μια τέτοια εξέλιξη είναι νομοτελειακή. Όντας πάγιος υποστηρικτής της ατομικής ευθύνης, θεωρώ ότι από τη στιγμή που κάποιος επισημαίνει την ύπαρξη ενός προβλήματος, αυτό που οφείλει να κάνει καθένας είναι να διερευνήσει αν όντως το πρόβλημα τον αφορά και στη συνέχεια να λάβει τα μέτρα του ώστε να το λύσει. Στην προκειμένη περίπτωση δε, είναι πολύ εύκολο να εμποδίσει κανείς το πρόβλημα να εξαπλωθεί και όσοι χρησιμοποιούμε το Ίντερνετ αρκετόν καιρό ξέρουμε πώς: με το να μην το μετατρέψουμε σε υποκατάστατο της πραγματικής μας ζωής. Ή όπως θα έλεγαν και οι παλιότεροι, μέτρον άριστον; πού ακριβώς μπαίνει το μέτρο αυτό, το αποφασίζει καθένας.
Πηγή: metamatic:taf