Nebraska
Μια ευαίσθητη ματιά στην τρίτη ηλικία, στις οικογενειακές σχέσεις και στις αυταπάτες, πάνω στις οποίες προσπαθούμε να πιαστούμε μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής μας. Αυτό μας προσφέρει η ταινία του Ελληνοαμερικανού Alexander Payne «Nebraska».
Ένας ηλικιωμένος Αμερικανός άνδρας παίρνει ένα διαφημιστικό που του λέει ότι κέρδισε 1 εκατ. δολάρια. Καθώς τα έχει ψιλοχαμένα, αφήνει το σπίτι του και τρέχει να εισπράξει τα λεφτά που πιστεύει ότι κέρδισε σε μια μακρινή πόλη. Ο γιος του προσπαθεί να τον βοηθήσει να ξεπεράσει την αυταπάτη του, αλλά, καθώς είναι αδύνατο να τον πείσει πως αυτά τα λεφτά δεν υπάρχουν, τον πηγαίνει στην πόλη εκείνη. Η διαδρομή τους, οι επαφές με άλλους συγγενείς, αυτά που μαθαίνει ο γιος για τη ζωή του πατέρα του και τα διάφορα ευτράπελα που θα συμβούν, όταν μια ολόκληρη επαρχιακή πόλη πιστέψει ότι ο γέρος κέρδισε πραγματικά το εκατομμύριο, θα επαναπροσδιορίσουν τη σχέση τους.
Το σενάριο του Bob Nelson χρησιμοποιεί ένα τόσο απλό εύρημα- ένα διαφημιστικό λαχείο, που τάζει 1 εκατ. δολάρια και το συνδυάζει ε την διανοητική φθορά που φέρνουν τα γηρατειά, αλλά και τα απωθημένα ενός ανθρώπου που δεν έζησε τη ζωή του, όπως την ήθελε, που ήταν αλκοολικός, που δεν ήταν ένας στοργικός πατέρας και σύζυγος. Μέσα από την εμμονή που δημιουργείται σε έναν ηλικιωμένο που τα’ χει χαμένα, ξεδιπλώνεται με μαστοριά μια ιστορία, που συνδυάζει την ευαισθησία και το χιούμορ σε μια γλυκόπικρη ατμόσφαιρα. Μέσα από την έξυπνη πλοκή μαθαίνουμε με μεγάλη φυσικότητα δεδομένα για το παρελθόν του ηλικιωμένου αυτού πατέρα, για τις σχέσεις του με τους δύο του γιους και με τη γυναίκα του. Επίσης, προκύπτουν συγκρούσεις με άλλους συγγενείς και παλιούς φίλους, που διεκδικούν σαν κάφροι μερίδιο από το υποτιθέμενο εκατομμύριο. Όμως, αυτές οι συγκρούσεις λειτουργούν κι αντίστροφα. Ενώνουν μια οικογένεια, που προσπαθεί να προστατεύσει το πιο αδύνατο μέλος της, το οποίο (σχήμα οξύμωρο) στην προκειμένη περίπτωση είναι ο pater familia. Και οι ψυχές των ηρώων της ανθρώπινης αυτής ιστορίας έρχονται έστω και λίγο πιο κοντά.
Ένας ιδιαίτερος και ευαίσθητος ανθρωπισμός συνδυάζεται με έναν λεπτό, αλλά εξαιρετικά ακριβή σαρκασμό των ανθρώπων. Οι άνθρωποι είναι συμπαθείς, αλλά και γελοίοι. Εγωιστές, περίεργοι, χυδαία κακοπροαίρετοι, αλλά και τρυφεροί, ακόμα και προστατευτικοί.
Η κινηματογράφηση του Αλεξάντερ Πέιν είναι πολύ δυνατή. Το ασπρόμαυρο χρώμα της ταινίας δένει με την ψυχική κατάσταση του πρωταγωνιστή, την ιδέα της φθοράς, τους γεμάτους ανεκπλήρωτα όνειρα ψυχισμούς. Υπάρχουν όμορφες εικόνες από το δρόμο, από τη φύση, αλλά και πλάνα που αναδεικνύουν τη φθορά, τα γηρατειά, το «χάσιμο» του κεντρικού χαρακτήρα. Παράλληλα, εμφανίζονται σκηνές πολύ αστείες, καθώς η ιστορία είναι γεμάτη με περίεργους ανθρώπους, ενώ υπάρχουν έξυπνες ατάκες στο σενάριο.
Οι ερμηνείες είναι πολύ πειστικές, με πρώτο και καλύτερο τον υπέροχο Bruce Dern, που ερμηνεύει εξαιρετικά τον Woody Grant, έναν άνθρωπο, που χάνει σιγά-σιγά το μυαλό του, που είναι καταβεβλημένος και ηττημένος. Και όμως, είναι βαθιά ανθρώπινος. Εξαιρετική είναι και η June Squibb, που ερμηνεύει την γλωσσού σύζυγό του, μια σκληρή γυναίκα, που ποτέ δεν εγκατέλειψε τον άντρα της, παρά τα όσα τράβηξε από αυτόν. Και οι δύο γιοι, ο κάπως άτυχος David Grant (Will Forte) που προσπαθεί να βοηθήσει τον πατέρα του, αλλά και ο λίγο ματαιόδοξος τηλεπαρουσιαστής Ross (Bob Odenkirk) είναι πολύ καλοί. Ξεχωρίζει ακόμα ο Stacy Keach στο ρόλο ενός γραφικού επαρχιώτη “κακού” σε μια ταινία πλημυρισμένη από πειστικές ερμηνείες.
Τελικά, με τα πιο απλά πράγματα της ζωής στήνεται ένα κινηματογραφικό κομψοτέχνημα. Το Νεμπράσκα είναι ένα ρεαλιστικό και βαθιά ανθρώπινο έργο, που σε φέρνει πιο κοντά σε άτομα ταλαιπωρημένα από τη ζωή. Και κάνει μια φαινομενικά ασήμαντη ιστορία να δείχνει σπουδαία, κάτι που πετυχαίνει με εκπληκτική φυσικότητα και απλότητα.
Γιώργος Σμυρνής