Είδαμε το «Ξενοδοχείον ο Παράδεισος» στο Altera Pars- Αχ, αυτά τα φαντάσματα!
Ένας ακόμα Φεϋντώ ανεβαίνει τη φετινή σεζόν. Αυτή φορά το έργο του πιο ευρηματικού φαρσέρ του θεάτρου “Ξενοδοχείον ο Παράδεισος” ανεβαίνει στο Altera Pars σε σκηνοθεσία του Ευθύμη Μπαλαγιάννη.
Στο Παρίσι, στα τέλη του 19ου αιώνα, δύο μεγαλοαστοί γείτονες και φίλοι, ο κύριος Περλέ και η Μαρσέλ, ερωτεύονται και βρίσκουν καταφύγιο στο κακόφημο «Ξενοδοχείον ο Παράδεισος». Αν και παντρεμένοι και οι δύο, δεν διστάζουν να «απατήσουν» τους συζύγους τους, έστω και για λίγο. Δεν προλαβαίνουν όμως να ησυχάσουν ούτε για ένα λεπτό, αφού στο ξενοδοχείο καταφτάνουν ο Μπαγιατέ, σύζυγος της Μαρσέλ, αλλά και ο Ματίς, ένας παλιός φίλος του κυρίου Περλέ με τις τρεις -όχι και τόσο συμπαθητικές- κορούλες του. Θα προσπαθήσουν να κρυφτούν, όμως ένα σωρό ευτράπελα και γεγονότα θα στιγματίσουν την διαμονή τους εκεί!
Είναι ένα τυπικό έργο Φεϋντώ, με παράνομα ζευγαρώματα, απιστίες και απρόσμενες συναντήσεις. Πολλοί από τους ήρωες βρίσκονται ως εκ θαύματος στο ίδιο ύποπτο ξενοδοχείο. Και αυτοί που πάνε εκεί για να ικανοποιήσουν ένα παράμονο πάθος, προσπαθούν να κρυφτούν με κάθε τρόπο, ακόμα και πίσω από το δάχτυλό τους.
Στο «Ξενοδοχείον ο Παράδεισος» υπάρχει ένας καταιγισμός ευρημάτων. Δύο είναι πολύ βασικά: το πρόβλημα στην ομιλία ενός ήρωα, το οποίο εμφανίζεται όμως μόνο όταν βρέχει. Κι επειδή ο ήρωας αυτός στην πορεία του έργου μαθαίνει πολλά για τις παράνομες συνευρέσεις, το αν θα μπορεί να μιλήσει είναι πολύ κρίσιμο για την πλοκή του έργου.
Το άλλο εύρημα, που χρησιμοποιείται δεξιοτεχνικά είναι τα φαντάσματα. Το ξενοδοχείο, που βασικά χρησιμοποιείται από παράνομους εραστές, έχει ένα δωμάτιο που θεωρείται στοιχειωμένο. Ένας αρχιτέκτονας θα πάει εκεί, ως πραγματογνώμονας, για να δει αν υπάρχουν όντως φαντάσματα ή απλά οι σωληνώσεις βγάζουν παράξενους ήχους. Μόνο που στο ίδιο ξενοδοχείο θα βρεθούν η γυναίκα του με τον καλύτερο του φίλο, για να «βγάλουν τα μάτια τους».
Το έργο παρουσιάζει με χιούμορ τα θέματα της απιστίας, αλλά και της ελαφρόμυαλης έπαρσης της υψηλής κοινωνίας. Οι χαρακτήρες στον Φεϋντώ, έτσι κι αλλιώς, δεν έχουν μεγάλο βάθος. Συνήθως μάλιστα είναι με την πλάτη στον τοίχο και σχεδόν αντιδρούν αντανακλαστικά, χωρίς να σκέφτονται. Αυτό τους κάνει να επινοούν τα πιο απίθανα ψέματα ή να κάνουν τις πιο μεγάλες βλακείες, προκειμένου να κρύψουν κάτι (συνήθως κάτι ερωτικό). Και μέσα από αυτές τις αντιδράσεις τους, αλλά και τα ανεπιθύμητα συναπαντήματα βγαίνει το γέλιο.
Η μετάφραση του Σταμάτη Φασουλή είναι και ρέουσα και πνευματώδης. Η παράσταση έχει κοστούμια και σκηνικά εποχής. Βέβαια, τα κοστούμια και τα σκηνικά δεν έχουν τη λαμπρότητα και την κλάση που θα μας θύμιζε υψηλή κοινωνία και μπελ επόκ. Δείχνουν κάπως φθαρμένα. Η σκηνοθεσία δεν καταφέρνει να δώσει στην κωμωδία αυτή τον ξέφρενο ρυθμό που θα περίμενε κανείς σε μια φάρσα, ενώ η παράσταση δείχνει αρκετά μεγάλη σε διάρκεια.
Οι ερμηνείες των ηθοποιών είναι αρκετά καλές και βγάζουν γέλιο οι περισσότερες. Δεν είναι όμως όλοι οι ηθοποιοί στο ίδιο επίπεδο. Περισσότερο μου άρεσε το ζεύγος Περλέ. Ιδίως η κυρία Περλέ, η Μαριλού Κατσαφάδου έχει τις πιο ζωντανές και αστείες στιγμές στην παράσταση.
Σε γενικές γραμμές, το «Ξενοδοχείον ο Παράδεισος» δεν μας πάει ούτε στον Παράδεισο της κωμωδίας, αλλά ούτε και στην Κόλαση. Έχει αδυναμίες στο ρυθμό και στη σκηνογραφία, αλλά διασώζεται χάρη σε κάποιες καλές ερμηνείες και στην ευστροφία του ίδιου του κειμένου.
Γιώργος Σμυρνής