Είδαμε τη «Φλαντρώ» στο Εθνικό- Υστερικοί έρωτες
Ακραία πάθη και ανελέητες συγκρούσεις αναπτύσσονται ανάμεσα σε μια μητέρα και δύο αδερφές για τα μάτια ενός άντρα, στη Φλαντρώ του Παντελή Χορν, που ανεβαίνει στο Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία της Λυδίας Κονιόρδου.
Ο Παντελής Χορν, γιος Αυστριακού πατέρα και Ελληνίδας μάνας και γονιός ο ίδιος του σπουδαίου Δημήτρη Χορν, θεωρείται ένας πολύ σημαντικός θεατρικός συγγραφέας των αρχών του 20ου αιώνα. Το θεατρικό του έργο ήταν ρηξικέλευθο και προκαλούσε τα ήθη της εποχής. Τα έργα του Σέντζα και Φλαντρώ δημιούργησαν σκάνδαλο. Βέβαια, η Φλαντρώ σήμερα δεν δείχνει προκλητική.
Κεντρική ηρωίδα είναι η αρχόντισσα Φλαντρώ, χήρα με δυο κόρες από διαφορετικούς γάμους. Το γεγονός ότι οι κόρες προέρχονται από διαφορετικούς πατέρας, αναδεικνύεται ιδιαίτερα στο έργο. Υπάρχει ένας μοιραίος άντρας, ο οποίος γίνεται αντικείμενο διεκδίκησης από τις δύο αδερφές, με την μητέρα να μπαίνει στη μέση και να παίζει έναν περίεργο ρόλο. Ο μοιραίος άντρας είναι και παλιόπαιδο, με πολλές αμαρτίες στο παρελθόν του και πολλούς να τον κυνηγούν. Όμως πλέον έχει ερωτευθεί πραγματικά την μία από τις δύο αδερφές (τη Μυρτώ), κάτι που τον κάνει τραγικό πρόσωπο, που πρωταγωνιστεί σε «μία τραγωδία του πόθου», όπως είχε χαρακτηρίσει το έργο ο ίδιος ο συγγραφέας του.
Πρόκειται για ένα σκοτεινό έργο, αρκετά απαισιόδοξο, αγωνιώδες και σκληρό. Διεισδύει με αρκετή ευρηματικότητα και θάρρος στο ανικανοποίητο των ηρωίδων του δράματος. Από την άλλη, όμως, γίνεται κάπως φορτικό με τον μελοδραματισμό και τα υστερικά ερωτικά πάθη των γυναικών.
Η σκηνοθεσία της Λυδίας Κονιόρδου χρησιμοποίησε στοιχεία που θυμίζουν ένα πιο τελετουργικό θέατρο (ασιατικό), αλλά και αυτοσχεδιασμούς στον κωμικό ρόλο της υπηρέτριας Γαρουφαλιάς (Μαρία Διακοπαναγιώτου). Επίσης, με τη χρήση της ζωντανής μουσικής (αλλά και των φωτισμών) υπογραμμίζει στοιχεία έντασης και κυρίως δημιουργεί μια ατμόσφαιρα σασπένς στο ζοφερό μελόδραμα, που έχει και στοιχεία ερωτικού θρίλερ. Τα όμορφα κοστούμια του Άγγελου Μέντη συμβάλλουν πολύ θετικά στο οπτικό αποτέλεσμα.
Ως προς τις ερμηνείες κινούνται σε πολύ καλά επίπεδα, αν και σε κάποια σημεία η επιλογή του χαμηλόφωνου διαλόγου έχει ως αποτέλεσμα να δυσκολεύεσαι στην παρακολούθηση. Κατά τη γνώμη μου, ξεχωρίζει η Ελεάνα Στραβοδήμου (Η Χαμένη Τιμή της Καταρίνα Μπλουμ) που παίζει την Μυρτώ, με τσαγανό, πάθος και ιδιαίτερη πειστικότητα στην ερμηνεία της. Και η άλλη αδερφή, η Χρυσώ, την οποία εναρκώνει η Σεβίλλη Παντελίδου. Το σκοτεινό πάθος, το ναρκισσισμό και τα εσωτερικά αδιέξοδα της “Φλαντρώς της κοτζαμπάσενας”, που φέρνουν την καταστροφή, ερμήνευσε με ένταση και πειστικότητα η Λυδία Κονιόρδου. Η Μαρία Διακοπαναγιώτου έδωσε έναν κωμικό τόνο στο έργο. Ο Μιχάλης Σαράντης είναι επίσης ηθοποιός με αξιοπρόσεχτο ταλέντο, που έπαιξε κι αυτός πολύ καλά και κατάφερε να δώσει ένα βάθος σε έναν χαρακτήρα ηθικά αμφιλεγόμενο, αλλά συμπαθή. Ίσως όμως το παρουσιαστικό του να μην τον βοηθάει να πείσει ως ο άντρας που σκορπά τέτοια ταραχή στα θηλυκά της «τραγωδίας του πόθου».
Γενικά, η «Φλαντρώ» είναι μια παράσταση με δυνατές ερμηνείες και σκοτεινά δραματικά στοιχεία, καθώς και ένα καταστροφικό ανικανοποίητο. Όμως μπορεί και να κουράσει με τα υπερβολικά έντονα ερωτικά πάθη, τα οποία χαρακτηρίζουν τις ηρωίδες.
Γιώργος Σμυρνής