Είδαμε τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη- Ρημαγμένη χώρα!
Οι γυναίκες της ηττημένης Τροίας είναι με τις βαλίτσες στο χέρι, έτοιμες να πάρουν το μακρύ κι επώδυνο ταξίδι στην προσφυγιά και την σκλαβιά. Έτσι τις βλέπουμε στις «Τρωάδες» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Θέμη Μουμουλίδη, μια παράσταση που πραγματοποιεί περιοδεία σε διάφορα θέατρα της Ελλάδας.
Το έργο, που είναι μια από τις καλύτερες τραγωδίες του αρχαίου δράματος, περιγράφει τις αγριότητες της κατάληψης της Τροίας, από την σκοπιά των θυμάτων του πολέμου, των γυναικών της σκλαβωμένης πόλης. Ο Ευριπίδης έγραψε την σπουδαία αυτή τραγωδία το 415 π.Χ., κατά την περίοδο δηλαδή που ο πελοποννησιακός πόλεμος, ο οποίος βρισκόταν σε κάποια ύφεση, ετοιμαζόταν να μπει στην δεύτερη και πιο άγρια φάση του. Από πολλούς θεωρείται σχολιασμός στην κατάληψη της Μήλου και την εν συνεχεία σφαγή του πληθυσμού της από τους Αθηναίους. To 415 π.Χ. ήταν επίσης η χρονιά της βεβήλωσης των ΄Ερμών΄ και της δεύτερης εκστρατείας των Αθηναίων στη Σικελία, που μπορεί να επηρέασαν το συγγραφέα.
Στο έργο οι Θεοί εχθρεύονται τους νικητές Αργίτες και αποφασίζουν την καταστροφή τους, όταν θα γυρίζουν στα σπίτια τους. Ο λόγος που θα τους τιμωρήσουν είναι τα εγκλήματα εις βάρος των ιερών της Τροίας. Αλλά η ύβρις που θα επακολουθήσει, από την συμπεριφορά των νικητών εις βάρος των θυμάτων του πολέμου, των παιδιών και των γυναικών, θα προκαλούσε εξίσου την οργή των Θεών.
Η παράσταση του Μουμουλίδη προσεγγίζει με σοβαρότητα και χωρίς πολλά ρίσκα την τραγωδία του Ευριπίδη. Αν και δείχνει την οργή των Θεών, εστιάζει περισσότερα στα ανθρώπινα, ενώ έχει τονισμένο και το αντιπολεμικό μήνυμα. Υπάρχουν κάποιες αφηγήσεις, που περιγράφουν εικόνες φρίκης του πολέμου. Αντίθετα, τα χορικά δεν έχουν τόσο μεγάλο ρόλο στην παράσταση. Επίσης, οι «Τρωάδες» παρουσιάζονται με φτηνά ρούχα και ταλαιπωρημένες, κραδαίνοντας τις βαλίτσες τους και όντας έτοιμες ανά πάσα στιγμή να μπουν μες τα πλοία των υποδουλωτών τους, για να πάρουν το πικρό ταξίδι στην Ελλάδα. Κι έτσι αφήνουν πίσω τους- όσες μένουν ζωντανές- τη ρημαγμένη από τον πόλεμο και φλεγόμενη πατρίδα τους. Την κάποτε λαμπερή κι ευημερούσα Τροία.
Αυτό που ξεχωρίζει στην παράσταση είναι το επίπεδο του καστ, στο οποίο συμμετέχουν κορυφαίοι ηθοποιοί. Ξεχωρίζει η Ιωάννα Παππά στο ρόλο της ιέρειας του Απόλλωνα Κασσάνδρας, της οποίας το κορμί που ανήκει στο Θεό θα δοθεί ως λάφυρο στον Αγαμέμνονα. Η απαγγελία της καθηλώνει, ο τρόπος που αλλάζει χρωματισμούς στη φωνή της εξαιρετικά περίτεχνος, ενώ υπάρχει έντονο και το σωματικό στοιχείο στην πολύ καλή ερμηνεία της. Μου άρεσε πολύ και η Μαρία Πρωτόπαππα στον τραγικό ρόλο της Ανδρομάχης, με το λιτό και πολύ ακριβή τρόπο, με τον οποίο αποδίδει τον τεράστιο πόνο μιας μάνας που θα στερηθεί το μικρό παιδί της, από την εκδικητική μανία των Αχαιών. Να σημειωθεί εδώ ότι στην παράσταση δεν εμφανίζεται Αστυάνακτας (το παιδί της Ανδρομάχης), αλλά η Πρωτόπαππα κρατάει κάτι κουβέρτες, που υπονοούν ότι μέσα τους κρύβεται το βρέφος. Και αφού σκοτωθεί το παιδί, πάλι τις κουβέρτες δείχνει η παράσταση. Έτσι, η δραματική σκηνή με το φόνο του Αστυάνακτα δεν σοκάρει τόσο πολύ, αλλά δεν συγκινεί και το ίδιο, όπως αν έβλεπες ένα παιδάκι επί σκηνής.
Και η Φιλαρέτη Κομνηνού ξεχωρίζει με την δραματική και έντονη ερμηνεία της ως Εκάβη- η άλλη χαροκαμένη μάνα του έργου. Κι οι υπόλοιποι ηθοποιοί του θιάσου όμως έχουν αξιόλογη παρουσία. Ο Στέλιος Μάινας ως Ταλθύβιος είναι καλός, ενώ βγάζει και τον μιλιταριστικό αυταρχισμό στο αρκετά ευρηματικό φινάλε. Ο Άρης Λεμπεσόπουλος μου άρεσε περισσότερο όταν έπαιζε τον Μενέλαο, παρά τον Ποσειδώνα. Ξεχωρίζει ως σύζυγος που από τη μια θέλει να ξεπλύνει την τιμή του κι από την άλλη είναι έτοιμος να παραδοθεί ξανά στα κάλλη της ωραίας Ελένης, την οποία υποδύεται η αισθησιακή Ζέτα Δούκα.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ: Είναι μια σοβαρή και αξιόλογη παράσταση, που συγκινεί, έχει πολιτικές και αντιπολεμικές αιχμές, ενώ αναδεικνύει την ομορφιά και τα νοήματα αυτού του σπουδαίου κειμένου. Η κύρια δύναμη της παράστασης είναι το αξιόλογο καστ, με κάποιες ερμηνείες να είναι πολύ δυνατές.
Γιώργος Σμυρνής