MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΔΕΥΤΕΡΑ
23
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Για να σε χειροκροτούμε καλύτερα…

“Η Κοκκινοσκουφίτσα ήταν η πρώτη μου αγάπη. Ένιωθα ότι αν μπορούσα να την παντρευτώ, θα γνώριζα την τέλεια ευτυχία.”Charles Dickens Από την Αγγελική Ξυνού

author-image Αγγελική Ξυνου

Η Κοκκινοσκουφίτσα, όπως άλλωστε και τα περισσότερα παραμύθια, υπάρχει σε αναρίθμητες παραλλαγές, με επικρατέστερη στις μέρες μας αυτή των αδελφών Grimm, όπου ο κυνηγός σώζει τη γιαγιά και την εγγονή ανοίγοντας την κοιλιά του κοιμισμένου λύκου και βγάζοντας ξανά στο φως της ζωής τα δύο άτυχα πρόσωπα. Προφανώς υπάρχει κάποια σύνδεση με τον μύθο του Κρόνου που τρώει τα παιδιά του, αλλά αυτά καταφέρνουν να ξαναγεννηθούν για να κυριαρχήσουν στον κόσμο σαν θεοί.

Στην εκδοχή του Perrault, ο λύκος συναντά το κοριτσάκι στο δάσος και το ρωτά τον προορισμό του. Στη συνέχεια, τρέχοντας φτάνει νωρίτερα από το παιδί στο σπίτι της άρρωστης γιαγιάς, την καταβροχθίζει, ξαπλώνει στο κρεβάτι της, και περιμένει έτσι την εγγονή. Όταν το κοριτσάκι φτάνει στο σπίτι, ο λύκος της ζητά να ξαπλώσει μαζί του κι η κοκκινοσκουφίτσα, νομίζοντας ότι ο λύκος είναι η γιαγιά της, γδύνεται (!), ξαπλώνει και παραξενεμένη από την ανατομία της υποτιθέμενης γριούλας κάτω από τα σκεπάσματα, αρχίζει τις πασίγνωστες πια ερωτήσεις. Στην τελευταία ερώτηση του παιδιού, “γιατί έχεις τόσο μεγάλα δόντια,” ο λύκος απαντά “για να σε φάω καλύτερα”, και λέγοντας αυτά τα λόγια, ο λύκος ρίχτηκε στην Κοκκινοσκουφίτσα και την καταβρόχθισε. Στην αρχική εκδοχή του Perrault, το παραμύθι συνεχίζει και τελειώνει με ένα ηθικοπλαστικό ποιηματάκι για τα κοριτσάκια που δεν πρέπει να ακούνε όλων των ειδών τους ανθρώπους, αλλιώς κινδυνεύουν σοβαρά.

kokinoskoufitsa A 002 gal.jpg

Στη σκηνοθεσία της Λένας Κιτσοπούλου, ο λύκος δεν είναι το πιο επικίνδυνο πρόσωπο που μπορεί κανείς να συναντήσει, γιατί υπάρχει κι η μητέρα,τέρας απειλητικότερο από το τέρας- και δεν πειράζει που το ζώο θα φάει το κοριτσάκι, αλλά που αυτό θα συμβεί για χιλιοστή φορά και με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Η Κοκκινοσκουφίτσα, όπως και όλα τα παιδιά, κι όλοι οι ενήλικες που πασχίζουν να διατηρήσουν ανέπαφο το παιδί μέσα τους, δεν κινδυνεύουν από το Θάνατο, γιατί αυτός είναι η μόνη βεβαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, αλλά από τη βαρεμάρα και τα κλισέ.

Το σκηνικό της παράστασης (Έλλη Παπαγεωργακοπούλου) είναι η πρώτη παγίδα που στήνει η σκηνοθέτιδα στο παραμύθι: Μια τομή κουζίνας, με ανακατεμένα στοιχεία αισθητικής κουκλόσπιτου, παιχνιδιού kinder, και μαμαδίστικης φορμάικα της δεκαετίας του ’70. Ξεκινάει με την αρχή των συμπληρωματικών χρωμάτων: Πάνω στον πράσινο βεραμάν καμβά του σκηνικού, το αίμα θα “βάψει” καλύτερα. Καπιτονέ ύφασμα για την ποδιά της μαμάς και το σκουφί της ηρωίδας που τις μεταμορφώνει σε πάνινες κούκλες. Πάνω στη σκηνή η Κοκκινοσκουφίτσα καθισμένη, κοιμισμένη, βαριεστημένη.

kokinoskoufitsa1
Και τώρα, η παράσταση αρχίζει, το νήμα της ιστορίας ξετυλίγεται, κυλάει, μπερδεύεται, γίνεται κόμποι. Άλλοι ξεμπλέκονται, άλλοι μένουν όπως είναι, άλλοι κόβονται σαν γόρδιος δεσμός. Μια ηθοποιός που υποδύεται την ταξιθέτρια εμφανίζεται σαν Πρόλογος του Κρητικού θεάτρου. Ξεσπάει, φωνάζει, κατακεραυνώνει το κοινό. Μας ξεμπροστιάζει, είναι η πρώτη που υπονομεύει τη θεατρική σύμβαση.

Ακολουθεί ένας κυνηγός ξυρισμένος, με βλάχικη ομιλία και καραμπίνα στο χέρι– γνωστή φυσιογνωμία του σύγχρονου ελληνικού τοπίου, μας εξηγεί το ρόλο του χωρίς να βγαίνει από αυτόν. Μια Σταχτοπούτα που ψάχνει το σωστό νούμερο παπούτσι κι όχι το άλλο της μισό, μια μαμά που συμβουλεύει την κόρη της να “κάτσει στ’ αυγά της”, να κάνει σαν να μη συμβαίνει τίποτα όταν συμβαίνουν πολλά, να μην ζητά την ανατροπή, ν’ ακολουθήσει την ασφαλή πεπατημένη. Ένα τηλεφώνημα από τη Χιονάτη. Ένας αιμομίκτης υποτιθέμενος αδελφός που υποκύπτει σε παρενδυτικές συμπεριφορές. Μια καρκινοπαθής γιαγιά. Παραληρήματα κοπρολαλίας. Μια εφιαλτική πραγματοποίηση του ονείρου της μητέρας. Μια ονειρική σκηνή ζαχαροπλαστικών επιδόσεων.

lena11 1

 
Η Κιτσοπούλου δεν παρασύρεται από την αίγλη του χώρου που φιλοξενεί τη δουλειά της, δεν διστάζει να βγάλει κοροϊδευτικά τη γλώσσα στην ποιότητα που υπόσχεται η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, καθώς και στο κοινό που παρακολουθεί τις παραγωγές της. Παραμένει πιστή στη σκηνοθετική γραμμή της υπερέκθεσης των εξαιρετικών ηθοποιών που απαρτίζουν το θίασό της (Εκτός από την ίδια στο ρόλο της Σταχτοπούτας, παίζουν οι: Γιάννης Κότσιφας, Ιωάννα Μαυρέα, Γιάννος Περλέγκας, Έμιλυ Κολιανδρή, Νεφέλη Μαϊστράλη).

Εμπλουτίζει τη δράση με άριες, παραδοσιακά τραγούδια (η μουσική επιμέλεια του Νίκου Κυπουργού καθορίζει τη φόρμα της σκηνοθεσίας), στοιχεία σάτιρας, αποδόμηση της ροής του αφηγηματικού χρόνου, πρόβες πάνω σε συγκεκριμένες σκηνές ενώπιον των θεατών, φάρσες, ανέκδοτα, ψευδαίσθηση παραμόρφωσης των σωμάτων,μετατροπή της σκηνής σε λαϊκό πάλκο. Αυτό το παράδοξο κολλάζ μετατρέπει την παράσταση σε μια σκηνοθετικά υποδειγματική αποδόμηση κοινωνικών και θεατρικών συμβάσεων.

Όπως κι οι προηγούμενες παραστάσεις της, έτσι κι η “Κοκκινοσκουφίτσα” διατηρεί την ισχύ και την αμεσότητα ενός flash mob, κατά τη διάρκεια του οποίου μια ομάδα ανθρώπων εμφανίζεται αναπάντεχα σ’ ένα δημόσιο χώρο παρουσιάζοντας μια ασυνήθιστη και φαινομενικά ασήμαντη δράση μικρής χρονικής διάρκειας για να διασκορπιστεί στη συνέχεια όσο αιφνίδια εμφανίστηκε. Ο κόσμος της ενταγμένος μέσα στον πραγματικό, είναι τόσο ευφάνταστος που κοντράρει τον άλλον, τον αντίπαλο του, ταυτόχρονα ενώ πηγάζει απ’ αυτόν, διατηρεί μια παράξενη αυτονομία.

Αναρωτιέμαι γιατί η Κιτσοπούλου έχει τόσους ορκισμένους εχθρούς όσους και φίλους. Γιατί υπάρχει μέρος του κόσμου που σοκάρεται από τη ματιά της, ενώ την ίδια στιγμή κυκλοφορεί στους δρόμους, διαβάζει εφημερίδες και βλέπει τηλεόραση; Ποιος υποδύεται πιο πειστικά ρόλους, ο θίασός της ή το κοινό της; Για μένα, κι όχι μόνο προφανώς, στο θέατρό της κυρίαρχο συστατικό, είναι το στοιχείο της άγριας συγκίνησης. Κι η πεποίθηση ότι στη Σκηνή, τα πάντα μπορούν να συμβούν.

info: Η παράσταση “Κοκκινοσκουφίτσα – Το Πρώτο Αίμα” παίζεται ώς τις 5 Ιουνίου στη Μικρή Σκηνή της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών.

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις