Μιχάλης Παλίλης: Με ενδιαφέρει η τέχνη που μας αναγκάζει να μιλήσουμε
Ο Μιχάλης Παλίλης έχει καρφιτσωμένη τη λέξη “τόλμη” σε μια παιδική του φωτογραφία στο κομοδίνο του. Ο πολύπλευρος θεατρικός συγγραφέας, ηθοποιός και σκηνοθέτης, όντως τόλμησε να περάσει από τα οικονομικά, τα οποία έχει σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών στο θέατρο. Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές θεατρικές σπουδές και πολλά σεμινάρια με καταξιωμένους ανθρώπους του θεάτρου, όπως ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, η Anna Helena Mc Lean κ.α.Συνέντευξη στον Γιώργο Σμυρνή
Στο ενεργητικό του έχει αρκετές σκηνοθεσίες και θεατρικά έργα, ενώ στο ενεργητικό του έχει και τη σύλληψη και δραματουργική επεξεργασία δύο παραστάσεων («Μαρτυρώ» και «Τέλμα»).Αυτήν την περίοδο το δικό του θεατρικό έργο «Βlanche / Μετεπιβίβαση» ανεβαίνει για πρώτη φορά στη σκηνή στο Θέατρο Σημείο σε σκηνοθεσία του ίδιου. Βασίζεται στην Μπλανς Ντυ Μπουά κεντρική ηρωίδα του “Λεωφορείου ο Πόθος” του Τένεσσι Ουίλιαμς, έναν ρόλο τον οποίο ο ίδιος χαρακτηρίζει ως “από τους πιο ενδιαφέροντες και αγαπημένους του παγκόσμιου δραματουργίου”. Είναι όμως ένα αυτόνομο έργο και δεν χρειάζεται ο θεατής να έχει παρακολουθήσει το “Λεωφορείον ο Πόθος” για να το καταλάβει.
Με αφορμή αυτή την παράσταση ο σκηνοθέτης μας μιλάει για τη δική του “Μπλανς”, ένα πλάσμα με αρσενική και θηλυκή ταυτότητα, το οποίο ερμηνεύει ο Φαίδων Καστρής. Παράλληλα, μας εξηγεί ποιά είναι η τέχνη που εκφράζει τον ίδιο, πώς αντιλαμβάνεται την εποχή μας σήμερα και εξ γιατί πιστεύει πως όλοι μας είμαστε Μπλανς.
-Γιατί επιλέξατε να γράψετε ένα έργο με ηρωίδα την Μπλανς Ντυ Μπουά του Λεωφορείον ο Πόθος;
Το έργο του Ουίλιαμς και ειδικότερα ο ρόλος της Μπλανς Ντυ Μπουά είναι από τους πιο ενδιαφέροντες και αγαπημένους του παγκόσμιου δραματουργίου. Αυτό που με κινητοποίησε να γράψω ένα έργο για την Μπλανς Ντυ Μπουά είναι, πέρα από το γεγονός ότι την κατανοώ απόλυτα, η συσχέτιση του ρόλου με το σήμερα. Βλέπω να «ακουμπάει» ο χαρακτήρας στην περίεργη για όλους μας περίοδο. Θέλω να μιλήσω για τον άνθρωπο και την εποχή μου, ακριβώς επειδή στην εποχή μου όλοι μας έχουμε γίνει Μπλανς… Πρέπει να τονιστεί ότι πρόκειται για ένα αυτόνομο έργο, μια μετ-εγγραφή του αρχικού, που παρακολουθείται αυτόνομα και δεν προϋποθέτει θεατές που έχουν παρακολουθήσει το πρωτότυπο. Δεν πρόκειται ούτε για το «Λεωφορείο» αυτό καθαυτό, ούτε για την ίδια την Μπλανς, αλλά για μια κατάσταση «μετά-Μπλανς»… Το έργο μου είναι ένας ποιητικός μονόλογος για όλα τα πλάσματα που έχουν απωλέσει και θέλουν να διεκδικήσουν την ταυτότητά τους, που τους έχει απαγορευτεί να είναι όπως θέλουν στη ζωή τους, που πάσχουν να υπάρξουν, να συγχρονιστούν με τον κόσμο, που αγωνιούν να επικοινωνήσουν…
-Γιατί επιλέξατε έναν άνδρα για να ενσαρκώσει την ηρωίδα;
Στο μονόλογό μου πρωταγωνιστεί ένα πλάσμα στο οποίο συνυπάρχουν τόσο η αρσενική, όσο και η θηλυκή πλευρά (δε συμβαίνει αυτό άλλωστε σε όλους μας;). Είναι πολύ συνειδητή η επιλογή του άνδρα ηθοποιού που ερμηνεύει ένα τέτοιο ρόλο. Θέλω να διευρύνω τα όρια της σκέψης μας πέρα από το φύλο (ή οποιαδήποτε άλλη κοινωνική ή άλλους είδους σύμβαση). Θέλω να μιλήσω τολμηρά, ποιητικά και ωμά για το σημαντικότερο : για την ψυχή, για τον άνθρωπο, για τις ρωγμές του και την περιπέτεια του βίου του… Ο Φαίδων Καστρής, απολύτως επιτυχημένα, με υψηλής ακρίβειας υποκριτική γενναιότητα, ωριμότητα και ταλέντο ενσαρκώνει αυτό το «άφυλο» πλάσμα που έχει βρεθεί σε ένα χώρο χωρίς όλα τα εφόδια που συμπληρώνουν την «κανονική» μας ζωή. Το πλάσμα αυτό είναι (όπως η Μπλανς του Ουίλιαμς) άστεγο, άνεργο, ανεπιθύμητο, άφραγκο, με τόσα πολλά στερητικά –α σε ένα χώρο που δε γνωρίζει, έκθετο, σχεδόν γυμνό και προσπαθεί να επιβιώσει. Είναι ένα πλάσμα που, κάποια στιγμή στη ζωή του έχει δει, ίσως στο σινεμά, το έργο του Ουίλιαμς και έχει μαγευτεί από το ρόλο της Μπλανς. Έχει γραπωθεί σε αυτή την εικόνα, με το χαρακτήρα της Μπλανς ταυτίζεται στις δύσκολες στιγμές του, στην κλασική ηρωίδα καταφεύγει για αντέξει το «απαίσιο» . Διεκδικεί τη μαγεία του για να αντέξει τον αδυσώπητο ρεαλισμό. Μόνο που η «μαγεία» του είναι η ίδια η Μπλανς ντυ Μπουά. Με αυτήν ταυτίζεται και με αυτήν πορεύεται στη ζωή.
-Τι υπονοεί ο τίτλος Blanche/Μετεπιβίβαση;
Ο τίτλος υπονοεί δύο πράγματα. Πρώτον, υποδηλώνει τη μετεγγραφή του αρχικού έργου, την προσπάθεια να συνομιλήσω με το σήμερα και το διαρκές μετεγγράφοντας κάτι κλασικό. Επίσης, υποδηλώνει ένα θεατρικό πεδίο όπου δεν πρωταγωνιστεί ο χαρακτήρας του κλασικού έργου, αλλά το «ίχνος» του πάνω στο χαρακτήρα του έργου μου. Δεύτερον, και ίσως βασικότερο, με τον όρο «μετεπιβίβαση» υποδηλώνεται όχι μόνο ένα χρονικό «μετά» (αφού το έργο μου ξεκινά εκεί που τελειώνει το «Λεωφορείο»), αλλά κυρίως για την μελέτη του «μετά» στη ζωή μας. Με ενδιαφέρει να δω τι συμβαίνει μετά το συμβάν, μετά το γεγονός. Τι συμβαίνει μετά, όταν όλα αυτά που είχαμε και μας προσδιόριζαν και τα γνωρίζαμε έχουν χαθεί. Πώς μπορούμε να αντέξουμε μετά; Σε ποια «οχήματα» καινούργιων δυνάμεων, επιθυμιών και επιλογών μετεπιβιβαζόμαστε γιατί το «λεωφορείο» πάνω στο οποίο μέχρι πρότινος ταξιδεύαμε έχει χαθεί;
-Το έργο σας ξεκινάει από εκεί που τελειώνει το “Λεωφορείον ο Πόθος”. Πώς είναι η καινούρια ζωή για την Μπλανς Ντυ Μπουά;
Στο έργο μου, το πλάσμα που πρωταγωνιστεί και κουβαλά το ίζημα της Μπλανς Ντυ Μπουά βρίσκεται σε ένα χώρο μόνο του, χωρίς τα «εφόδια» που χρειάζεται για να υπάρξει κοινωνικά, σχεδόν γυμνό, έκθετο στην παρατήρηση. Μέσα σε αυτό το χώρο αντιλαμβάνεται την παρουσία ενός ακροατή που δε μιλάει ποτέ. Είναι ο ίδιος ο θεατής, ο γιατρός, ο συγγραφέας; Δεν υπάρχει σαφής απάντηση στο ερώτημα. Την απάντηση τη δίνει προσωπικά ο κάθε θεατής. Το σημαντικό είναι ότι το πλάσμα αυτό προσπαθεί να συνυπάρξει, να επικοινωνήσει, να γραπωθεί από ένα «μαζί». Σε αυτήν την προσπάθεια, ταυτίζεται με την κλασική ηρωίδα και συμπλεγματικά «επικοινωνεί» και «μετεπιβιβάζεται» σε σημαντικούς σταθμούς – πρόσωπα του «Λεωφορείου» (Στέλλα, Κοβάλσκι, Μιτς). Σε αυτήν την προσπάθεια, επικοινωνεί και «μετεπιβιβάζεται» και σε σταθμούς-γεγονότα της ζωής του, προσφέροντας μια προσωπική εξομολόγηση, που ταιριάζει τόσο πολύ με σκέψεις, φοβίες και επιθυμίες όλων μας. Το τέλος του έργου σηματοδοτείται από μια εξέλιξη κάπως «εξωθεατρική», που ξαφνιάζει το θεατή.
– Η Μπλανς Ντυ Μπουά είναι μια ηρωίδα που ζούσε το όνειρό της μέσα στην αυταπάτη. Πιστεύετε ότι όλοι μας λίγο ή πολύ κρύβουμε μια “Μπλανς” μέσα μας;
Η εικόνα που έχω για την Μπλανς Ντυ Μπουά, αλλά, κυρίως της Μπλανς μου, είναι ενός προσώπου που δυσκολεύεται να συσχετιστεί με τον κόσμο, να τον αντέξει. Καταφεύγει στο φαντασιακό πεδίο επειδή η πραγματικότητα το στριμώχνει και το καταπιέζει. Κατασκευάζει έναν κόσμο και μια ιδεώδη εκδοχή του εαυτού με την οποία θεωρεί ότι μπορεί να υπάρξει κοινωνικά… Ναι, πιστεύω ότι όλοι μας κρύβουμε μια Μπλανς μέσα μας. Σκεφτείτε πόσα τερτίπια και «συναλλαγματικές» ευτυχίας χρησιμοποιούμε για να μας δεχτούν και να υπάρξουμε κοινωνικά. Σκεφτείτε όχι μόνο υλικά αγαθά. Σκεφτείτε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα προφίλ που κατασκευάζουμε για να επικοινωνήσουμε. Διαμορφώνουμε την εικόνα που πιστεύουμε ότι πρέπει να έχουμε για να πορευόμαστε στην καθημερινότητα και να συσχετιστούμε… Ναι, είμαστε όλοι Μπλανς… με τον ένα άλλο τρόπο επιζητούμε την «μαγεία». Ο καθένας βάζει το περιεχόμενο που θέλει στη λέξη. Ερώτημα είναι βέβαια αν γνωρίζουμε γιατί το κάνουμε αυτό. Δε θέλω να κρίνω… Και εγώ μια Μπλανς κρύβω μέσα μου…
– Από πού αντλείτε την έμπνευσή σας για τα θεατρικά έργα που γράφετε;
Η έμπνευσή μου κατοικεί συνήθως στα μικρά πράγματα. Σε ένα ποτήρι νερό που χύνεται σε ένα πόδι και στάζει πάνω στο ύφασμα, σε έναν ήχο που ήρθε απρόσμενα στην ησυχία της νύχτας, σε ένα βλέμμα που θέλει κάτι άλλο από αυτό που πρέπει, στον ήλιο που πέφτει σε ένα πρόσωπο και να το αναγκάζει να κάνει ρυτίδες… Με εμπνέουν συνήθως αυτά που δε φαίνονται, αλλά υπάρχουν. Σκέψεις που βλέπω ότι δε λέγονται αλλά υπάρχουν, γέλια που μπορώ να διακρίνω ότι από κάτω κάτι κλαίει, σώματα ακίνητα που θα ήθελαν να χορέψουν αλλά δεν το κάνουν… Είμαι φανατικός παρατηρητής της ανάσας. Πώς αναπνέει ο άλλος. Μπορώ να μπω στη σκέψη και τη κοσμοθεωρία του άλλου από την παρατήρηση της ανάσας του, να δημιουργήσω χαρακτήρα και σκηνές από αυτό. Με ερεθίζουν και τα «μεγάλα» γεγονότα και εικόνες, αλλά και εκεί η εστίασή μου βρίσκεται στο «μικρό». Όταν είδα, παραδείγματος χάρη, μια φωτογραφία από τον πόλεμο στη Συρία, πέρα από το αρχικό σοκ του νεκρού, τυλιγμένου σε αίματα, σώματος, το βλέμμα μου καρφώθηκε στην είσοδο του σπιτιού που είχε μείνει ανοιχτή από το παπούτσι που είχε βγει από το σώμα του νεκρού. Το παπούτσι αυτό με κινητοποίησε να γράψω κάτι για τον πόλεμο και όλο αυτό το αίμα και όχι το αίμα αυτό καθαυτό.
– Γιατί θεωρείτε ότι ένας καλλιτέχνης είναι ένας “σεισμογράφος του καιρού του;”
Ανέκαθεν πίστευα και πιστεύω στην πολιτική διάσταση της τέχνης, όχι με την έννοια της στράτευσης ή του διδακτισμού, αλλά του εφαλτηρίου για το «κοινωνείν», για την «πόλιν». Με ενδιαφέρει η τέχνη που μας αναγκάζει να μιλήσουμε, να μετακινηθούμε από την απραξία ή τη σιωπή στην πράξη και το λόγο. Δεν εννοώ βαρύγδουπες δηλώσεις ή επαναστατικές πράξεις. Μιλάω για αλλαγμένα βλέμματα και λόγια που εκφράζονται με ειλικρίνεια. Ξέρετε, είναι σπουδαίο πράγμα να πεις ειλικρινά τη γνώμη σου. Όταν λες πραγματικά και άφοβα τι σου αρέσει και τι όχι, έχεις «σεισμογραφήσει» και εσύ το προσωπικό σου πεδίο και γνωρίζεις πώς στοιχειοθετείσαι ατομικά και κοινωνικά. Ο καλλιτέχνης οφείλει να είναι σε διάλογο με την εποχή του, να τη «σεισμογραφεί», αν θέλει να είναι ουσιαστικός και ευθύβολος. Μην παρεξηγηθώ: δε με ενδιαφέρουν τα προφανή σχήματα. Δε με ενδιαφέρει η αγωνία της επικαιρότητας. Με ενδιαφέρει η διαχρονικότητα που προκύπτει από την επικαιρότητα ή η επικαιρότητα που προκύπτει από τη διαχρονικότητα… Ειδικά στη μεταβατική εποχή που διανύουμε, χωρίς σταθερές και ελπίδα, ο ρόλος μας είναι αφοπλιστικά σημαντικός. Το αναφέρω σαφώς ηθελημένα, καθώς ο πολιτισμός πολεμιέται και απαξιώνεται θρασύτατα… Υπάρχει μια φράση στο έργο που νομίζω εκφράζει επιτυχημένα τη σκέψη μου για την εποχή μας : «Ο κόσμος σου που τρίζει με ανισορροπεί»… Αν δεν σεισμογραφήσουμε αυτήν την εποχή, τώρα που «τρίζει», πότε θα το κάνουμε;
– Ποιά είναι τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία της σημερινής καθημερινότητας, που σας επηρεάζουν ως καλλιτέχνη;
Στη δουλειά μου πάντα προσπαθώ να πραγματευτώ την πραγματικότητα με ποιητικούς και ανορθόδοξους τρόπους. Να μπορέσω να εντοπίσω την ποίηση στην καθημερινότητα. Δε ξέρω αν είναι χαρακτηριστικά τα στοιχεία της καθημερινότητας που με επηρεάζουν. Συνήθως, με επηρεάζουν αυτά που θέλω να αλλάξω… Δυσκολεύομαι να συσχετιστώ με όλο το θόρυβο που υπάρχει γύρω μου. Θεωρώ το θόρυβο συνώνυμο της ένδειας και για αυτό διανύω μια περίοδο της ζωής μου που οι παραστάσεις μου θέλω να είναι «ήσυχες» και γεμάτες… Με ενοχλούν τα άδεια βλέμματα των ανθρώπων και για αυτό θέλω να τα γεμίσω με όμορφες εικόνες, όχι εντυπωσιακές, αλλά απλές, πρωτότυπες και επιτυχημένες. Με ενοχλεί που αποσιωπούμε το σκληρό γιατί δε θα το «αντέξουμε». Μιλάω για το σκληρό γιατί θέλω να έρθει το τρυφερό…
-Έχετε δηλώσει σε συνέντευξη σας ότι “πιστεύετε σε μια εκκωφαντικά ήσυχη προσωπική αλλαγή”. Αυτός είναι ο δρόμος για μια επανάσταση, που θα βελτιώσει τον κόσμο;
Δεν ήμουν ποτέ υπέρ των μεγαλεπήβολων σχεδίων ή της θορυβώδους επανάστασης. Καταλαβαίνω και σέβομαι απόλυτα την ανάγκη του αίματος που βράζει να αποσυμφορηθεί, την ανάγκη να σταματήσει η βία και η αδικία. Ίσως επειδή γνωρίζω ότι μετά από κάθε επανάσταση, κάποιος πάλι θα γίνει καθεστώς. Δεν αναιρώ καθόλου το ρόλο της και την αναγκαιότητά της. Απλώς, ευεργετούμαι περισσότερο από αυτές τις μικρές προσωπικές αλλαγές. Τι θέλω να πω; Αν ο καθένας από εμάς διευρύνει τα όρια του κόσμου του, η επανάσταση έχει έρθει. Αν δεις τον μετανάστη με άλλο βλέμμα, η αλλαγή έχει έρθει. Αν δεν πληρώσεις για σεξ με μια ανήλικη πόρνη, η αλλαγή έχει έρθει. Αν κοιμήσεις σπίτι σου έναν άστεγο, έχεις αλλάξει τον κόσμο. ‘Η ακόμη, αν χαμογελάσεις στον απέναντι που περνά μια δύσκολη μέρα, ή πιάσεις την κουβέντα με τον γέρο που κάθεται στο παγκάκι μόνος του, έχεις επαναστατήσει. Και είναι τόσο ωραίο που όταν συμβαίνουν αυτά, είναι ησυχία και η ζέστη που νοιώθεις εκεί, στη μέση του στήθους, κρατάει για αρκετές ημέρες…
– Ποιό είναι το μότο που σας χαρακτηρίζει;
Δε ξέρω αν έχω κάποιο συγκεκριμένο μότο. Γνωρίζω ποια είναι η πρόθεσή μου και ο στόχος μου. Στο κομοδίνο μου έχω καρφιτσώσει ένα χαρτάκι με τη λέξη: «Τόλμη» πάνω σε μια παιδική μου φωτογραφία. Αυτό προσπαθώ να κάνω. Να διευρύνω όρια, να αλλάξω οπτικές, να μιλήσω για αυτά που δε μιλάμε, να τολμήσω να υπερβώ εαυτόν κατά κύριο λόγο. Έχω και εγώ τις φοβίες μου, τις ανασφάλειες μου και την αυτολογοκρισία μου με την οποία πρέπει να αναμετρηθώ. Αλλά έχω αυτή τη λέξη εκεί για να μου θυμίζω αυτό το οποίο νομίζω πρέπει να κάνω. Να φωτίζω αλλιώς τα πράγματα, να αμφισβητήσω αγκυλώσεις και συνήθεια. Θα πρόσθετα και τη λέξη «Πίστη». Πίστη στην απόφαση, στον εαυτό μου και στους «όμορφους» άλλους, πίστη σε αυτό που θέλω να συμβεί και όχι αυτό που πρέπει ή θέλουν οι άλλοι να συμβεί. Είμαι εδώ για να ταρακουνήσω τον κόσμο μας. Μάλλον αυτό θέλω να με χαρακτηρίζει. Και αν δε συμβαίνει ήδη, θα το κάνω να συμβεί.
– Ως σκηνοθέτης, προτιμάτε να σκηνοθετείτε έργα που έχετε γράψει ο ίδιος ή έργα άλλων συγγραφέων;
Θέλω να είμαι ανοιχτός στην επιλογή. Και από τις δύο λειτουργίες μαθαίνω πράγματα. Όταν σκηνοθετώ έργο μου, γίνομαι και καλύτερος συγγραφέας και καλύτερος σκηνοθέτης. Το ίδιο συμβαίνει και με έργα άλλων συγγραφέων. Το θέμα είναι πάντα η κινητοποίηση και η συγγένεια που νοιώθεις. Ευτυχώς, δε νοιώθω συγγενικά μόνο με εμένα. Συνομιλητές μου και συνοδοιπόρους όσο και να σας φαίνεται περίεργο νοιώθω και τον Ευριπίδη και τον Πίντερ και τον Τσέχωφ και την Αναγνωστάκη και το Χειμώνα και ταινίες και λογοτεχνικά έργα και μουσικούς και τόσα άλλα ερεθίσματα. Εγώ τους νοιώθω κοντά μου, όσο παράδοξο και αν ακούγεται αυτό…
– Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;
Το σύμπαν της Μπλανς, γόνιμο και ουσιαστικό, με έχει κατακλύσει αυτήν την περίοδο, με αποτέλεσμα να μην εδραιώνω κάποια σαφή απόφαση για την επόμενη επιλογή μου. Φαίνεται πως αποκρυσταλλώνονται, συγγραφικά, κάποιες ιδέες μου για επόμενο έργο και ένα αφηγηματικό κείμενο. Σκηνοθετικά, θέλω πολύ να ασχοληθώ με κάποια κλασικά έργα στην αρχική τους μορφή. Έχω δυο έργα κατά νου που νοιώθω ότι ήρθε η ώρα της συνάντησης, αλλά είναι αρκετά πρώιμο να σας παρουσιάσω τις σκέψεις μου.
info: Η παράσταση Blanche/ Μετεπιβίβαση παίζεται Δε-Τρ 21:00
στο θέατρο Σημείο (Χαριλάου Τρικούπη 4, πίσω από την Πάντειο)