Κώστας Μπερικόπουλος: Αγαπώ τους ανθρώπους, αλλά με απογοητεύουν!
Στη δουλειά του ηθοποιού η πείρα είναι πολύ σημαντική. Αυτό παραδέχεται ενας ιδαίτερα προικισμένος ηθοποιός, ο Κώστας Μπερικόπουλος. Ο 53χρονος ηθοποιός έχει στο ενεργητικό του μια σημαντική διαδρομή στο θέατρο, σε πολύ σημαντικές παραστάσεις και ρόλους και οπωσδήποτε η πείρα δεν είναι κάτι που του λείπει. Μαζί με την πείρα, όμως, έρχεται και μια διαφορετική αίσθηση ευθύνης σε σχέση με το επάγγελμά του, όπως ομολογεί. Συνέντευξη στον Γιώργο Σμυρνή
Τα τελευταία δύο χρόνια τον είδαμε στο πολυσυζητημένο Mistero Buffo του νομπελίστα Ντάριο Φο σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου. Και φαίνεται πως οι Ιταλοί συγγραφείς του πηγαίνουν πολύ, καθώς αυτή την περίοδο πρωταγωνιστεί και στο “‘Ετσι είναι, αν έτσι νομίζετε”, του Λουίτζι Πιραντέλο, που ανεβαίνει στη Σκηνή του Εθνικοή σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά.
Με αφορμή την παράσταση στο Εθνικό, ο Κώστας Μπερικόπουλος μάς μιλά για τη σχέση του με τον Πιραντέλο, αλλά και για την “πιραντελική”, όπως τη χαρακτηρίζει, απογοήτευση που του προκαλούν οι άνθρωποι (κυρίως με αυτούς που ψηφίζουν). Μας λέει ακόμα ότι θαυμάζει τους νέους ηθοποιούς, για το ταλέντο και τον “τσαμπουκά”, που έχουν, ενώ θεωρεί ότι η δική του γενιά ήταν πιο φοβισμένη.
Μιλήστε μου για το ρόλο σας στην παράσταση
Θα έλεγα ότι ο Λαουντίζι, ο χαρακτήρας που ερμηνεύω είναι ένα “ζιζάνιο”. Έχει μια κατάσταση ανθρώπων μπροστά του, την οποία σχολιάζει, πυροδοτεί και χειραγωγεί. Λέει κάτι ο Μολιέρος στον Δον Ζουάν πολύ σωστό: «Αν δείξεις σε έναν άνθρωπο πόσο μέτριος είναι, τον κάνεις δυστυχισμένο». Θεωρώ ότι πρέπει να είμαστε πολύ ανεκτικοί με τους γύρω μας. Αυτό είναι που δεν κάνει ο Λαουντίζι που είναι δηκτικός και γι’ αυτό και γίνεται αντιπαθητικός. Παρ’ όλ’ αυτά οι άλλοι τον έχουν ανάγκη, γιατί δίνει λύσεις.
Γενικά ποια είναι η σχέση σας με τον Πιραντέλο;
Όταν ήμουν πολύ νέος ηθοποιός στο ΚΘΒΕ, ένα από τα πρώτα έργα που έπαιξα, ήταν το «6 πρόσωπα ζητούν συγγραφέα» του Πιραντέλο. Από τότε έχω, για πολλούς και πολύ προσωπικούς λόγους, δεσμούς με τον κύριο Πιραντέλο.
Σας έχει τύχει στην πραγματική ζωή, ο καθένας να ερμηνεύει τελείως διαφορετικά την ίδια κατάσταση, όπως γίνεται στο «Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε;»
Πάντα συμβαίνει αυτό. Να πω ένα παράδειγμα. Έτυχε μια μέρα να δω ειδήσεις και έπεσα πάνω σε μια συνέντευξη από έναν υποψήφιο δήμαρχο. Τον κύριο Σπηλιωτόπουλο, ο οποίος όταν ρωτήθηκε για τα σχέδιά του για την Αθήνα, είπε μεταξύ άλλων ότι θα προσπαθήσει να λύσει την παραβατικότητα στην πόλη φωτίζοντας την με λαμπτήρες εξοικονόμησης ενέργειας… Αν φωταγωγήσει, λοιπόν, την Αθήνα θα σταματήσουν οι άνθρωποι να σκοτώνουν ο ένας τον άλλο, να παίρνουν και να πουλάνε ναρκωτικά… Νομίζω ότι αυτό έχει μεγάλη σχέση με το έργο του Πιραντέλο.
Γιατί τα έργα του Πιραντέλο παίζονται σπάνια στο ελληνικό θέατρο;
Μάλλον γιατί είναι πολυπρόσωπα και δεν είναι τόσο εύκολο να ανεβούν στο ιδιωτικό θέατρο.
Είναι αλήθεια ότι η παράνοια της γυναίκας του Πιραντέλο τον επηρέασε στο έργο του;
Έχω διαβάσει σε διάφορες πηγές κάτι που μάλλον ισχύει. Ο Πιραντέλο είχε μια γυναίκα, που ήταν τρελή. Ο κόσμος υποστήριζε ότι αυτός την τρέλανε με τις θεωρίες του. Και πολύς κόσμος θεωρούσε ότι αυτός ήταν ο τρελός και όχι η γυναίκα του. Σε απάντηση λοιπόν αυτών των ισχυρισμών φαίνεται πως έγραψε το «Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε».
Πώς είναι να σας καθοδηγεί ένας σκηνοθέτης τόσο νεότερος σας, όπως ο Δημήτρης Καραντζάς;
Εγώ, έτσι κι αλλιώς, είμαι υπέρ του σκηνοθέτη. Για μένα ο σκηνοθέτης ιεραρχικά είναι πάνω από όλους και έχω μάθει να «υπακούω» σε αυτό που μου ζητάει. Από εκεί και πέρα, το πώς θα το κάνω, είναι μια άλλη ιστορία. Αν έχω αντίρρηση με τον σκηνοθέτη, απλά αποχωρώ από τη δουλειά. Πάντως, σχετικά με τον Δημήτρη Καραντζά πρέπει να πω ότι δουλεύει πολύ καλά το λόγο. Μπορεί να βγάλει μία κατάσταση ή έναν ρόλο, από την εκφορά του λόγου. Και είμαι εντυπωσιασμένος πως ένας τόσο νέος σκηνοθέτης (26 χρονών) έχει μια μεγάλη θεατρική πείρα και μια μεγάλη πείρα ζωής.
Πόσο σημαντική είναι η πείρα για έναν ηθοποιό;
Το να είσαι ηθοποιός είναι ένα δύσκολο επάγγελμα, που θέλει πείρα, όχι μόνο πάνω στη δουλειά, αλλά και πείρα ζωής. Η πείρα ζωής βοηθάει στο να καταλάβεις με έναν διαφορετικό τρόπο από ό,τι ένας νέος άνθρωπος το συγγραφέα. Αλλάζει και ο τρόπος της έκθεσης, όταν μεγαλώνεις. Έχεις άλλη ευθύνη, πιο συγκεκριμένη, απέναντι στην ίδια τη δουλειά.
Υπάρχουν όμως και νέοι ηθοποιοί, που δεν έχουν πείρα αλλά είναι πολύ καλοί. Αυτό που οφείλεται;
Στο ταλέντο. Επίσης εξαρτάται από το πόσο τολμηροί είναι. Ένας πολύ σημαντικός παράγοντας είναι –με την καλή έννοια- η φιλοδοξία.
Έχετε παίξει και σε κωμωδίες και σε δράματα; Ποιο είδος σας «πηγαίνει» περισσότερο;
Μου αρέσουν και τα δύο. Δεν μπορώ να το ξεχωρίσω. Η κωμωδία έχει το θετικό ότι καταλαβαίνεις αμέσως αν αυτό που κάνεις επικοινωνεί με το κοινό. Με το δράμα το νιώθεις, αλλά δεν υπάρχει η ίδια άμεση αντίδραση.
Τι είναι αυτό που σας χαρακτηρίζει τον τελευταίο καιρό;
Είναι λίγο πιραντελικό αυτό που θα πω. Είμαι λίγο δυσαρεστημένος από τους ανθρώπους. Αγαπώ πολύ τον άνθρωπο, εν αντιθέσει με τον ρόλο μου, τον Λαουντίζι, που τον κεντρίζει πάρα πολύ. Και εγώ το κάνω στη ζωή μου, αλλά με χιούμορ. Αλλά κάποιες στιγμές απογοητεύομαι πολύ από τους ανθρώπους.
Γιατί;
Δεν θέλω να πολιτικοποιήσω την κουβέντα, γιατί δεν είμαι πολιτικοποιημένος. Αλλά ντρέπομαι που είμαι σε μια χώρα, που έχει Υπουργό Υγείας τον Άδωνι Γεωργιάδη. Ειλικρινά το λέω. Το ότι εκλέχτηκε αυτός ο άνθρωπος και βρίσκεται σε μια τόσο κρίσιμη θέση, οφείλεται στο ότι κάποιοι τον έχουν ψηφίσει. Και είμαι σίγουρος ότι ο λόγος που τον ψήφισαν οι περισσότεροι είναι γιατί τον είδαν στην τηλεόραση να πουλάει βιβλία. Δεν είναι γιατί είχε κάποιο πολιτικό όραμα. Ε, λοιπόν αυτό δεν δημιουργεί απογοήτευση σε σχέση με τους ανθρώπους;
Πώς κρίνετε την κατάσταση σήμερα στο θέατρο;
Πάρα πολύ καλή! Δεν νομίζω να υπάρχει άλλη χώρα στον κόσμο με τόσες πολλές παραγωγές. Μέσα από τις τόσες παραγωγές σίγουρα θα βγουν πράγματα μεγάλης αξίας. Είναι και δύσκολα, βέβαια. Όλες αυτές οι παραγωγές δεν σημαίνει ότι λειτουργούν επαγγελματικά. Οι άνθρωποι δουλεύουν και δεν αμείβονται. Ωστόσο πιστεύω πάρα πολύ στους νέους. Εντυπωσιάζομαι από τους νέους ηθοποιούς, έχουν ένα θράσος κι έναν τσαμπουκά κι είναι στην πλειοψηφία τους και πάρα πολύ καλοί ηθοποιοί.
Βλέπετε διαφορές στους νέους ηθοποιούς, σε σχέση με τους ηθοποιούς της γενιάς σας;
Θεωρώ ότι ανήκω σε μία γενιά που ήμασταν κάπως πιο φοβισμένοι. Οι δάσκαλοί μας, μάς είχαν δημιουργήσει ένα δέος του τύπου «αυτό το έχει παίξει ο τάδε» κι είναι απλησίαστο. Κυρίως με Έλληνες ηθοποιούς. Ένα δέος, ίσως καλώς εννοούμενο, αλλά που άφηνε κι ένα φόβο από πίσω του. Γιατί λέγανε στην εποχή μου: «Μα πώς θα τολμήσει να παίξει αυτό το ρόλο, αφού τον έχει παίξει ο τάδε». Γιατί, απαγορεύεται; Ο συγγραφέας δεν έγραψε το έργο για να το παίξει ένας μόνο. Στους νέους σήμερα δεν υπάρχει αυτό. Υπάρχει ένας ενθουσιασμός και μία δεκτικότητα, του τύπου «πάμε να το κάνουμε»!
Μήπως βοήθησε στην υπέρβαση αυτού του φόβου το μεταμοντέρνο θέατρο και η αποδόμηση;
Δεν αποκλείεται. Βέβαια, όλο αυτό έχει χάσει λίγο τον μπούσουλα, καθώς στο όνομα αυτής της αποδόμησης, πολλές φορές αυτό που προκύπτει είναι ένα ακαταλαβίστικο πράγμα. Αλλά και αυτό θα βρει το δρόμο του και κάποια στιγμή θα εξελιχθεί. Επίσης, έχω ένα θέμα, όταν κάποιος παίρνει ένα κλασικό κείμενο και του αλλάζει τα φώτα. Εκεί, έχω μεγάλη διαφωνία. Αν θέλεις να κάνεις κάτι διαφορετικό, γράψε κάτι μόνος σου. Αν θέλεις πραγματικά να κάνεις ένα εγχείρημα πάνω σε ένα κλασικό κείμενο, κράτα το ατόφιο και προσπάθησε να το αποκωδικοποιήσεις με έναν άλλο κώδικα. Δεν το λέω με την έννοια ότι το κείμενο είναι ιερό. Το λέω σαν βαθμό δυσκολίας. Πολλές φορές αυτή η αποδόμηση βγαίνει μέσα από μια ευκολία και από μια αγνωσιά. Δεν ξέρουμε τι θα το κάνουμε, ας το κάνουμε έτσι.
Τα επόμενα σχέδια σας ποια είναι;
Υπάρχει στα σκαριά μια καλοκαιρινή περιοδεία για τα «Παντρολογήματα» του Γκόγκολ μαζί με τον Γιάννη Μπέζο.
Το Mistero Buffo τελείωσε;
Δεν ξέρω αν τελείωσε οριστικά. Αλλά επειδή όλοι οι συντελεστές είμαστε σκόρπιοι σε διάφορες δουλειές, δεν είναι εύκολο να βρούμε κοινές μέρες και ώρες ώστε να το επαναλάβουμε…
Info: H παράσταση “Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε“ του Λουίτζι Πιραντέλλο παίζεται στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου έως τις 23 Μαρτίου 2014