Είδαμε τον «Συρανό ντε Μπερζεράκ» στο Παλλάς- Έρωτας με διαμεσολάβηση
Η πασίγνωστη και γεμάτη με δράμα και έρωτα ιστορία του Συρανό ντε Μπερζεράκ μέσα από το έργο του Εντμόντ Ροστάν που ανέβηκε στο Παλλάς σε μια λαμπερή παραγωγή εποχής σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα.
Ο Συρανό ντε Μπερζεράκ (1619-1655) ήταν ένας μποέμ και ανατρεπτικός καλλιτέχνης, που συγκρούστηκε με τα στερεότυπα της εποχής του. Επίσης ήταν και ξιφομάχος. Η μύτη του ήταν μεγάλη, αλλά όχι τόσο, όσο την έχει παρουσιάσει η μυθοπλασία του θεάτρου και του κινηματογράφου.
Το έργο του Ροστάν (1897) είναι σε έμμετρη μορφή και είναι αυτό που επινόησε την ιστορία του έρωτα του Συρανό με τη Ρωξάνη. Συνδυάζει την περιπέτεια και το έπος, με την ερωτική ίντριγκα και το βαθύ μελόδραμα. Όπως είναι ευρέως γνωστό, στο συγκεκριμένο έργο, ο Συρανό, ένας ατίθασος ποιητής, που συνδυάζει το ελεύθερο πνεύμα του ποιητή με τον ατρόμητο χαρακτήρα ενός δεινού πολεμιστή, είναι ερωτευμένος με την όμορφη Ρωξάνη. Δειλιάζει όμως να της εκφράσει τον έρωτά του, λόγω της ασχήμιας του. Η Ρωξάνη εξομολογείται ότι είναι ερωτευμένη με τον Κριστιάν, έναν όμορφο νέο, που βρίσκεται στην ίδια στρατιωτική μονάδα με το Συρανό, τους Γασκώνους. Τότε, ο Συρανό βοηθάει τον «αντίζηλό του» να «ρίξει» την Ρωξάνη, βάζοντας τα δικά του λόγια στο στόμα του Κριστιάν. Αλλά η προσπάθειά τους μένει στη μέση, γιατί ξεσπάει ο πόλεμος και οι δυο τους πρέπει να πολεμήσουν.
Η πονηρή αποπλάνηση δεν γίνεται με κακό σκοπό. Τόσο ο Συρανό, όσο και ο Κριστιάν, είναι ερωτευμένοι με την Ρωξάνη και θέλουν να την κάνουν ευτυχισμένη. Ο Κριστιάν χρησιμοποιεί το μυαλό του Συρανό και ο Συρανό την ομορφιά του Κριστιάν, προκειμένου να κερδίσουν τον έρωτα της Ρωξάνης. Κανένας από τους δύο δεν θα μείνει ικανοποιημένος, γιατί μόνος του δεν μπορεί να καταφέρει αυτό που θέλει. Κι η ίδια η Ρωξάνη, η οποία σε άλλες περιστάσεις αποδεικνύεται «γάτα με πέταλα», στην αποπλάνησή της αποδεικνύεται ύποπτα αφελής. Ίσως υποσυνείδητα έχει καταλάβει πως τα λόγια του Κριστιάν δεν είναι δικά του, αλλά βολεύεται από αυτή την κατάσταση. Το μυαλό του Συρανό με το εξωτερικό περίβλημα του Κριστιάν είναι ακαταμάχητος συνδυασμός.
Το έργο έχει κάποιες αφελείς στιγμές, όπως τη στιγμή της μάχης με τους Ισπανούς, που οι Γάλλοι στρατιώτες στρώνονται στο τσιμπούσι, σαν να γίνεται γιορτή ή ο Συρανό με τον Κριστιάν συζητούν τα ερωτικά τους, με την Ρωξάνη από κοντά, να έχει σπάσει την πολιορκία. Όμως, γενικά, είναι ένα έξυπνα γραμμένο έργο, με ποιητικές στιγμές, βαθύ συναισθηματισμό και χαρακτήρες με τους οποίους μπορείς να ταυτιστείς. Και κυρίως μια πολύ δυνατή ιστορία, την οποία έχει αγαπήσει ο κόσμος για πάνω από έναν αιώνα.
Η σκηνοθεσία του Γιάννη Κακλέα δίνει έμφαση στο μελοδραματικό στοιχείο του έργου, αλλά και στις πιο ανάλαφρες και κωμικές του νότες. Όπως συνήθως, υπάρχουν ευφάνταστες εικόνες, κάποιες ιδιαίτερα ποιητικές και σκοτεινές (όπως στο φινάλε του έργου με την εικόνα του διαλυμένου πίνακα) και άλλες που ταιριάζουν στη λογική μιας πλούσιας παραγωγής. Αναδεικνύεται με ισορροπία τόσο το λαμπερό και γοητευτικό στοιχείο (με τις λαμπερές τουαλέτες και τα κοστούμια εποχής), όσο και το στρατιωτικό στοιχείο στους στρατώνες και τις πολεμίστρες. Επίσης, η εκφορά του ομοιοκατάληκτου λόγου γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να μη χάνεται η φυσικότητα των ερμηνειών, αλλά και να μην κουράζει τα αυτιά των θεατών.
Ωραία και κυρίως ξεκάθαρα σε αυτό που θέλουν να δείξουν τα σκηνικά του Μανόλη Παντελιδάκη. Ενδιαφέρουσα είναι η επιλογή των κοστουμιών, η οποία παρουσιάζει μία ιδιοτυπία. Σε κάποια σημεία δείχνει κοστούμια από διαφορετικές εποχές: Ίσως να υπάρχει πρόθεση να συνδυαστεί η εποχή του πραγματικού Συρανό (17ος αιώνας) με την εποχή που γράφτηκε το έργο του Ροστάν (τέλη 19ου αιώνα). Αυτό γίνεται πολύ χαρακτηριστικό στην εμφάνιση των στρατιωτών, που πολεμάνε. Οι στολές μοιάζουν με αυτές των Γάλλων στρατιωτών στα τέλη του 19ου αιώνα. Όμως, οι μπότες και τα όπλα είναι πολύ παλιότερης εποχής, θυμίζοντας τους 3 Σωματοφύλακες.
Επίσης, σημαντική είναι η παρουσία της μουσικής, η οποία λειτουργεί σαν soundtrack. Υπάρχουν ήχοι, για να δημιουργούν ατμόσφαιρα, με βάση τις ανάγκες της σκηνής, αλλά και η λυρική δεξιοτεχνία της Ευανθίας Ρεμπούτσικα, η οποία ερμηνεύει με το βιολί της ζωντανά στη σκηνή. Ιδιαίτερος και γοητευτικός είναι και ο ήχος της άρπας.
Οι ερμηνείες κινούνται σε υψηλά επίπεδα. Ο Βασίλης Χαραμπόπουλος σηκώνει μεγάλο βάρος του έργου ως πρωταγωνιστής. Παίζει εξαιρετικά τόσο στα κωμικά και δυναμικά σημεία του ρόλου του Συρανό, όσο και στις πολύ μελοδραματικές και πονεμένες στιγμές. Εξίσου, όμως, μου άρεσε, με το ρεαλιστικό και απόλυτα πειστικό παίξιμό του, ο Όμηρος Πουλάκης, που δίνει ψυχή και βάθος στον όμορφο Κριστιάν. Η γοητευτική Σμαράγδα Καρύδη είναι καλή και μπαίνει με πάθος μέσα στο ρόλο της, ενώ κι ο κακός της ιστορίας, ο Ντε Γκυς ερμηνεύεται αξιόλογα από το Νίκο Αρβανίτη.
Σε γενικές γραμμές, ο Συρανό είναι ένα παθιασμένο έργο, που γίνεται τραγικό, γιατί εκφράζει ένα βαθύ ανικανοποίητο. Κι οι τρεις αγαπημένοι ήρωες του επικού αυτού μελοδράματος (Συρανό, Ρωξάνη, Κριστιάν) με διαφορετικούς τρόπους μένουν τελικά ανικανοποίητοι από τον έρωτα. Η παράσταση όμως ικανοποιεί πολύ το θεατή, καθώς συνδυάζει το έντονο συναίσθημα με τις ωραίες εικόνες και τις δυνατές ερμηνείες.
Γιώργος Σμυρνής