Ένα Ταξίδι 30,5 Μέτρα Μακριά
“Πολίτικη κουζίνα” αλά γαλλικά και ινδικά. Ο σουηδός σκηνοθέτης του Chocolat, Lasse Hallström επιστρέφει με μία ακόμα γαστρονομικής θεματολογίας ταινία. Η ινδική κουζίνα μέσα στην πατρίδα της ελιτίστικης γαλλικής γαστρονομίας κάνει “Ένα Ταξίδι 30,5 Μέτρα Μακριά”. Η Helen Mirren, στο ρόλο μιας σνομπ γαλλίδας ιδιοκτήτριας ρεστοράν, είναι το μεγάλο όνομα που ξεχωρίζει στο καστ της ταινίας.
Η ταινία αφηγείται την ιστορία μιας οικογένειας Ινδών, οι οποίοι, κυνηγημένοι από την πατρίδα τους αναγκάζονται να μετακομίσουν στη Νότια Γαλλία. Εκεί θα κάνουν αυτό που ξέρουν καλύτερα, θα ξεκινήσουν ένα υπέροχο Ινδικό εστιατόριο το οποίο και θα εξοπλίσουν με όλη την αγάπη και το πάθος που έχουν για τη μαγειρική. Μόνο που δεν έχουν υπολογίσει μια σημαντική λεπτομέρεια… Τον ανταγωνισμό! Ακριβώς απέναντί τους, υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια ένα επιτυχημένο ακριβό εστιατόριο, βραβευμένο με αστέρι Μισελέν, το οποίο διευθύνει η ελιτίστρια Madame Mallory (Helen Mirren). Μεταξύ των δυο “ανταγωνιστών”, λοιπόν, θα ακολουθήσει μια γαστρονομική μάχη, η οποία δοκιμάζει τη δύναμη της αγάπης, της αφοσίωσης και της πίστης στο πλαίσιο της οικογένειας.
Όπως γνωρίζουμε κι από την τηλεόραση, η οποία είναι γεμάτη με εκπομπές μαγειρικής, τα προϊόντα της γαστρονομίας έχουν τον τρόπο να μαγνητίζουν τα βλέμματα των θεατών. Πόσο μάλλον σε αυτή την ταινία, η οποία είναι πλημμυρισμένη με τα πιο θεαματικά εδέσματα της κλασικής και πρωτοποριακής γαλλικής κουζίνας, αλλά και της εξωτικής (και σχεδόν μυστικιστικής) Ινδικής γαστρονομικής παράδοσης. Κοινώς… Φάτε μάτια ψάρια!
Το έργο βασίζεται πολύ στον παθιασμένο, εκτός ορίων ανταγωνισμό των δύο εστιατορίων και των ιδιοκτητών τους, που τροφοδοτεί το ενδιαφέρον. Επίσης, είναι κι ένα success story, ένα παραμύθι για μια οικογένεια Ινδών εμιγκρέδων, που τα καταφέρνει στην δύσπιστη γαλλική κοινωνία. Αλλά και με έναν νεαρό ιδιοφυή Ινδό σεφ, ο οποίος με όπλο το ταλέντο του κατακτά το απαιτητικό και ψαγμένο κοινό της Γαλλίας και ιδίως του Παρισιού.
Υπάρχει και το στοιχείο των αντιθέσεων ανάμεσα στις γενιές. Η Madame Mallory και ο Ινδός πάτερ φαμίλιας, οι ώριμοι της ταινίας, βρίσκονται σε μια συνεχή έχθρα, ενώ οι νέοι, ο Ινδός σεφ Χασάν και η όμορφη γαλλίδα Μαργκερίτ ερωτεύονται. Στην πορεία, πάντως, οι καταστάσεις ανατρέπονται. Οι έχθρες δίνουν τον τόπο στην πολυπολιτισμική συμφιλίωση και η Helen Mirren δίνει ένα δυνατό μάθημα ανθρωπιάς, που είναι τελικά μάθημα αξιοπρέπειας.
Από εκεί και πέρα, η ταινία, προς το τελευταίο 1/4 περίπου χάνει τη δυναμική της και κάνει κοιλιά. Μην έχοντας καλές ιδέες στο σενάριο, για να προχωρήσουν την πλοκή και να ολοκληρώσουν με πειστικό τρόπο την ιστορία, καταλήγουν σε μελό λύσεις και σε κουραστικά ηθικά διλήμματα. Και το ανάλαφρο μέχρι τότε έργο, μοιάζει να ξεστρατίζει και να μην είναι πλέον ευχάριστο.
Σκηνοθετικά η ταινία δίνει ωραίες εικόνες, βασικά με την πρόθεση να θαμπώσει τα μάτια των θεατών με τα εντυπωσιακά εδέσματα, αλλά και την τόσο δελεαστική για τους τουρίστες (και τους σινεφίλ) γαλλική εξοχή. Ως προς τις ερμηνείες, οι πιο δυνατές στιγμές νομίζω πως ανήκουν στους ώριμους του καστ, την Helen Mirren και τον ξεροκέφαλο, αλλά καλόκαρδο Ινδό μπαμπά Om Puri.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ: Χαριτωμένη γενικά ταινία, με αρκετές όμορφες στιγμές. Ωστόσο, προς το φινάλε χάνει τον δρόμο της με κουραστικές και αδιάφορες λύσεις. Αν κρατούσε μισή ώρα λιγότερο, κανείς, νομίζω, δεν θα κατηγορούσε τον σκηνοθέτη.
Γιώργος Σμυρνής