Γκουλτούρα Απόψε: Η Ιστορία της Αυτοθυσίας
Σε συνάντησα στην πλαζ και φορούσες… κορδέλα με τον ανατέλλοντα ήλιο; Φάση, Καμικάζι, αγάπη μου;Από τον Μανώλη ΒαμβούνηΠηγή: Gkoultoura.gr
Υπάρχει, που λέτε, μια παραλία με ξαπλώστρες, κάπου δεξιά όπως περνάς πίσω από τα βράχια στα Ηλύσια Πεδία, σαν «μετα-θανάτιος χώρος αναμονής και ατέρμονης». Εκεί περνάνε την αιωνιότητα τους, αραχτοί με μουσικούλες και κουβεντούλα, όχι απλά οι ήρωες κάποιας μυθολογίας, ούτε γενικά οι αυτόχθονες (αν και το graphic novel Pizzeria Kamikaze ταιριάζει τέ-λει-α εδώ, ψάχτε το), αλλά όλοι όσοι έχουν θυσιάσει τον εαυτό τους για ένα σκοπό, ένα ιδανικό, ένα όνειρο. Θα βρεις εκεί τη Μαρί Κιουρί με τη Ζαν Ντ’Αρκ (δεν φοβάται πια ούτε τη φωτιά ούτε τον ήλιο ούτε κανένα), τον Ρωμαίο (γενικά) με τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο (του Τιτανικού) και δυο ξαπλώστρες παραδίπλα μια ολόκληρη διμοιρία πιλότων καμικάζι. Άτιμη κουλτούρα τιμής.
Μετά την Μπετονένια Παραλία στην κεντρική πλατεία μιας φουτουριστικής πλημμυρισμένης Αθήνας την περασμένη σεζόν, το θέατρο του Βασίλη Μαυρογεωργίου επιμένει «παραθεριστικά» και φανταστικά στην πρώτη τους συνεργασία με το Φεστιβάλ Αθηνών. Μαζί με την ομάδα του Skrow Theatre Group ρίχτηκαν κανονικά στη μελέτη, μέσα από ιστορικές, δραματουργικές και pop culture αναφορές, για να ετοιμάσουν μια performance με κεντρικό άξονα την έννοια της αυτοθυσίας.
Ο πίνακας αφίξεων-αναχωρήσεων που κοσμεί τον τοίχο πάνω από την έξοδο της σκηνής αναγράφει τους «θαμώνες» αυτού του θερέτρου, μαζί με τις ημερομηνίες γέννησης και θανάτου τους – από τα προαναφερθέντα «μεγάλα ονόματα» της σκηνής (Ρωμαίο, Jesus, Τζακ Όου Τζακ, Μαρί Κιουρί, Ζαν Ντ’Αρκ, Σωκράτη, Αθανάσιο Διάκο, Έμιλυ Ντίκινσον), σε μερικά περισσότερο obscure από pop culture αναφορές (με αποκορύφωμα οι ήρωες του και δικού μας λατρεμένο comic Strikeforce Morituri από τα Μαμούθ Κόμιξ 80s) και άλλα ίσως ακόμα πιο σημαντικά ονόματα που δεν ξέραμε οι περισσότεροι, αν και θα έπρεπε. Αυτοθυσίες με σημαντικό αντίκτυπο στον κόσμο, είτε συμβολικά/ιδεαολογικά, όπως η μαρτυρική φεμινίστρια Emily Davidson η οποία έπεσε μπροστά στις οπλές του μανιασμένου αλόγου του βασιλιά για τα δικαιώματα ψήφου των γυναικών, ή χειροπιαστά σε ανήκουστη κλίμακα, όπως ο μηχανικός Alexi Ananeko, ο οποίος βούτηξε στα θανατηφόρα ραδιενεργά νερά του Τσερνόμπυλ για να αποτρέψει τη δεύτερη έκρηξη αντιδραστήρα, σωζοντας έτσι από αφανισμό τη μισή Ευρώπη.
Μας συστήνονται όλοι, είτε μιλώντας χα-λα-ρα μεταξύ τους στον ήλιο, είτε απευθυνόμενοι στο κοινό με την γνώριμη τεχνική του «κόλλα Α4» (η οποία αν και μετά τον Γαλαξία των Blitz να έχει τερματιστεί, ευτυχώς εδώ χρησιμοποιείται σε αυστηρά μικρές χαριτωμένες δόσεις), δίνοντας μια μικρή ιδέα του ανθρώπινου που ολοκληρώνει τον χαρακτήρα γύρω από τον τραγικό πυρήνα. «Γιατί δεν με ρωτάει ποτέ κανείς για το αν μ’αρέσει βουνό ή θάλασσα, ή ποιο είναι το ζώδιο μου; Γιατί να είναι πάντα η πρώτη ερώτηση πόσο πονάς όταν σε βάζουν στην πυρά;» αναρωτιέται η Ζαν Ντ’Αρκ στην άρτι αφιχθείσα κεντρική ηρωίδα (που αν και δεν αυτοσυστήνεται ως «Έημι» αλλά τι κάνει Άη Γκο Μπακ του Μπλακ στα κεραμίδια).
Στην πορεία της εξερεύνησης της έννοιας της αυτοθυσίας, οι ηθοποιοί και σκηνοθέτες περνούν από κάποια εξίσου επικίνδυνα θεματικά νερά. Ήδη μπαίνοντας στις θέσεις μας, ο κομπέρ-Μαυρογεωργίου προσπαθεί να γνωρίσει ένα-ένα τα άτομα του κοινού μέσα από φαινομενικά απλοϊκές ή αθώες ερωτήσεις που παίρνουν απρόσμενα Σωκρατικά εκμαιευτικές στροφές. «Ποιος είναι ο αγαπημένος σου ήρωας;» «Α, ο Μπάτμαν. Και τι έχει προσφέρει στην ανθρωπότητα ο Μπάτμαν;» και στριμώχνοντας ανάμεσα το γροθιά-στο-στομάχι-του-θέματος που είναι το «Επειδή κάποιος κάνει μια αυτοθυσία, πρέπει αυτόματα να τον συμπαθήσουμε;». Στην πιο παράτολμη σκηνή, οι ήρωες στις ξαπλώστρες τους επανασυστήνονται, ονειρευόμενοι πως θα ήταν οι ζωές τους αν *δεν* είχαν την «πετριά» να θυσιάσουν τον εαυτό τους για το γενικότερο καλό. Πως δηλαδή θα ζούσε ευτυχισμένα και ανέμελα για άλλα 10, 20, 40 χρόνια ο Jesus σαν μαραγκός, η Έμιλυ στη φάρμα της με τον αντρούλη της που τη χτυπά («αλλά εντάξει, το κάνει επειδή με αγαπά»), η Ζαν Ντ’Αρκ στο Paris (με τον τόνο στο “Pa-” αφού η Γαλλική γλώσσα έχει εκλείψει) ή ο Ananeko στο κομμάτι που έχει απομείνει από την Ευρώπη μετά τη δεύτερη έκλειψη… Όλα καταλήγουν πάντα στην κορυφή της δυτικής κουλτούρας – την αναρώτηση του Άμλετ κόντρα στο κύμα.
Ξέρετε τώρα: Whether ’tis nobler in the mind to suffer The slings and arrows of outrageous fortune,
Or to take arms against a sea of troubles, And by opposing end them? To die: to sleep; κτλ κτλ. Όλα, πάντα, καταλήγουν στον Σαίξπηρ.
Κι αν η «επιλογή» της αυτοθυσίας χρωματίζεται από άλλες σκοτεινότερες μηχανές; Η θεματολογία της παράστασης αποφεύγει χαρακτηριστικά πιο πολωτικά παραδείγματα της σκοτεινής πλευράς της φανατικής «αυτοθυσίας», όπως τους αεροπειρατές της Al Qaeda και τους αυτόχειρες βομβιστές, ίσως και σωστά, αφου σε αυτά τα επικίνδυνα ηθικά μονοπάτια θα χανόταν οποιαδήποτε ελπίδα συνοχής. Κάθε άλλο παρά safe είναι όμως. μια από τις δυο σοκαριστικές σκηνές περιγράφει τη διαδικασία διαλογής των εθελοντών για μια ομάδα Καμικάζι στον «Μεγάλο Πόλεμο» («πρώτο ή δεύτερο, πάντα τους μπερδεύω») μπολιασμένη με τις ανατριχιαστικές εσωτερικές σκέψεις των παιδιών που μπαίνουν στη διαδικασία αυτού του άσχημου πολέμου με τα παραπλανητικά ποιητικά ονόματα όπως «άνθη κερασιάς» από λάθος αίσθηση τιμής και peer pressure.
Όλοι αυτοί οι ήρωες αποκαλύπτονται μέσα από μικρά σοκαριστικά “tracks” στα μουσικά ιντερλούδια του παραθερισμού, καθώς πέφτουν τα κέρματα σαν βόμβες σε απόκοσμο τζουκμποξ. «Ακούστε αυτό. Καλό κομμάτι, ε;» προλογίζει με μαύρη-σαν-πίσσα ανεμελιά ο Μαυρογεωργίου κάθε track του soundtrack της αυτοθυσίας, εστιασμένο σε πάντα βασανιστικές μικρές λεπτομέρειες που καδράρουν κάθε σκηνή, όπως ο θόρυβος της λάμπας που ετοιμάζεται να καεί στο δωμάτιο όπου οι μηχανικοί του Τσέρνομπυλ πρέπει να επιλέξουν εθελοντές.
Στο τέλος της Ιστορίας, όλες οι ιστορίες ενώνονται, όλες οι τελευταίες μέρες σαν να τήκτονται πυρηνικά μαζί σε ένα βασανιστικό ωρολόγιο μιας μόνο ημέρας, όπου τα μυαλά όλων των γενιών αποφάσισαν μαζί να θυσιαστούν για κάτι μεγαλύτερο από αυτούς.
Είναι συγκλονιστικό, είναι αστείο, είναι εύθυμο μέσα στον τρόπο που σε γαμάει ψυχολογικά και σε αναγκάζει να κοιτάξεις μέσα σου.
Γιατί, σε βάζει να αναρωτηθείς ο κομπέρ- Μαυρογεωργίου – Σωκράτης, τι είναι αλήθεια αυτό που κάνει ιστορίες αυτοθυσίας τόσο μα τόσο ενδιαφέρουσες, τι είναι αυτό που προσπαθούμε να μάθουμε ερευνώντας τες, αν όχι πράγματα μέσα στη δική μας ψυχή. Γιατί, αν ήσουν εσύ εκεί, στυο μεταίχμιο, ξέροντας πως μπορείς να εφεύρεις τον θάνατο σου, να θυσιαστείς για δόξα ή για το καλό του κόσμου ή για το όνειρο σου, θα πλήρωνες το τίμημα;
Σκηνοθεσία: Βασίλης Μαυρογεωργίου, Μαρία Φιλίνη,Κατερίνα Μαυρογεώργη
Σκηνικά -Κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
VideoArt: Κώστας Αρβανίτης
Φωτογραφίες: Αλίνα Λέφα, Στέλλα Κάτσου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Λιάνα Μεσάικου
Ερμηνεύουν: Βασίλης Μαυρογεωργίου, Μαρία Φιλίνη, Σεραφείμ Ράδης, Δανάη Επιθυμιάδη, Έλια Ζαχαριουδάκη