Είδαμε το μιούζικαλ “Η Μαρινέλλα συναντά τη Βέμπο” στο Badminton- Δύο ντίβες σε μία
Συνάντηση μουσικής κορυφής στο μιούζικαλ «Η Μαρινέλλα συναντά τη Βέμπο»: Η Μαρινέλλα επί σκηνής Badminton ακολουθεί την διαδρομή της Βέμπο, μιας καλλιτέχνιδας, που άνοιξε δρόμους στο ελληνικό τραγούδι και στην έννοια της τραγουδίστριας. Έρχεται σε επαφή με τις χαρές και τις λύπες, τις παραξενιές, τις δυσκολίες και την καλλιτεχνική διαδρομή της γυναίκας που έμεινε στην ιστορία ως η τραγουδίστρια του έπους του 40.
Η Βέμπο ήταν μια γυναίκα που έκανε τη δική της τομή ως performer. Σύμφωνα με τις απόψεις του μουσικολόγου Λάμπρου Λιάβα, ο οποίος έκανε και την έρευνα για την παράσταση, αυτή άνοιξε το δρόμο για την τραγουδίστρια, όπως την ξέρουμε σήμερα. Άρα ήταν ένα πρότυπο και για τη Μαρινέλλα. Άλλωστε, η Βέμπο έκανε μια καλλιτεχνική διαδρομή που κράτησε δεκαετίες ολόκληρες, από το Μεσοπόλεμο μέχρι τη Χούντα. Κι αν προσθέσουμε σε αυτή τη μεγάλη καριέρα και τον αντίχτυπο της ως της τραγουδίστριας του έπους του 40, καταλαβαίνουμε το ειδικό της βάρος στην εποχή της.
Η παράσταση που σκηνοθετεί ο Πέτρος Ζούλιας είναι ένα μιούζικαλ, που δεν εστιάζει μόνο στη μουσική διαδρομή, αλλά και στην πολυτάραχη ζωή της Σοφίας Βέμπο. Δεν είναι μόνο η παρουσία της στον ελληνοϊταλικό πόλεμο, αλλά και άλλες πτυχές της καριέρας της, ενώ η παράσταση στέκεται και στη βοήθεια που έδωσε στους φοιτητές του Πολυτεχνείου.
Η Μαρινέλλα στην ιδιαίτερη αυτή παράσταση, παίζει και δεν παίζει τη Βέμπο. Είναι η φωνή της, αλλά δεν είναι το σώμα της. Είναι χαρακτηριστικό ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης, εκτός από τη Μαρινέλλα, υπάρχει και μία άλλη ηθοποιός, μελαχρινή και πιο νέα, η οποία εμφανίζεται ως Βέμπο. Όμως δεν λέει ούτε μια λέξη επί σκηνής. Αυτή ερμηνεύει την τραγουδίστρια σωματικά, ενώ τη φωνή της, τη σκέψη της και τα τραγούδια της τα παίρνει πάνω της η Μαρινέλλα, η οποία γίνεται κάτι σαν ηθοποιός- τραγουδίστρια. Θα λέγαμε ότι έχουμε έναν περίεργο διχασμό ανάμεσα σε σωματική και σε φωνητική ηθοποιό που ερμηνεύουν τον ίδιο ρόλο.
Δίπλα στη Μαρινέλλα-Βέμπο, εμφανίζεται ο Μίμης Τραϊφόρος, ως ο στιχουργός των μεγάλων επιτυχιών της, αλλά και ο μεγάλος έρωτας της ζωής της. Τον ερμηνεύει ο Χρήστος Στέργιογλου ικανοποιητικά, χωρίς πάντως να πείθει για μεγάλος εραστής. Ο Αντώνης Λουδάρος είχε πιο δευτερεύοντα ρόλο στην παράσταση, ερμηνεύοντας τον Παυλάρα, έναν παλιό επιθεωρησιακό θεατρίνο, ο οποίος είναι ένα κράμα διαφόρων θιασαρχών της εποχής της Βέμπο. Είναι ένας ανάλαφρος ρόλος, όχι πολύ υψηλών απαιτήσεων. Οι ερμηνείες, συνολικά, δεν μπαίνουν σε πολύ βάθος, καθώς η παράσταση εστιάζει περισσότερο στο θέαμα και στο τραγούδι.
Τα σκηνικά του Γιώργου Γαβαλά και του Γιάννη Μουρίκη έχουν ωραία αισθητική, χωρίς να είναι τα πιο εντυπωσιακά δείγματα της δουλειάς τους. Τα κοστούμια της Εύας Ναθένα επίσης καταφέρνουν να συνδυάσουν τη λαμπρότητα ενός μιούζικαλ με τις απαιτήσεις ενός έργου εποχής- όπου χρειάζεται να παρουσιασθούν ενδυματολογικές μόδες του παρελθόντος.
Η Μαρινέλλα στέκεται με αρκετές αξιώσεις στο σανίδι. Υποκριτικά έχει μια συμπαθητική παρουσία. Τραγουδιστικά, η φωνή της διαφέρει αρκετά από της Βέμπο. Στο δεύτερο μέρος, τα μεταπολεμικά και κυρίως λαϊκά τραγούδια που ερμήνευσε της πήγαιναν περισσότερο στη φωνή της. Ως προς το story, αυτό ισορροπεί ικανοποιητικά ανάμεσα στα σκηνοθετικά ευρήματα του Πέτρου Ζούλια και την προσπάθεια να δημιουργηθεί μια παράσταση που να δείχνει και τη ζωή, αλλά και τη μουσική πορεία της Βέμπο. Επίκεντρο είναι ο σκληρός της έρωτας με τον Τραϊφόρο, ο οποίος την απατούσε συστηματικά, αλλά αυτή δεν ήθελε να τον εγκαταλείψει. Αυτό το πάθος παίζει διπλό ρόλο: Είναι το ερωτικό στοιχείο της παράστασης, αλλά με τον τρόπο που λειτουργεί η σχέση, δείχνει και τον φαλλοκρατικό χαρακτήρα της τότε κοινωνίας. Βέβαια, οι δύο πρωταγωνιστές που παίζουν τους εραστές είναι μιας κάποιας ηλικίας κι έτσι το ερωτικό στοιχείο δεν γίνεται τόσο δυνατό στην παράσταση.
Γενικά, είναι ένα συμπαθητικό μιούζικαλ, που απευθύνεται κυρίως σε όσους ενδιαφέρονται για τη μουσική εκείνης της περιόδου. Κάνει πιο γνωστή την ευρύτερη καλλιτεχνική διαδρομή Βέμπο, ενώ αφήνει ευχαριστημένους τους φαν της Μαρινέλλας. Η διάρκειά της ίσως είναι μεγαλύτερη από όσο χρειάζεται.
Γιώργος Σμυρνής