MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΚΥΡΙΑΚΗ
22
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Δόλιε πάπα Ιωάννη…

Προικισμένος με μελαγχολία, πονοκεφάλους, χιούμορ, οξεία παρατηρητικότητα, μονογαμικότητα στα όρια της εμμονής, βαρεμάρα απέναντι στους άθεους που επιμένουν να μιλούν διαρκώς για το Θεό, ο Χανς Σνηρ παρηγόρησε, συγκίνησε κι αφύπνισε πολλούς από εμάς στη δύσκολη περίοδο της ενηλικίωσης. Μας κατέστησε αιωνίως ευγνώμονες στον Μπελ.Από την Αγγελική Ξυνού

author-image Αγγελική Ξυνου

Εικάζω πως ένας από μας είναι κι ο Αργύρης Ξάφης, αφού πάνω στη νουβέλα αυτή, αποπειράθηκε για πρώτη φορά να σκηνοθετήσει κι έστησε μια παράσταση που ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Εμπλούτισε τους αυτοσχεδιασμούς του θιάσου με όλη την εμπειρία του σαν ηθοποιός, επένδυσε στο εικαστικό μέρος φαντασία και πιστότητα στην εποχή της δράσης κι έντυσε την παράσταση με μουσικούς δρόμους παιγμένους σε πιάνο Fender Rhodes, όργανο ταυτισμένο με την αμερικανική jazz, μια προλεταριακή εκδοχή του ακουστικού πιάνου, που λειτούργησε συμβολικά σαν μια ακόμη απόπειρα απεμπλοκής του ήρωα από την κοινωνική τάξη προέλευσής του.

Στο βάθος της σκηνής βεστιάριο και δύο καθρέφτες καμαρινιού πλαισιωμένοι με λάμπες όπου οι ηθοποιοί αλλάζουν ρούχα, μακιγιάζ και ρόλους, όντες ορατοί στο κοινό, εντείνουν την αίσθηση ότι στη ζωή, που δεν είναι άλλο παρά μία φάρσα, οι άνθρωποι κρύβονται πίσω από ρόλους. Έπιπλα που κινούνται πάνω σε ρόδες όπως ο περιοδεύων στη μεταπολεμική Γερμανία Χανς. Μια μπάρα με την επιγραφή Achtung, που πέφτει μπροστά στον ήρωα κάθε φορά που εκείνος προσπαθεί να ξεπεράσει τα επιβεβλημένα από την πατρίδα, την εκκλησία και την οικογένεια όρια.

Η σκηνοθεσία του Ξάφη δεν επικεντρώθηκε στη «συντεχνιακή» ερμηνεία του κειμένου, δεν μίλησε για τα προβλήματα της φύσης και της ζωής του Καλλιτέχνη. Το βάρος έπεσε στην ερωτική ιστορία και τα πολιτικά ζητήματα της ενοχής και της ευθύνης ενός λαού απέναντι στην ανθρωπότητα.

Ο θεατρικός Σνηρ διατηρεί τα παγανιστικά χαρακτηριστικά που του κληροδότησε ο συγγραφέας. Ένα σχεδόν μυθικό ον, μισός προτεστάντης- από τους γονείς του, μισός καθολικός-από τον έρωτά του για τη Μαρί και την αγάπη κι εκτίμηση που τρέφει για τον πατέρα της, έχει ένα μεταφυσικό χάρισμα: «Μυρίζεται» από μακριά, ακόμη κι απ’ το τηλέφωνο, τις ποιότητες των ανθρώπων.

Η νουβέλα που στην ελληνική της μετάφραση από την Τζένη Μαστοράκη αριθμεί 247 σελίδες, καλύπτει αφηγηματικό χρόνο μόλις λίγων ωρών μιας μέρας. Η ροή αυτή ωστόσο, διακόπτεται διαρκώς από τις αναμνήσεις του ήρωα-αφηγητή από την παιδική του ηλικία, τη φρικαλεότητα του πολέμου, τη γνωριμία, τη σχέση και το τέλος της σχέσης του με τη Μαρί. Το πρόβλημα αυτό, του κειμένου που γλιστράει από τα χέρια σαν νερό, λύθηκε δραματουργικά με τα εξής δύο τεχνάσματα: Διατηρήθηκαν οι τηλεφωνικές συνομιλίες του Χανς με τους γνωστούς και τους συγγενείς, με την ισχυρή παρουσία δύο τηλεφωνικών συσκευών της εποχής, σκηνικά αντικείμενα τόσο ισχυρά για τη δράση, όσο το γραμματοκιβώτιο και το περίστροφο στον Ίψεν. Επιπροσθέτως, για να πηγαίνει η μπάλα σε όλες τις περιοχές του γηπέδου, τις αναμνήσεις του τις αφηγούνται συχνά τα πρόσωπα που εμπλέκονται σε αυτές όσο κι ο κλόουν.

Τέσσερις ηθοποιοί κι ο συνθέτης Κορνήλιος Σελαμσής, σε εναλλασσόμενους ρόλους υποδύονται είκοσι δύο πρόσωπα του κειμένου. Η παράσταση στηρίζεται γερά στη διανομή. Η Δέσποινα Κούρτη περνά από τον ένα γυναικείο ρόλο στον άλλο με καθαρότητα και ευστοχία. Κι ενώ ως Μαρί είναι εξαιρετική, κανένα άλλο πρόσωπο απ’ τα τέσσερα που υποδύεται δεν αδικείται. Της αρκεί μια ολιγόλεπτη σκηνή ως νεκρή Ενριέτ Σνηρ για να πει όσα έχουν αναγκαστικά παραλειφθεί από το κείμενο της παράστασης.

Ο Θανάσης Λέκκας στηρίζει τους ρόλους του επιτυχώς πάνω στην κίνησή του, θυμίζοντας ηθοποιό του βωβού κινηματογράφου. Ο Γιώργος Γάλλος υποδύεται τον ιερέα, τον πολιτικό, τον αστυνόμο, γεμίζοντας τη σκηνή με την παρουσία και τη φωνή του. Κυρίως όμως, ερμηνεύοντας τους δύο γονείς (τον μεγαλοβιομήχανο πατέρα του Χανς και τον εκτοπισμένο για τις πολιτικές του πεποιθήσεις πατέρα της Μαρί) μετατρέπεται σε δύο γερές κολώνες που στηρίζουν την παράσταση. Κι ο Δημήτρης Παπανικολάου, είναι ο Χανς Σνηρ. Θυμωμένος, ακέραιος, τραυματισμένος, επίμονος. Όταν κλαίει, από μέσα του γελάει κι όταν γελάει από μέσα του κλαίει, γιατί για τον αληθινό κλόουν αυτές οι δύο καταστάσεις είναι αξεδιάλυτες.

Ο σκηνοθέτης αναγκαστικά από ένα τόσο πυκνό κείμενο διαλέγει τι θα κρατήσει από το πλήθος χαρακτήρων και συμβάντων και τι όχι. Διαλέγει την επίσκεψη του πατέρα στο διαμέρισμα του Χανς, κεφάλαιο που λύνει παλιούς λογαριασμούς μεταξύ των δύο προσώπων. Αφαιρεί την τηλεφωνική συνομιλία του άσωτου γιου με την μητέρα του, αλλά εμφανίζει πάνω στη σκηνή την νεκρή αδελφή του Εριέτα. Ο Ξάφης είναι τόσο πιστός στον Σνηρ όσο θα επιθυμούσαμε, αν ανατρέξει κανείς στο κείμενο θα το διαπιστώσει: Πιστεύω πως οι ζωντανοί είναι νεκροί, και πως οι νεκροί ζουν, αλλά όχι όπως το εννοούν οι προτεστάντες κι οι καθολικοί*.

Η επιλογή του κειμένου αυτή τη χρονική στιγμή υπήρξε καίρια. Θεατές της Αθήνας του μνημονίου, παρακολουθούν τις συνέπειες του 2ου παγκοσμίου πολέμου στη κοινωνία της Γερμανίας και το κάθε άτομο ξεχωριστά. Κράτος, Εκκλησία, υποκρισία, αγιοποίηση, ενοχή, διαπλοκή, γραφειοκρατία, λήθη. Οι ολόσωμοι φορητοί καθρέφτες πάνω στη σκηνή, με μια μικρή μετατόπιση αντανακλούν τους θεατές. Πόσο δύσκολο είναι πράγματι να διαλέξεις, να αφαιρέσεις, να συνθέσεις, από ένα κείμενο τόσο πυκνό. Όσο ακριβώς έπρεπε σε διάρκεια, χωρίς τίποτα να περισσεύει, το κείμενο στα χέρια των συντελεστών δεν αποτελεί πια θεατροποιημένη νουβέλα. Εμπνευσμένη, πρωτότυπη, με στοιχεία κλοουνερί, με μια αύρα από το εμβληματικό Oyster της Inbal Pinto, έγινε ένα καλοκουρδισμένο καρουζέλ, με γρανάζια σκουριασμένα από τα δάκρυα του κλόουν.

Ιnfo: H παράσταση «Οι απόψεις ενός κλόουν» του Χάινριχ Μπελ, σε σκηνοθεσία του Αργύρη Ξάφη παίζεται από Τετάρτη έως Κυριακή στο Εθνικό Θέατρο – Σκηνή Νίκος Κούρκουλος (Αγίου Κωνσταντίνου 22-24 , τηλ. 210 5288170)


*
Χάινριχ Μπελ, Οι απόψεις ενός κλόουν, μτφ. Τζένη Μαστοράκη, Εκδόσεις Γράμματα, 1986, σ.28.

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις