Ο εξερευνητής των παραστάσεων – Ματωμένος γάμος του Λόρκα από τη Λ.Κιτσοπούλου στο Φεστιβάλ Αθηνών
Αποτελεί από τα πιο χαρακτηριστικά έργα του Λόρκα, που εμπνευσμένος από μια είδηση για ένα έγκλημα γράφει ένα κείμενο για συμβάντα και χαρακτήρες της ισπανικής υπαίθρου.Η Λένα Κιτσοπούλου επέλεξε τη μετάφραση του Γκάτσου για να προσεγγίσει το κείμενο και να το “εξελληνίσει”, δίνοντάς του στοιχεία εκκεντρικά, παρόμοια με εκείνα που διακατέχουν το σύνολο των δουλειών της.του Νίκου Ρουμπή
Τα φώτα κλείνουν και αναβοσβήνουν εναλλάξ στα τρία σπίτια που αποτελούν το κύριο σκηνικό. Η δράση εξελίσσεται μέσα σε αυτά. Το τι γίνεται ακριβώς στο εσωτερικό τους, μόνο το εικάζουμε, ακούμε τους ήρωες να μιλούν και να σεργιανίζουν, δεν τους βλέπουμε όμως. Η έλλειψη οπτικής επαφής με την «υπόθεση» του έργου για μεγάλο χρονικό διάστημα (ακούμε μόνο τους διαλόγους), αν και στην αρχή εντυπωσιάζει, εντούτοις με την εξέλιξη της ιστορίας γίνεται κουραστική. Ιδιαίτερο και ενδιαφέρον το σκηνοθετικό εύρημα του χορού σε ένα από τα σπίτια.
Η γαμήλια τελετή και το γλέντι που ακολουθεί, μας μεταφέρουν εικόνες ελληνικής επαρχίας και αντιλήψεις λαϊκίστικες. Οι καλεσμένοι ένας και ένας, η μεταφορά της νύφης ως πρόβατο επί σφαγήν, το σκυλάδικο τραγούδι (το Προσκλητήριο), το γαμήλιο τραπέζι όπου χωρούν αλλοπρόσαλλοι και διαφορετικοί άνθρωποι μεταξύ τους: το ζευγάρι σε επίφαση ευτυχίας, η μάνα-αφέντης, ο θείος-δυνάστης, μια δούλα, ο Κωφίδης (παλαίμαχος ποδοσφαιριστής), ένας πρώην αγαπημένος με τη γυναίκα του, είναι στοιχεία κιτσοπουλικά που αν και στην αρχή ξαφνιάζουν και ξενίζουν, σύντομα -ειδικά για τον μυημένο στη σκηνοθέτιδα- γίνονται ανεκτά και αποδεκτά. Και εδώ ακριβώς δημιουργείται το ερώτημα: η παράσταση ήταν μια κλασική παράσταση Κιτσοπούλου, εύκολα αναγνωρίσιμη η δημιουργός της. Μπορεί όμως να γίνει ή καλύτερα να εξελιχθεί η Κιτσοπούλου ως «κλασική»;
Η συγκεκριμένη παράσταση, σωστά θα έλεγε κανείς, ήταν μια από τα ίδια, μια προσέγγιση ανατρεπτική και προχωρημένη μεν, αλλά συνάμα προβλέψιμη όσο προχωρούσε. Έλειπε εκείνο το στοιχείο της πρωτοτυπίας, που θα ξεχώριζε την σκηνοθέτιδα, όχι από άλλες παραστάσεις, αλλά από τις ίδιες τις δικές της δουλειές του παρελθόντος. Μοτίβα συνηθισμένα πια, τα σκυλάδικα τραγούδια, οι ατάκες στο πέρασμα της ίδιας, ο ευνουχισμός, η νατουραλιστική ματιά, η ελληνική νοοτροπία της επαρχίας, ίσως και εξαντλημένα. Τα πάντα επιτρέπονται στον θεατρικό της κόσμο, όλα χωράνε και επαναλαμβάνονται, όπου και αν είναι αυτά.
Ο χορός του γαμπρού και το φεγγάρι που προδίδει τους κυνηγημένους εραστές με την ταυτόχρονη slow motion των άλλων ηρώων από τις πιο δυνατές στιγμές. Οι ερμηνείες όλες εξαιρετικές με κορυφαία αυτήν της μάνας (Ν.Καραθάνος), πότε τραγική, πότε κωμική, καρικατούρα απίστευτη. Το σκηνικό, σπίτια και γαμήλιο τραπέζι όμορφα και αυτά. Το κλείσιμο της παράστασης μια ιδιαίτερη έκπληξη: Ενός λεπτού σιγή (Χριστιανόπουλος-Χατζιδάκις), ερμηνευμένο live από τον Δώρο Δημοσθένους. έδωσε και τη λυρική πινελιά στην όλη ιστορία.
Καταληκτικά, ήταν μια δουλειά καλή και δυνατή με τόσο έντονα όμως τα στοιχεία της Κιτσοπούλου, που εύκολα μπορεί να τα χαρακτηρίσει κανείς μανιέρα. Περιμένουμε με ενδιαφέρον στο μέλλον και άλλα πράγματα, πιο φρέσκα ίσως και ακόμη πιο ανατρεπτικά από την ευφάνταστη σκηνοθέτιδα.
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση, εδώ
Ο Νίκος Ρουμπής είναι βασικά φιλόλογος και γενικά πολλά άλλα, ανάμεσα στα οποία “εξερευνητής” άπειρων παραστάσεων, θεατρικών και μη. Αιγόκερως, λάτρης της Σαμοθράκης, της Ανάφης αλλά και της Ισλανδίας. Όσο ζει, ελπίζει!