Το Τέταρτο Κουδούνι: Φάουλ. Πολύ χοντρό… ή Πρωχό με άρωμα βόθρου
Προσωπικά, δεν αναφέρθηκα στις σχέσεις του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών και στα μεταξύ τους προβλήματα -που υπάρχουν. Το ‘κρινα άστοχο στις δύσκολες μέρες που περνούν αμφότεροι οι οργανισμοί. Κι επομένως τα παρακάτω δε με αφορούν καθόλου. Αλλά έγραψαν συνάδελφοι. Και υποθέτω -σχετικά μ’ αυτά που ‘γραψαν- πως όπου υπάρχει καπνός, υπάρχει και φωτιά.Γράφει ο Γιώργος Δ.Κ. Σαρηγιάννης
Αυτή, πάντως, η επιστολή-δήλωση μετανοίας που ‘στειλε η Κ.Ο.Α. προς το Μέγαρο και την οποία υπέγραφαν ο καθηγητής Θεόδωρος Φορτσάκης, πρόεδρος του Δ.Σ. του ΕΤΟΣ (που δεν ξέρω ακριβώς τι σημαίνει) της Κ.Ο.Α. κι ο διευθυντής της Βασίλης Χριστόπουλος -και την οποία το Μέγαρο δημοσιοποίησε- μου προκάλεσε αλγεινή εντύπωση. Τουλάχιστον. Ειδικά η πρώτη της παράγραφος: «Με αφορμή ορισμένα πρόσφατα δημοσιεύματα σχετικά με το οικονομικό πρόβλημα του Μεγάρου, ορισμένα από τα οποία ήταν ΙΔΙΑΙΤΕΡΩΣ ΠΡΟΧΕΙΡΟΓΡΑΜΜΕΝΑ και ΚΑΚΟΠΡΟΑΙΡΕΤΑ (τα κεφαλαία δικά μου) και ατυχώς ενέπλεκαν την Κ.Ο.Α. στο ζήτημα […]». Εντάξει, καταλάβαμε. Αλλά πολύ χοντρό φάουλ το βρήκα.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…
Είδα μια απ τις ανοιχτές πρόβες που ‘καναν στο θέατρο «Αλκμήνη» – χωρίς ολοκληρωμένα τα κοστούμια του Τάσου Σωφρονίου, χωρίς φωτισμούς, χωρίς κουίντες, ν’ αλλάζουν οι χορευτές γύρω απ’ τη σκηνή και σίγουρα να μας αποσπούν την προσοχή…: «Wisteria Maiden» απ’ την ομάδα χορού «Apotosoma» του Αντώνη Φωνιαδάκη σε χορογραφία του.
Ο διεθνής μας πια χορευτής και χορογράφος -που ξεκίνησε, παιδί, απ’ την Ιεράπετρα της Κρήτης, την πατρίδα του, και τη μικρή τοπική σχολή χορού για να φτάσει στην Κρατική Σχολή Χορού και, με υποτροφία, στη σχολή χορού του Μορίς Μπεζάρ στην Ελβετία και στη συνέχεια να συνεργαστεί, ως χορευτής αλλά και ως χορογράφος, με μερικά απ’ τα σημαντικότερα ευρωπαϊκά συγκροτήματα και με μερικά απ’ τα πρώτα ονόματα στο χώρο της χορογραφίας-, εμπνευσμένος απ’ το γιαπωνέζικο θέατρο έχει δημιουργήσει, πάνω -και μαζί με- ένα ευφάνταστο, λειτουργικό, απίθανο σκηνικό της Εύας Μανιδάκη, μια σφριγηλή χορογραφία, με δυνατές κορυφώσεις δίνοντας ευκαιρίες σόλο σ’ όλους τους εξαιρετικούς χορευτές του – Nitsan Margaliot, Davide di Pretoro, Ygal Jerome Tsur, David Essing, ο δικός μας Γιώργος Κοτσιφάκης, Pierre Magendie, Armando Disanto, Joan Vercoutere-, μια χορογραφία που θα κάνει πρεμιέρα στις 12 Απριλίου στο Βελιγράδι -αχ, πανέμορφο Βελιγράδι-, στο εκεί Διεθνές Φεστιβάλ Χορού.
Αυτό, το ημιτελές, που είδα με γοήτευσε. Ολοκληρωμένη η χορογραφία -την περιμένουν, μεταξύ άλλων, κι οι φωτισμοί του μάγου Σάκη Μπιρμπίλη-, φαντάζομαι, είμαι σίγουρος πως θα συναρπάζει. Ελπίζω, εύχομαι και πιστεύω πως θα τη ξαναδώ, έτσι, ολοκληρωμένη πια, και στην Ελλάδα -Αθήνα, Καλαμάτα ή όπου αλλού. Νομίζω πως αξίζει.
***
«Ξημερώνει Κυριακή» -τέως «Εξέγερση», τέως «Ο δρόμος» όπως ήταν ο αρχικός τίτλος- στον «Ελληνικό Κόσμο» αλλά… δύσκολο, πολύ δύσκολο το ξημέρωμα. «Δεν με ενημέρωσε κανείς. Χρησιμοποιούν το έργο και τα τραγούδια χωρίς να με ρωτήσουν» να δηλώνει πλήρης οργής, όταν ανακοινώθηκε πως «Ο δρόμος» επανέρχεται στη σκηνή, ο στιχουργός Λευτέρης Παπαδόπουλος που υπογράφει τους στίχους για τα τραγούδια του ονομαστού πια δίσκου του 1969, τα οποία έχει συνθέσει ο Μίμης Πλέσσας, δίσκου ο οποίος το 1970 έγινε και παράσταση θεατρική με τον ίδιο τίτλο και με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο να ‘χει την ευθύνη και του κειμένου. Κι η παραγωγή να δηλώνει, μετά, πως πρόκειται για άλλο κείμενο (!) αλλά με τα τραγούδια του δίσκου και να γράφεται πως ο τίτλος αλλάζει και θα γίνει «Εξέγερση» για να καταλήξει «Ξημερώνει Κυριακή». Και ν’ αλλάζουν τρεις φορές οι υπεύθυνοι επικοινωνίας της παράστασης. Και -το κερασάκι- ν’ αποχωρεί πριν την πρεμιέρα «για προσωπικούς λόγους» η Ρένα Κουμιώτη, το βασικό, μαζί με τον Δημήτρη Μπάση, τραγουδιστικό ατού της παράστασης, κι η μόνη που, ως τραγουδίστρια, τη συνέδεε με το παρελθόν. Κόκαλα είχε… Αλλά, τελικά, η παράσταση ανέβηκε. Άντε, και καλό ξημέρωμα…
***
Έχω πολλά υποστεί ψάχνοντας το καινούργιο και την έκπληξη στα μικρά αυτά θέατρα ή «θέατρα» που φιλοξενούν τις νεανικές ομάδες – και που ορισμένα απ’ αυτά από στέγες που θα στέγαζαν τα όνειρα καλλιτεχνών έχουν εξελιχθεί σε χρυσοτόκους όρνιθες με τα ενοίκια τα οποία ζητάνε οι ιδιοκτήτες -ή οι διαχειριστές τους- που έχουν καταλήξει στυγνοί θεατρικοί επιχειρηματίες -να επιβάλλουν όρους και ν’ αρμέγουν τις κακόμοιρες τις ομαδούλες των παιδιών, στις οποίες κατά συρροήν νοικιάζουν τα «θέατρά» τους, και μπροστά τους οι παλαιοί θεατρώνες τους οποίους θεωρούσαμε μεγάλους εκμεταλλευτές να ωχριούν… Αυτά τα θέατρα, που ξεσηκώνονται επί ποδός, διυλίζοντας τον κώνωπα και καταπίνοντας την κάμηλο, όταν γίνει λόγος για ελέγχους και νέους νόμους οι οποίοι θα διέπουν τη λειτουργία τους, Και που βρίσκουν, βέβαια, πατήματα όταν οι έλεγχοι κι οι νόμοι βρίσκονται στα χέρια παντελώς ασχέτων. Αλλά ας μην επεκταθώ άλλο επί τους θέματος διότι κηρύσσομαι εχθρός του (θεατρικού) λαού…
Έχω, λοιπόν, πολλά υποστεί. Χρόοονια τώρα. Από κακές έως πολύ κακές παραστάσεις -μέχρι να βρω αυτή που θα με ενθουσιάσει και θα δικαιώσει το ψάξιμο και την ταλαιπωρία και θα πω «χαλάλι»-, από βρόμα και των γονέων στον περίγυρο -τοίχοι, πατώματα, οροφές…- εν ονόματι του εναλλακτικού έως ανασκελώματα από καρέκλες τοποθετημένες έτσι, όπως λάχει, πάνω σε επίφοβα πατάρια, από τουρτούρισμα, με αερόθερμα παρά πόδας και κουβερτούλες για να τυλιχτούμε μην πουντιάσουμε, έως κλειστοφοβικά σύνδρομα καθώς παρατηρώ τα εύφλεκτα υλικά με τα οποία είναι στημένες αυτές οι αίθουσες ή τις ανύπαρκτες εξόδους κινδύνου, που να λέω μέσα μου «άμα μου λάχει η φωτιά ή ο σεισμός ή ο πανικός από πού πηδάω;». Αλλά να μπω για προχώ παράσταση σε προχώ θεατρικό χώρο και να βρομάει ο βόθρος -ή οι ληγμένες αποχετεύσεις;- στην αίθουσα μέχρι τέλους της παράστασης -δηλαδή περί μπόχας σας ομιλώ, με το χέρι να φράζω τα ρουθούνια…- δεν μου ‘χε ξανατύχει. Αφού αναρωτήθηκα μήπως ήταν εύρημα σκηνοθετικό… Πάντως, ένα προχώρημα στις σχετικές εμπειρίες μου, ναι, ήταν. Αλλά όλα συνηθίζονται πια στην τόοοοσο ανεκτική κοινωνία μας -και τη θεατρική και τη δημοσιογραφική. Ειδικά τώρα, εν ονόματι της κρίσης.
***
Δε θυμάμαι τι ακριβώς είχα γράψει όταν πρωτόδα την «Τρελοβγενιώ» το 2003 στην Αθήνα, απ’ την ομάδα «Στιγμή» -στο θέατρο «Βασιλάκου» δεν ήτανε; Θυμάμαι, όμως, ακόμα τη συγκίνησή μου. Απ’ το κείμενο της Ινές Κανιατί που διασκεύασαν για το θέατρο η Μαρία Τσιμά κι ο Γιάννης Αναστασάκης ο οποίος υπέγραφε και τη σκηνοθεσία. Κι απ’ την παράσταση. Αλλά, πάνω απ’ όλα, απ’ την ερμηνεία αυτής της ΕΞΟΧΗΣ ηθοποιού, της Μαρίας Τσιμά, που δίνει σάρκα και αίμα και ψυχή στο πλάσμα αυτό το πολύπαθο. Και θυμάμαι πως δεν είδα μόνο μια φορά την παράσταση…
Αυτή η παράσταση, στην τρίτη της εκδοχή, μ’ αυτήν την ΗΘΟΠΟΙΟ -και με τον Γιάννη Καραμφίλη, τώρα, πλάι της- παρουσιάζεται στην Θεσσαλονίκη, ως παραγωγή πια του ΚΘΒΕ, στο Μικρό Θέατρο της Μονής Λαζαριστών. Μέχρι τις 16 Μαρτίου. Αν μένετε Θεσσαλονίκη ή αν βρεθείτε στην πόλη, θα σας έλεγα να μη τη χάσετε την «Τρελοβγενιώ». Θα με θυμηθείτε.
***
Ευάγγελος Βενιζέλος: «Ήρθε η σειρά του κράτους να βοηθήσει τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη». Καλόοοοοοο…
Οι δημοτικές/περιφερειακές εκλογές και οι ευροεκλογές για τις 25 Μαΐου δεν ορίστηκαν; (Τώρα ποιοι τα χάφτουν αυτά, άλλο θέμα…).
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…
***
Και μια διευκόλυνση: Αν κάτι ψάχνετε που αναρτήθηκε στην παρούσα ιστοσελίδα στο παρελθόν, αναζητήστε πάνω-πάνω, στη δεξιά στήλη, το Search. Βάλτε μέσα στο λευκό κουτάκι, που ‘ναι ακριβώς πλάι, μια λέξη ή κάποιες λέξεις απ’ αυτό που ζητάτε, κάντε κλικ πάνω στο Search και θα σας βγάλει όλες τις αναρτήσεις στις οποίες περιλαμβάνεται το στοιχείο αυτό.
Περισσότερα κείμενα του Γιώργου Δ.Κ. Σαρηγιάννη, στο προσωπικό του blog, “Το Τέταρτο Κουδούνι“