MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΕΤΑΡΤΗ
06
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Είδαμε τον «Επιστάτη» του Πίντερ στο θέατρο Δ. Χορν- Δώσε θάρρος στον επιστάτη…

Η αλαζονεία μπορεί να κυριεύσει και τον πιο μικρό. Ακόμα κι ένας άστεγος, που φιλοξενείται σε ένα σπίτι που δεν του ανήκει, μπορεί να κυριευθεί από μια παράλογη αίσθηση μεγαλείου. Και το θέμα αυτό γίνεται ο καταλύτης στο έργο Επιστάτης, ένα από τα σημαντικότερα έργα του Χάρολντ Πίντερ, που ανεβαίνει στο θεάτρο Δ. Χορν σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιμούλη.

author-image Γιώργος Σμυρνής

Ο Επιστάτης (The Caretaker, 1960) είναι το έργο που καθιέρωσε τον Πίντερ. Όπως περιγράφει ο Michael Billington, στο «Η ζωή και το έργο του Χάρολντ Πίντερ», ο Επιστάτης «ξεπήδησε» μέσα από μια εικόνα της καθημερινότητας του συγγραφέα. Σε ένα σπίτι δίπλα του μένανε δύο αδέρφια, χτίστες, εκ των οποίων ο ένας ήταν εσωστρεφής και είχε στο παρελθόν ψυχολογικά προβλήματα. Τα δύο αδέρφια φιλοξενούσαν έναν γέρο αλήτη, τον οποίο κάποτε έδιωξαν.

Αυτή η εικόνα έδωσε έμπνευση στον Πίντερ να στήσει όλο το έργο του. Κεντρικός χαρακτήρας είναι ο Ντέιβις, ένας άστεγος γέρος, τον οποίο ο ένας ένοικος του σπιτιού, ο Άστον συμπονά και φιλοξενεί. Στο «σπίτι» αυτό εμφανίζεται και ο αδερφός του ο αινιγματικός Μικ. Το «σπίτι» γίνεται αντικείμενο διεκδίκησης. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε σε ποιόν από τους δύο αδερφούς ανήκει και όταν αρχίζουν τα παιχνίδια εξουσίας, το έδαφος γίνεται μετέωρο, όπως και η πραγματικότητα. Κάποτε, ο Μικ ορίζει ως επιστάτη του σπιτιού, άρα και του αδερφού του, τον πρώην άστεγο και φιλοτομαριστή Ντέιβις. Ο «διορισμός» του ως «επιστάτη» της οικίας, στην οποία τον φιλοξενούν, του προκαλεί μια αρχοντοχωριάτικη αλαζονεία. Ο «Επιστάτης» είναι τελικά αχάριστος.

«Ο καημένος ο Ντέιβις, με μια αίσθηση κατωτερότητας που βρίσκει διέξοδο στο μίσος του για τους Νέγρους, τους Ινδούς και τους Έλληνες, πολύ απλά δεν είναι ικανός να συνειδητοποιήσει το νόημα μιας τέτοιας χειρονομίας» (της φιλανθρωπίας του Άστον), όπως γράφει Martin Esslin, στο «Πίντερ, ο συγγραφέας». Τελικά ο κακότροπος γέρος ανοίγει το στόμα του και λέει πράγματα για τον Άστον, τα οποία οι δύο αδερφοί δεν είναι διατεθειμένοι να του συγχωρήσουν. Κι εκεί τελειώνει το παιχνίδι- ένα παιχνίδι ιδιοκτησίας, εξουσίας και ασάφειας.

Πού είναι η αλήθεια και πού το ψέμα στους ήρωες; Που είναι ο ρεαλισμός και που το παράλογο; Το όνομα του Ντέιβις δεν ξέρουμε αν είναι αληθινό, ο ίδιος είτε από γεροντική άνοια, είτε επειδή θέλει κάτι να κρύψει, όταν μιλάει για τον εαυτό του, συνέχεια τα αλλάζει.

«Μια από τις δυσκολίες που συναντούν οι ηθοποιοί στον Πίντερ είναι ότι δεν μπορείς να έχεις εμπιστοσύνη πως αυτά που λέγονται είναι όντως αλήθεια. (…) Όλοι οι ήρωες του Πίντερ έχουν μάσκες…» γράφει ο Πήτερ Χωλ στο άρθρο του «Σκηνοθετώντας τον Πίντερ». Το ζήτημα το θέτει κι ο ίδιος ο Πίντερ όταν μιλάει για τη σιωπή. Ο άνθρωπος είτε σιωπά μη λέγοντας τίποτα, είτε σιωπά με λεκτικούς χειμάρρους που επίσης δε λένε τίποτα. Δεν ξέρουμε λοιπόν αν οι ήρωες του Πίντερ μιλάνε, γιατί έχουν να πουν την αλήθεια τους ή απλά για να τη σκεπάσουν μέσα από μια λογοδιάρροια γεμάτη ανούσιες κοινοτοπίες ή ψεύδη.

Πραγματικά είναι πολύ δύσκολο να καταλάβεις πότε είναι ειλικρινείς οι ήρωες του δράματος και πότε κοροϊδεύουν, σε τόσο μεγάλο βαθμό, που ο ρεαλισμός να υπονομεύεται και το παράλογο να μπαίνει από τα παραθυράκια που έξυπνα στήνει στους διαλόγους ο συγγραφέας.

ΚΩΜΩΔΙΑ Ή ΔΡΑΜΑ;
1 epistatis
Στην παράσταση που σκηνοθέτησε ο Γιώργος Κιμούλης, δίνεται προσπάθεια να υπάρξει μια σύνδεση με το κοινωνικό χάος που έχει φέρει σήμερα η οικονομική κρίση. Μια τηλεόραση που περιοδικά ανοίγει, μιλάει όλο για διαδηλώσεις και κοινωνική αναταραχή. Το κύριο βάρος όμως δίνεται στο να αναδειχθεί ένα κωμικό στοιχείο στο έργο. Ιδίως ο Κιμούλης ερμηνεύει τον Επιστάτη- άστεγο, καταφέρνει μέσα από ένα αρκετά πετυχημένο ρεαλιστικό παίξιμο- όπου σκόπιμα μπερδεύει τα λόγια του και χάνεται ο ειρμός του, με παύσεις και άλλα τερτίπια- να ακούγεται αστείος.

Η ιδέα αυτή έχει βάση. Άλλωστε, πολλά από τα έργα του Πίντερ χαρακτηρίζονται ως κωμωδίες της απειλής, έργα δηλαδή όπου το κωμικό βγαίνει μέσα από το φόβο. Στη σκηνοθεσία πάντως του Κιμούλη το χιουμοριστικό βγαίνει περισσότερο μέσα από τις ασάφειες και τον τρόπο που μιλάει ο «Επιστάτης», παρά από το φόβο που νιώθει για το Μικ. Επίσης, στην παράσταση δεν αναδεικνύονται τόσο καθαρά κάποιες αλλαγές στη δυναμική των σχέσεων μεταξύ του επιστάτη και των δύο αδερφών, ούτε η αλαζονεία που κυριεύει τον επιστάτη και η οποία τελικά στρέφεται εναντίον του.

Ακόμα, μου άρεσε η σοβαρή και συνάμα θλιμμένη ερμηνεία του Νίκου Γεωργάκη, που ερμηνεύει τον συμπαθή φιλάνθρωπο, αλλά με βεβαρημένη ψυχολογία Άστον. Ο Γιώργος Χρανιώτης, αντίθετα, θεωρώ ότι δεν ήταν καλός. Τον εξαιρετικά σημαντικό για το έργο ρόλο του Μικ, δείχνει πολύ ψεύτικος, αλλάζει τη φωνή του για να ακούγεται περίεργη και γενικά το πηγαίνει πολύ προς την καρικατούρα.

Γενικά, ο Επιστάτης είναι ένα σπουδαίο έργο του Πίντερ. Ο Κιμούλης προσπάθησε και σε κάποιο βαθμό κατάφερε να δημιουργήσει μια σκοτεινή και κωμική παράσταση, όπου το γελοίο συνδέεται με το δραματικό. Όμως, αρκετά από τα βαθύτερα στοιχεία του έργου χάθηκαν στη διαδρομή.

Γιώργος Σμυρνής

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις