Βαγγέλης Μουρίκης: Η ταινία «Το μικρό ψάρι» ζει μέσα στην ελληνική κοινωνία του σήμερα!
Δύσκολα θα μπορούσε να βρει κανείς ηθοποιό πιο αφοσιωμένο στον κινηματογράφο από τον Βαγγέλη Μουρίκη. Σε όλη του την καριέρα δόθηκε στο σινεμά, κάνοντας μόνο ταινίες, ενώ δεν ασχολήθηκε ούτε με την τηλεόραση, ούτε με το θέατρο. Και ο αγαπημένος του ηθοποιός, άλλωστε, ο Τζων Κασσαβέτης, είναι ένας κινηματογραφικός ηθοποιός (και σκηνοθέτης). Πώς είναι όμως για έναν ηθοποιό να ζει μόνο από τον κινηματογράφο; «Είναι δύσκολα», απαντάει με ειλικρίνεια ο Βαγγέλης Μουρίκης.Συνέντευξη στον Γιώργο Σμυρνή
Τα τελευταία χρόνια συνεργάζεται σταθερά με τον σκηνοθέτη Γιάννη Οικονομίδη («Μαχαιροβγάλτης», «Ψυχή στο στόμα») και δεν θα μπορούσε να λείπει από την νέα ταινία «Το μικρό ψάρι», όπου ερμηνεύει έναν επαγγελματία δολοφόνο, ο οποίος διασχίζει έναν δικό του δρόμο ηθικής κάθαρσης μέσα στη σήψη της ελληνικής κοινωνίας. Η ταινία, η οποία έχει χαρακτηριστεί και ως «μεσογειακό νουάρ» προβλήθηκε στο φεστιβάλ Βερολίνου, ενώ βγαίνει στους ελληνικούς κινηματογράφους από τις 27 Μαρτίου.
Με αφορμή «Το μικρό ψάρι» ο Βαγγέλης Μουρίκης μας μιλάει για την ταινία και τη νέα συνεργασία του με τον Γιάννη Οικονομίδη. Επίσης, μας εξηγεί τους λόγους για τους οποίους παραμένει αφοσιωμένος στο σινεμά…
-Γιατί η ταινία έχει τον τίτλο «Το μικρό ψάρι»;
Γιατί ο ήρωας της ταινίας είναι ένα μικρό ψάρι, το οποίο κινείται ξαφνικά σε νερά αρκετά βαθιά ή δύσκολα γι΄αυτόν.
-Πώς ήταν η νέα συνεργασία σας με τον σκηνοθέτη Γιάννη Οικονομίδη;
Η συνεργασία με τον Γιάννη πάντα κρύβει πολλές εκπλήξεις. Ο Γιάννης έχει έναν τρόπο να πλησιάζει τα σενάριά του και τον κινηματογράφο του κι εσύ πρέπει να είσαι μαζί του σε αυτή την προσπάθεια. Καθένας που συμμετέχει στην ταινία, είτε ηθοποιός, είτε τεχνικός, είτε οτιδήποτε άλλο, πρέπει να μπορεί να αντεπεξέλθει στα ζητούμενα αυτού του σκηνοθέτη.
-Πώς υποδέχθηκαν στο φεστιβάλ του Βερολίνου την ταινία;
Η ταινία στο Βερολίνο πήγε πολύ καλά. Είχε μια προβολή στην μεγάλη αίθουσα, με παρουσία πολλών ατόμων, οι οποίοι τη δέχθηκαν με πολύ καλό τρόπο. Είχαν πράγματα να πουν για την ταινία, τους ήρωες, την ιστορία. Φυσικά είναι μεγάλη τιμή, που μας κάλεσαν σ’ ένα τόσο σπουδαίο φεστιβάλ, στο οποίο πολύς κόσμος ενημερώνεται για τα κινηματογραφικά ζητήματα.
-Η ταινία είναι φιλμ νουάρ;
Κατά ένα τρόπο είναι νουάρ, λόγω της ατμόσφαιράς της, του κόσμου και του χώρου μέσα στα οποία κινείται. Δεν υπάρχει, όμως, στην ταινία μας ένα βασικό στοιχείο του νουάρ, η μοιραία γυναίκα. Στο νουάρ το αντικείμενο, γύρω από το οποίο όλα κινούνται, είναι η μοιραία γυναίκα. Στη δική μας ταινία είναι διάφορα τα θέματα, που κινητοποιούν τη δράση. Είναι μία τρύπα, που σκάβεται, για να γίνει μία απόδραση, είναι μια ζωή, την οποία κάποιος θέλει να σώσει.
– Ο κεντρικός χαρακτήρας, αν και δολοφόνος, από κάποια στιγμή λειτουργεί σαν τιμωρός των ανήθικων. Τιμωρεί όμως όλους όσους θα έπρεπε;
Έτσι γίνεται και στη ζωή. Κάποιοι θα την γλιτώσουν και κάποιοι όχι. Αλλά μην είσαι σίγουρος ότι αυτοί που τώρα τη γλιτώνουν, θα τη γλιτώσουν και για πάντα. Δίπλα από αυτούς τους ανθρώπους, κινείται ένας ολόκληρος κόσμος. Έτσι όπως έχει ανοίξει το σενάριο της ταινίας, δείχνει στο θεατή ότι μαζεύονται αρκετοί άνθρωποι του υποκόσμου, πέρα από τον κεντρικό ήρωα, για να συζητήσουν ένα πρόβλημα: το ότι κάποιοι, που έκαναν κάτι κακό, σώζονται. Μην είσαι σίγουρος ότι κάποιος από όλους αυτούς, κάποια στιγμή δεν θα ψάξει την εκδίκηση. Μπορεί ο κεντρικός χαρακτήρας, λόγω των επιλογών του, να έχει πάρει άλλους δρόμους. Όμως κάποιοι άλλοι περιμένουν.
-Η ταινία απεικονίζει την ελληνική κοινωνία του σήμερα;
Δεν ξέρω αν η ταινία απεικονίζει την σημερινή ελληνική κοινωνία. Πάντως, η ταινία ζει μέσα στην ελληνική κοινωνία του σήμερα.
-Είχατε προβλήματα με την αστυνομία σε κάποια ταινία σας;
Όταν κάναμε τα γυρίσματα του «Μαχαιροβγάλτη» πάλι με τον Γιάννη Οικονομίδη, κινούμασταν σε περίεργους χώρους, που δεν τους ξέραμε κι εμείς καλά. Και εκεί υπήρχε αρκετός έλεγχος, για το ποιος είναι τι, υπήρξε ένα περιστατικό ελέγχου από την αστυνομία. Αλλά ήταν ειδική περίπτωση, λόγω των χώρων, όπου γίνονταν τα γυρίσματα της ταινίας αυτής.
-Γιατί παίζετε συνήθως σκληρούς ρόλους;
Δεν ξέρω ποιοι είναι σκληροί ρόλοι. Θέλω να πω: Ο ρόλος του Στράτου είναι πιο σκληρός από το ρόλο του Πετρόπουλου; Υπάρχει μια σκληρή πραγματικότητα εκεί έξω και οι σεναριογράφοι, όταν αντλούν τα θέματα τους από αυτή την πραγματικότητα επηρεάζονται. Στα σενάρια αυτά κάποιοι ρόλοι έχουν τα δικά τους χαρακτηριστικά, τα οποία πιθανόν να είναι σκληρά, αποτρόπαια, αλλά να είναι και καλά. Όμως, υπάρχουν και πολλές ταινίες, στις οποίες έχω παίξει, όπου οι πρωταγωνιστές δεν είναι εγκληματίες. Στο Attenberg, στον «Βασιλιά», στο «Ψυχή Βαθιά» δεν παίζω τέτοιους ρόλους.
-Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας ηθοποιοί;
Ο ηθοποιός, τον οποίο πραγματικά εκτιμώ και ο οποίος έχει φύγει από τη ζωή είναι ο Τζον Κασσαβέτης. Ήταν και σκηνοθέτης και ηθοποιός και κάλυπτε όλη την υποκριτική γκάμα.
-Μπορεί ένας ηθοποιός σήμερα να ζήσει κάνοντας μόνο σινεμά;
Νομίζω πως είναι δύσκολα.
-Εσείς γιατί δεν κάνατε θέατρο ή τηλεόραση;
Μου αρέσει να αφοσιώνομαι και να αφιερώνω το χρόνο μου σε κάτι συγκεκριμένο και όχι να ανοίγομαι σε πολλά διαφορετικά πράγματα. Αφήνω άλλους χώρους όπως το θέατρο και η τηλεόραση και ασχολούμαι περισσότερο με το σινεμά, που και μου αρέσει και με εκφράζει. Μου αρέσει αυτή η δυναμικότητα που έχει το αποτέλεσμα μίας ταινίας, όταν βγαίνει στη μεγάλη οθόνη.
-Μήπως σας επηρεάζει και το γεγονός ότι μια κινηματογραφική ταινία θα μείνει στο χρόνο, ενώ μια θεατρική παράσταση, τελειώνει όταν σταματούν οι ηθοποιοί να την παίζουν;
Και μια θεατρική παράσταση και μία ταινία θα μείνουν στο χρόνο. Ισχύει βέβαια ότι μια παράσταση, που άφησε ιστορία, οι νεότεροι δεν μπορούν να την δουν. Όμως και μια μεγάλη ταινία, μπορεί μετά από χρόνια να μην μπορείς να την δεις. Μπορεί να φθίνει μέσα στο χρόνο. Αλλά δεν παύει να είναι μια μεγάλη ταινία στην στιγμή της. Όπως και μία μεγάλη παράσταση, στη στιγμή της είναι μια μεγάλη παράσταση. Και μια μεγάλη ταινία και μια μεγάλη παράσταση, αφήνουν πίσω τους ένα μύθο, ο οποίος συνεχίζει να υπάρχει.
-Πώς βλέπετε την κατάσταση στον ελληνικό κινηματογράφο αυτή την περίοδο;
Το ελληνικό σινεμά σήμερα έχει μπει σε μια ρότα πολύ δημιουργική και πολύ καλή. Έχω την εντύπωση ότι κερδίζει έδαφος συνεχώς έξω από την Ελλάδα. Και καλό θα ήταν να βοηθηθεί και από τους θεατές αυτή η προσπάθεια. Να μην πηγαίνουν μόνο οι ταινίες καλά έξω, αλλά να υπάρχουν και θεατές στην Ελλάδα που να παρακολουθούν τι συμβαίνει σε αυτόν τον χώρο. Ο χώρος αυτός έχει πολλές απαιτήσεις και χρειάζεται τη συμπόρευση των θεατών, που είναι και οι άνθρωποι, για τους οποίους δημιουργείται μία ταινία.
-Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;
Αυτή τη στιγμή, προσπαθώ να δω ποια άλλη ταινία μπορεί να γίνει. Επίσης, προσπαθούμε με το Νίκο Γραμματικό, με τον οποίο έχουμε συνεργαστεί σε πολλές ταινίες, να τελειώσουμε μία ταινία. Είναι μια δική μας προσέγγιση της «Μήδειας», με τίτλο «Κρείσσων των εμών βουλευμάτων». Θα είναι σαν ντοκιμαντέρ, το οποίο ακουμπάει και στο μύθο της Μήδειας. Εξετάζει πώς ο μύθος αυτός αγγίζει μια γυναίκα ή έναν άντρα σήμερα και αν έχει πράγματα να μας διδάξει.
Η ταινία «Το μικρό ψάρι» βγαίνει στις αίθουσες στις 27 Μαρτίου από τη Feelgood