Οι φωνές του Ποιητή μέσα της
«[…]Ιδίως ως μυθιστοριογράφος θ’ ανεδεικνύετο υπέροχος ο Βιζυηνός˙ως ηθογράφος, ως ζωγράφος του εσωτερικού κόσμου ήτο ήδη ρηξικέλευθος και σχεδόν τελειωτής˙ θα εγίνετο δε έξοχος˙εγίνωσκεν όλας τας ατραπούς της ψυχής˙ οι οφθαλμοί εκείνοι οι κλειστοί θα απετύπουν εν αληθή καλλιτεχνική πιστότητι την καλλονήν της ελληνικής φύσεως, τον πολυδαίδαλον βίον έν όλη τη μονοτονία η τραγικότητί του˙εντός του ωχρού εκείνου κρανίου εκινείτο ευρύς και θαυμάσιος κόσμος».(Αριστοτέλης Π. Κουρτίδης, Επικήδειος Βιζυηνού, «Το Άστυ» 17 Απριλίου 1θ96, σ.20.Από την Αγγελική Ξυνού
Για όσους πρωτοείδαν την παράσταση Μορφές από το έργο του Βιζυηνού τον Μάιο του 1993, η αποκάλυψη ήταν πρωτοφανής. Όπως ένα παιδί πολεμά, συνομιλεί, διαπληκτίζεται με το Αόρατο, έτσι και τότε, η Κοκκίνου υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Αβδελιώτη, με το σώμα, τη φωνή της, το φως, φορώντας ένα κοστούμι που θύμιζε ράσο ερμαφρόδιτου μοναχού, ανεβασμένη ή ξαπλωμένη πάνω σ’ ένα τραπέζι, μας σύστησε τον Γιωργάκη, το Αννιώ, τη Δέσποινα, τη γιαγιά Χατζήδαινα, τον Παππού που πάλεψε με τον Άγγελο δυο φορές και τη μία βγήκε νικητής, την Κλάρα που έχασε τα λογικά της από αγάπη, τον Μοσκόβ Σελήμ που έπεσε ηρωικά στην Άβυσσο που χώριζε τις δυο πατρίδες του, τη Μάσσιγγα, τις εικόνες των Αγίων μέσα στην εκκλησία, τη φουρτουνιασμένη θάλασσα, τη νύχτα με τις σκιές από τα δέντρα, το ψυχιατρείο.
Μία παράσταση, για να βρει το δρόμο της προς το κοινό, πρέπει να έχει λόγο ν’ ανεβεί, πόσο δε μάλλον να ξανανεβεί. Στη περίπτωση του Μορφές από το έργο του Βιζυηνού, υπήρξαν παραπάνω λόγοι από ένας. Καταρχάς το άκουσμα της γλώσσας: η καθαρεύουσα του Βιζυηνού με την ιδιότυπη μουσικότητα, ακούστηκε στο θέατρο Σφενδόνη σαν απαραίτητη για το Παρόν μας παραδοξότητα. Εξάλλου, ακόμη κι απαλλαγμένο από κάθε σύνδεση με την παράδοση, το έργο του δικαίως του εξασφαλίζει μια θέση ανάμεσα στους κορυφαίους Ευρωπαίους πεζογράφους.
Η σκηνοθεσία του Δήμου Αβδελιώτη τότε, η ματιά του Νίκου Φλέσσα τώρα, η ερμηνεία της Κοκκίνου πάντα, διατρέχονται από ένα κοινό άξονα· ακροβατώντας ανάμεσα στο νατουραλισμό και το ρομαντισμό, τα διηγήματα, παρουσιασμένα σε σπαράγματα, διακοπτόμενα το ένα από το άλλο, διατηρούν αναλλοίωτα την ερεβώδη ατμόσφαιρα και το κοφτερό χιούμορ του συγγραφέα.
Επιπλέον σημαντικό στοιχείο της παράστασης, αποτελεί η αφαίρεση. Σε πρώτο επίπεδο, το προφανές της λιτής εικαστικής ερμηνείας: ένα κοστούμι, ένα τραπέζι, το βιβλίο κυρίως, κι ένα σοφά ζυγισμένο πλάνο φωτισμών. Πιο εντυπωσιακό όμως αποδεικνύεται το διάλεγμα των χωρίων, οι εναλλαγές χρόνου (μέρα-νύχτα), χώρου (μέσα-έξω, πόλη-ύπαιθρος), ψυχικής κατάστασης (τρέλα, πένθος, αγωνία, χαρά), η μετάβαση της ηθοποιού από τον χαρακτήρα στον άλλο, με άνεση που αγγίζει τα όρια του υπερφυσικού.
Δεν ξέρω τι αποκομίζει κάποιος που βλέπει την παράσταση για πρώτη φορά, έχω όμως μια υποψία για την αίσθηση που κυριεύει όσους την είδαν ξανά μετά από είκοσι χρόνια. Μια ηθοποιός, από την αναμέτρησή της μ’ ένα τόσο πλούσιο λογοτεχνικό σύμπαν, έχει αγγίξει εδώ και πολύ καιρό τις ψηλότερες κορφές της τέχνης της. Έχει διανυκτερεύσει αμέτρητες νύχτες στην εκκλησία προσευχόμενη για την άρρωστη αδελφή της, έχει ταξιδέψει δεκάδες φορές με το Rio Grande, έχει χάσει τα λογικά της από έρωτα, έχει μαθητεύσει σε ραφτάδικο στην Πόλη, έχει ακούσει και πιστέψει τόσο πεισματικά τα παραμύθια του Παππού, που δεν μπορεί να βρει το δρόμο του γυρισμού, από τις σελίδες του βιβλίου που μέσα του χάθηκε.
Info: To έργο “Μορφές από το έργο του Βιζυηνού” παρουσιάζεται κάθε Σάββατο στις 8 μ.μ. στο θέατρο Σφενδόνη, Μακρή 4, Μακρυγιάννη, Αθήνα, Κρατήσεις: 215.5158968. Τιμές εισιτηρίων: 15 ευρώ, 10 ευρώ φοιτητικό