Είδαμε την οπερέτα “Πικ Νικ” στο Μέγαρο: Μια καρδιά που όλους τους χωράει!
Όλοι μια αγκαλιά, λα-λα-λα, λα-λα-λα! Να μας συμπαθάτε για το χαζοχαρούμενο ύφος, που υπό Κ.Σ. θα ντρεπόμασταν να υιοθετήσουμε. Όμως ομολογούμε πως με μια τέτοια διάθεση φύγαμε από το Μέγαρο Μουσικής έχοντας μόλις παρακολουθήσει την οπερέτα Πικ Νικ του Θεόφραστου Σακελλαρίδη.Μετά τον Βαφτιστικό, η Καμεράτα υπέγραψε άλλη μία παραγωγή που μπορεί να κάνει νέους αλλά και συνταξιούχους να καθίσουν δίπλα-δίπλα και να τους προκαλέσει τα ίδια χαμόγελα.από την Αργυρώ ΣταυρίδηΦωτογραφίες: Χάρης Ακριβιάδης
Η υπόθεση του Πικ Νικ περιστρέφεται γύρω από μια περίσταση αρραβώνων στην Αθήνα της belle epoque – οργανώνεται πρόχειρα ένα γεύμα προς τιμήν του ζευγαριού, κατά τη διάρκεια του οποίου εξαιτίας παρεξηγήσεων θα συμβούν πολλά ευτράπελα (αναλυτικότερα, βλ. εδώ). Την αρχική γοητεία του μουσικού μέρους, που περιλαμβάνει το γνωστό vintage χιτ, “Φίλα με” (για τα οποίο σας λέγαμε εδώ), κλήθηκε να πλαισιώσει με ανανεωτικά στοιχεία ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός στην πρώτη του δουλειά για λυρικό θέατρο. Και ανταποκρίθηκε με πλήρη επιτυχία, κυρίως με τα άφθονα μοντέρνα χιουμοριστικά ευρήματα, που περιόριζαν τον όποιο γλυκανάλατο χαρακτήρα της οπερέτας ως είδους. Η διάθεση αυτοσαρκασμού στον τρόπο παρουσίασης ήταν έντονη, χωρίς όμως να “ακυρώνει” ή να μην σέβεται την αξία ενός τέτοιου έργου. Είδαμε λοιπόν μεταξύ άλλων (***SPOILER ALERT***):
Αστείους ερωτιδείς που εμφανίζονται στις σκηνές πάθους και με τις ολόσωμες ιβουάρ φόρμες τους θυμίζουν λίγο τα σπερματοζωάρια του Γούντι Άλεν στο “Όσα θέλατε να ξέρετε για το σεξ αλλά φοβόσασταν να ρωτήσετε”. Ένα εμβόλιμο “Libiamo” (Traviata) σε ελληνική εκδοχή (παρόμοιο gag με το “Libiamo” χρησιμοποιούν και οι Opera Chaotique στις παραστάσεις τους) που λειτούργησε ως “inside joke” για όσους ξέρουν δυό πράγματα από λυρικό θέατρο. Χιουμοριστικές προβολές από κινηματογραφικό υλικό των αρχών του περασμένου αιώνα. Έναν “σιτεμένο” ήρωα να μένει ημίγυμνος αποκαλύπτοντας ένα εντυπωσιακό “six pack“. Κωλοδάχτυλα που έβγαζαν σε ορισμένες σκηνές οι αγανακτισμένες κοκότες (οι “τσαπερδόνες” κατά την παρέα μου). Και γενικά μια εξαιρετική σκηνική δραματουργική επεξεργασία από τον Λιβαθινό και την Έρση Πήττα, που έδινε χρώμα στις ερμηνείες των πρωταγωνιστών κάθε σκηνής, αλλά και όσων βρίσκονταν στο περιθώριο καθεμιάς.
Οι ήρωες παρουσιάστηκαν σαν “καραγκιοζάκια”, φορώντας πάνω από παλιομοδίτικα εσώρουχα, κοστούμια-χαρτοκοπτική σαν αυτά που είχε στην τελευταία σελίδα η Μανίνα. Μια πολύ ωραία έμπνευση της Ελένης Μανωλοπούλου, που σε συνδυασμό με τα δισδιάστατα σκηνικά της, δημιούργησε μια άρτια και ολοκληρωμένη αισθητική ρομαντικού vintage. Μια εικόνα σαν αυτή των παλιών καρτ ποστάλ, στις οποίες η βασική ασπρόμαυρη φωτογραφία χρωματιζόταν επιλεκτικά εκ των υστέρων, και πάνω της προσθέτονταν γκλίτερ, αγγελάκια, τριαντάφυλλα.
Φωνητικά υπήρξαν ανισότητες μεταξύ των τραγουδιστών, αλλά αυτό για μένα δεν είχε καμία σημασία. Αξίζει σε όλους, και στους τραγουδιστές-ηθοποιούς και στην ορχήστρα, ισότιμο μπράβο για μια πολύ όμορφη συνολική δουλειά. Στο φινάλε με τα χαμόγελα και τις υποκλίσεις, η διαίσθησή μου έλεγε πως το διασκέδασαν πραγματικά και ότι αγαπούν πολύ την τέχνη και αυτό που κάνουν.
Και κάτι που πρέπει να αναφερθεί: Οι εγχώριες και διεθνείς επιτυχίες της Καμεράτα αλλά και η ικανότητά της να παρουσιάζει δουλειές που μπορούν να προσελκύσουν και νέους και μεγαλύτερους -ειδικά τους τελευταίους τους έχω έγνοια, θέλω ό,τι τους προσφέρεται σαν προσιτό για την ηλικία τους, να μην είναι ούτε ευτελές ούτε παρωχημένο- επιβεβαιώνουν ότι αξίζει ηθικής και οικονομικής στήριξης, τόσο από πλευράς χορηγών, όσο και από πλευράς κοινού. Όσοι διαθέτετε εκεί το αντίτιμο ενός εισιτηρίου, μπορείτε να είστε σίγουροι ότι αξίζει κάθε ευρώ.