Μνημείων Άνδρες
Στη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου ο γερμανικός στρατός πραγματοποίησε πλιάτσικο εις βάρος έργων τέχνης στις κατακτημένες περιοχές. Κουλτουριάρηδες στρατιώτες των συμμάχων, οι αποκαλούμενοι «Μνημείων Άνδρες», επιχειρούν να ανακτήσουν τους πολιτιστικούς θησαυρούς και να τους δώσουν πίσω στους ιδιοκτήτες τους.
Η ταινία του George Clooney βασίζεται σε πραγματικά περιστατικά και στο βιβλίο “The Monuments Men: Allied Heroes, Nazi Thieves and the Greatest Treasure Hunt in History” (Μνημείων Άνδρες: Ήρωες Σύμμαχοι, Κλέφτες Ναζί και το μεγαλύτερο κυνήγι θησαυρού στην Ιστορία) του Robert M. Edsel. Μία ομάδα εκλεπτισμένων ανθρώπων προχωράει μαζί με τα συμμαχικά στρατεύματα (Αμερικάνων, Άγγλων κλπ) που προελαύνουν από το Δυτικό Μέτωπο στα εδάφη που αφήνουν πίσω τους οι Γερμανοί στρατιώτες. Οι Μνημείων Άνδρες ψάχνουν να βρουν κρυμμένους πολιτιστικούς θησαυρούς. Είναι ήρωες όχι μάτσο, αλλά άνθρωποι που έφαγαν όλη τους τη ζωή σε βιβλιοθήκες. Και ζουν την περιπέτεια μέσα σε ένα πόλεμο που μαίνεται, ενώ επιδίδονται σε ένα σαφάρι λεηλατημένων πολιτιστικών θησαυρών.
Τους θησαυρούς αυτούς τους έχουν αρπάξει οι Ναζί, για να τους βάλουν στα δικά τους μουσεία, που δεν πρόλαβαν τελικά να χτίσουν. Το κίνητρο, βέβαια, που αποδίδουν στη Γερμανία του Χίτλερ για την αρπαγή των πολιτιστικών θησαυρών άλλων χωρών, είναι κάπως κλισέ. Σε κάποιο σημείο του έργου ένας από τους «Μνημείων άνδρες» υποστηρίζει ότι οι ναζί το κάνουν αυτό, για να αφανίσει την ιστορία τους, είναι απλουστευτική. Είναι σαν να λέμε ότι ο Έλγιν «βούτηξε» τα αγάλματα από τον Παρθενώνα, γιατί ήθελε να εξαφανίσει την ελληνική ιστορία. Συνήθως, ο κλέφτης αρπάζει κάτι, όχι γιατί θέλει να το στερήσει από τον άλλο, αλλά γιατί θέλει να το έχει αυτός.
Η ταινία παρουσιάζει τον πόλεμο με ελαφρότητα, αλλά υπάρχουν και στιγμές έντονου ρεαλισμού. Ο μελοδραματικός τόνος, ηρωικές διαθέσεις, απλούστευση πάνω στους Ναζί είναι μερικά από τα στοιχεία της ταινίας. Υπάρχει επίσης και μια νοσταλγική αίσθηση πολεμικών περιπετειών της δεκαετίας του 60 με θέμα το Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Η φωτογραφία, τα κοστούμια και γενικότερα η παραγωγή είναι σε υψηλό επίπεδο.
Ο Clooney δεν εντυπωσιάζει σκηνοθετικά, ούτε πρωτοτυπεί ιδιαίτερα στον τρόπο που παρουσιάζει τον πόλεμο. Όμως, η ταινία του, παρά τις όποιες απλουστευτικές της διαθέσεις, λέει αρκετές αλήθειες για τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο- ασχέτως αν δεν αναδεικνύονται βρόμικες πλευρές στον τρόπο που διεξήγαγαν τον πόλεμο οι Σύμμαχοι. Η βία του πολέμου, ο χαζός τρόπος με τον οποίο μπορεί κανείς να σκοτωθεί, το ότι οι ναζί είχαν επιστρατεύσει και παιδιά στην τελική φάση, όταν είχαν ξεμείνει από άντρες. Επίσης, είναι χαρακτηριστικό ότι ο ναζιστικός ολοκληρωτισμός μισούσε τη μοντέρνα τέχνη. Έτσι, οι καλλιτεχνικοί θησαυροί που άρπαζαν έφταναν μέχρι τον ιμπρεσιονισμό, το πολύ. Όπως αναφέρεται στην ταινία, τα έργα των μεταγενέστερων καλλιτεχνικών ρευμάτων και του μοντερνισμού (για παράδειγμα έργα του Πικάσο) τα έριχναν στην πυρά. Ο χιουμοριστικός τόνος, τα αστειάκια με τις κόντρες Γάλλων και Βρετανών, τα γαλλικά του Matt Damon, για τα οποία όλοι τον κοροϊδεύουν, δίνουν μια ανάλαφρη ατμόσφαιρα. Σε αυτό βοηθούν οι καλοί ηθοποιοί, όπως ο John Goodman, ο Bill Murray, o Bob Balaban, o Jean Dujardin, o George Clooney, ο Matt Damon. Μέτρια, για τα δεδομένα της, ήταν η παρουσία της Cate Blanchett στο ρόλο μιας γαλλίδας υπαλλήλου μουσείου, που αγωνίζεται για την επιστροφή των εκθεμάτων στη Γαλλία κι έχει ένα μικρό νταραβέρι με τον Matt Damon.
Κοντολογίς, το «Μνημείων Άνδρες» είνα ένα αρκετά αξιόλογο έργο, αλλά όχι μία σπουδαία ταινία. Βλέπεται άνετα, αν σε ενδιαφέρει το θέμα, έχει κωμικές και δραματικές νότες και εμφανίζει ηθικά διλήμματα και αξίες. Αρκετά ζητήματα πάντως αντιμετωπίζονται με μια διάθεση ελαφρότητας.
Γιώργος Σμυρνής