Yves Saint Laurent
Τη ζωή μιας ιδιοφυΐας στον χώρο της υψηλής ραπτικής, του Yves Saint Laurent, τους έρωτες, τα πάθη, τις ιδιοτροπίες και τη μάχη του με την μανιοκατάθλιψη μας αφηγείται η ταινία του Jalil Lespert.
Η ταινία ξεκινάει με την παρουσία του νεαρού και ταλαντούχου Yves στον οίκο Ντιόρ. Στη συνέχεια αναλαμβάνει διευθυντής, αλλά φεύγει, για να ιδρύσει δική του εταιρεία. Η γνωριμία του με τον εραστή του και μάνατζέρ του Pierre Bergé, θα σφραγίσει τη ζωή του. Η ταινία δείχνει διάφορες πτυχές του μεγάλου σχεδιαστή, χωρίς να προσπαθεί να τον αγιοποιήσει. Ο ελιτισμός του, τα ψυχολογικά του προβλήματα, ο πανηδονισμός του, η υστερία του, η έλλειψη αυτοπεποίθησης, εμφανίζονται σε μια κινηματογραφική βιογραφία, που δεν ξεφεύγει από τα καθιερωμένα μοτίβα.
Η ταινία είναι μια επίθεση γαλλικής κομψότητας, με vintage χαρακτήρα. Οι δραματικές στιγμές, οι αδυναμίες του κεντρικού χαρακτήρα, τα ανεξέλεγκτα πάθη του, αλλά κι η λάμψη της ζωής του και του κόσμου του έχουν παρουσιαστεί με ιδιαίτερη πειστικότητα. Αναφορές σε σημαντικά περιστατικά της γαλλικής ιστορίας υπάρχουν, αν και μάλλον όχι όσο χρειάζεται. Η κύρια βαρύτητα δίδεται στον πόλεμο στην Αλγερία, λόγω του ότι η οικογένεια του Yves ζούσε εκεί τότε, πριν φύγει για να εγκατασταθεί στη Γαλλία.
Ξεχωρίζουν οι πολύ δυνατές ερμηνείες του εύθραυστου και ντελικάτου Pierre Niney στον σύνθετο ρόλο του Yves, καθώς και ο Guillaume Gallienne, στον πιο ισχυρό ψυχολογικά, αλλά επίσης περίπλοκο ρόλο του εραστή του. Η γλυκιά Charlotte Le Bon ξεχωρίζει με την γοητεία της, όντως το σέξυ μοντέλο, που -παραδόξως- γίνεται πέτρα σκανδάλου για τους δύο ομοφυλόφιλους και καμιά φορά και ετεροφυλόφιλους εραστές.
Καλοστημένη προσπάθεια να αναδειχθεί το κλίμα της εποχής στις ιστορικές δεκαετίες του 60 και του 70. Δυστυχώς, όμως αυτό μένει μόνο σε επίπεδο εικόνας- στα ρούχα, στα αυτοκίνητα, στην αισθητική. Δεν επεκτείνεται στις αντιλήψεις, στα κρίσιμα γεγονότα, στον αντίχτυπο που είχαν συγκεκριμένα πρόσωπα στα γεγονότα. Από αυτά που βλέπουμε στο έργο, ο Yves Saint Laurent μοιάζει ένας άνθρωπος αποκομμένος στον ελιτίστικο μεγαλοαστικό μικρόκοσμό του. Αλλά, δεν καταλαβαίνω, γιατί κι ο θεατής πρέπει να βιώσει μια αντίστοιχη απομόνωση. Θα μπορούσε το έργο να δώσει το κλίμα της εποχής, με διακριτικούς και σύντομους τρόπους, χωρίς να ξεφύγει από το θέμα του, που είναι η ζωή του σχεδιαστή.
Παράλληλα, η όποια αίγλη και γκλαμουριά των ωραίων ρούχων, μένει επίσης σε ένα επιφανειακό επίπεδο. Η αισθητική κλάση των ενδυμάτων της υψηλής ραπτικής εμφανίζεται σε επίπεδο εικόνας. Όμως, η ταινία δεν σου αποπνέει το δέος των ανθρώπων της μόδας για τα ρούχα, για την υφή των υφασμάτων, ούτε σου βγάζει αυτήν την τόσο προσωπική σχέση που έχει ο άνθρωπος με το ένδυμα. Ο χώρος της μόδας είναι, βασικά, business και πρωτότυπες εικόνες, που γεννούσε το μυαλό μιας ιδιοφυΐας, αντλώντας έμπνευση από μοντέρνους εικαστικούς και το ηδονιστικό πνεύμα της εποχής. Αλλά, για τον Yves Saint Laurent και τις θαυμάστριές του, η αγάπη για το ρούχο πρέπει να ήταν κάτι περισσότερο από αυτό. Κι αυτό δεν βγαίνει στην ταινία. Στην προσπάθεια, δε, της ταινίας, να δημιουργήσει και σκιές στον χαρακτήρα, παρουσιάζει τον ηδονισμό του ως υπερβολικά αδιέξοδο, με έναν μουντό τρόπο.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ: Μια κομψή και καλογυρισμένη ταινία εποχής, με τις λαμπερές και τις πιο βρόμικες πλευρές ενός ξεχωριστού ανθρώπου της μόδας. Έρωτες ομοφυλόφιλοι και ετεροφυλόφιλοι, ζήλιες, κακίες, μικρότητες, αλλά και σημαντικά αισθητικά επιτεύγματα αναδεικνύονται. Θα μπορούσε, ωστόσο, να προσεγγίσει με μεγαλύτερη πρωτοτυπία και βάθος τόσο την σπουδαία εκείνη εποχή, όσο και τον κόσμο της μόδας.
Γιώργος Σμυρνής