Η έκθεση αποτελείται από δύο ενότητες, που συνιστούν έργο προετοιμασίας δύο ετών. Στην πρώτη ενότητα παρουσιάζονται οι «Βράχοι»: ζωγραφικά έργα σε χαρτί και κολλάζ, πραγματεύονται την σχέση τόπου και χρόνου. Όπως αναφέρει ο καλλιτέχνης, «Στην κινέζικη καλλιγραφία, στοιχεία που σημαίνουν το τοπίο είναι το βουνό και το νερό. Οι Κινέζοι ζωγράφοι συνδέουν τη ζωγραφική με την ποίηση. Λένε «Το ποίημα είναι μια ζωγραφιά, όπου τα σχήματα είναι αφανή. Η ζωγραφιά είναι ένα ποίημα όπου τα σχήματα είναι εμφανή». Αν το καλοσκεφτείς, είμαστε όλοι σαν βράχοι στη θέση μας, στο περιβάλλον μας, στο ρόλο μας, βράχοι μέσα στη θάλασσα του πλήθους.»
Παράλληλα, σαν δεύτερη ενότητα, ο ζωγράφος εκθέτει στον πρώτο όροφο της γκαλερί Σκουφά μια σειρά πρωτότυπων κεραμικών, ειδικά πλασμένα και ζωγραφισμένα από τον ίδιο.
Εγκαίνια έκθεσης: Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2014, 19:30
Ώρες λειτουργίας:
Δευτέρα, Τετάρτη & Σάββατο: 10:00-15:30
Τρίτη, Πέμπτη & Παρασκευή: 10:00-15:30 & 17:30-21:00
Η Ελισάβετ Πλέσσα γράφει στον κατάλογο της έκθεσης:
«Ο Γιώργος Χαδούλης ζωγραφίζει όπως ένας γενναιόδωρος μάγειρας μπαίνει στην κουζίνα του με την ίδια όρεξη κάθε μέρα. Φοράει εκείνη την τεράστια ολόσωμη ποδιά-φόρεμα κι ανοίγει ακούραστος παράθυρα σε μια ζωγραφική που μοιάζει με ένα ατέρμονο πολύχρωμο περιβόλι. Το χρώμα το συνάντησε στα πρώτα ζωγραφικά του βήματα αν και τα μονοπάτια που οδήγησαν σε αυτό υπήρξαν συχνά διαφορετικά. Πάντοτε κυρίαρχο στη μεσογειακών καταβολών δουλειά του, στα έργα των αρχών της δεκαετίας του ’90 το χρώμα διακρίνεται για την ομοιόμορφη διάχυσή του στις ζωγραφικές επιφάνειες, σαν σε αχλή, δίνοντας υπόγεια τον τόνο σε μυστικές ιστορίες που διαδραματίζονται ανάμεσα σε υπερφυσικές ανθρώπινες μορφές τοποθετημένες σε τοπία-σκηνικά. Στα υπόλοιπα χρόνια του ’90, σε πορτρέτα ή σε νεκρές φύσεις, οι πινελιές αναδύονται μέσα από τα χρωματικά πεδία, συχνά φέρνοντας στον νου τον Τσαρούχη και τον Φασιανό.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, το χρώμα πάνω στα στολισμένα με λουλούδια και φρέσκα φρούτα τραπέζια αποκτά μια λαμπερή στιβαρότητα που προμηνύει τη χρωματική έκρηξη των τοπίων της δεκαετίας του 2000. Αλλά και στα πρόσφατα πορτρέτα το άσπρο του πανιού ή του χαρτιού χρησιμοποιείται ως εργαλείο ανάδειξης των χρωματικών στροβιλισμών της κάθε πινελιάς, που με τα ίχνη της δημιουργεί τα πρόσωπα και τα σώματα μέσα σε ένα ελάχιστο φόντο. Οι όγκοι και τα περιγράμματα δεν γεννιούνται από γραμμές αλλά μέσα από τόπους συμπυκνωμένης χρωματικής ενέργειας, και η προοπτική από την παράθεση χρωματικών περιοχών – ακόμα και οι σκιές, προνομιακό πεδίο του μαύρου, καθορίζονται από τη διαφορετική τονικότητα όμορων πινελιών. Ο Χαδούλης έχει μια σχέση καθαρά σωματική με το χρώμα, που στη ζωγραφική του είναι ο αδιαμφισβήτητος ρυθμιστής: όλα τού οφείλουν την ύπαρξή τους και το θέμα αποτελεί μόνο ένα πρόσχημα για έκφραση χρωματική.
Στα νέα του έργα, στους Βράχους που παρουσιάζει σήμερα, δεσπόζει η ίδια αδιαφορία για τον ρεαλισμό και η εμμονή με τη χρωματική διάσταση της ζωγραφικής, που αποπνέει τις ανταύγειες της νότιας Γαλλίας, των μεταϊμπρεσιονιστών και των Fauves, του Bonnard αλλά και του Τέτση: μνημειακοί βράχοι, αληθινές οντότητες που σχηματίζουν χαράδρες μέσα από γραμμές χρώματος που τρίζουν, βράχοι σε συνομιλία με έναν άλλο βράχο που η σιλουέτα του μόλις διακρίνεται στην άκρη της σύνθεσης, βράχοι που καθρεφτίζονται στο νερό ανάμεσα στην αντανάκλαση του ήλιου ή του φεγγαριού, βράχοι που στέκονται ηγεμονικοί στη μέση της θάλασσας. Με τον αγαπημένο του τεμαχισμό της ζωγραφικής εικόνας σε δύο κομμάτια χαρτιού, ή την προσθήκη ενός πρόσθετου ζωγραφισμένου κομματιού στο κάτω μέρος του έργου, που φαινομενικά μοιάζει άσχετο με το κυρίως θέμα, πετυχαίνει την αποστασιοποίηση από μια συναισθηματική θέαση των έργων αυτών.
Κάποιες φορές τα όρια στα περιγράμματα των βράχων και του νερού χάνονται στο βάθος ενός σκοτεινού μπλε και μωβ – το μυστήριο εδώ δημιουργείται όχι από την εικονογραφία αλλά από τον ίδιο τον χρωματικό τρόπο της ζωγραφικής, η οποία προσεγγίζει έντονα την αφαίρεση. Εξάλλου, τα χρώματα συχνά στάζουν πάνω στο χαρτί σαν καταιγίδα, αφήνοντας ίσα να διακριθεί ο όγκος του βράχου από πίσω και διεκδικούν δομικό ρόλο στη σύνθεση. Στους βράχους του Χαδούλη, και για πρώτη φορά στη δουλειά του, μεταφερόμαστε διαρκώς από τις θημωνιές του Monet στην αυτάρκη χειρονομιακότητα ενός αφηρημένου εξπρεσιονισμού. Τα έργα του γενικότερα, αλλά ειδικότερα εδώ, βλέπονται με την ίδια ένταση τόσο από μακριά όσο και από κοντά, προσκαλώντας το βλέμμα του θεατή να βυθιστεί μέσα τους, στη χρωματική έξαρση μιας χαράς που είναι πάνω απ’ όλα ζωγραφική. Την ίδια ζωγραφική έκρηξη επιδιώκει ο Χαδούλης στα κεραμικά του, που εδώ, για πρώτη φορά από το 2000 όταν καταπιάστηκε με το μέσο αυτό, τα πλάθει ο ίδιος με τον τροχό ακριβώς στη φόρμα που επιθυμεί, στο σχήμα που θα του επιτρέψει να αποδώσει ζωγραφικά το ίδιο «άπλωμα» το οποίο διακρίνει τη ζωγραφική του: χταπόδια ξετυλιγμένα κυκλικά στον πάτο ενός πιάτου, τσιπούρες που καταλαμβάνουν μεμιάς όλη την επιφάνεια της πιατέλας, μάτια ζωγραφισμένα αινιγματικά στην πίσω πλευρά, λαχταριστές φέτες καρπούζι και κατακόκκινες παπαρούνες. Η ζωγραφική πάνω σε κεραμικά απαιτεί την απόλυτη ενότητα πρόθεσης και εκτέλεσης αφού τα λάθη δεν διορθώνονται μετά. Αυτή ακριβώς η οικονομία του μέσου είναι που συγγενεύει με την ταχύτητα και τον αυθορμητισμό της δημιουργικής διαδικασίας την οποία ο Χαδούλης ακολουθεί στα ζωγραφικά του έργα.
Στους Βράχους που παρουσιάζονται εδώ ο στόχος του για μια ζωγραφική ζουμερή, απλόχερη, ανοιχτή στο βλέμμα αλλά και στο πνεύμα, μοιάζει να έχει φτάσει στην αληθινή ολοκλήρωση. Τα βράχια αυτά ενσωματώνουν στην εικόνα τους τον αβίαστο και αυθόρμητο τρόπο με τον οποίο ζωγραφίστηκαν, πάντα από μνήμης. Όμως η τυπολογία με την οποία μάς επιβάλλονται και εισβάλλουν στον χώρο μας, την ίδια στιγμή που λειτουργούν αυτόνομα το ένα από το άλλο, προδίδει πως πρόκειται για έργα τόσο των αισθήσεων όσο και του νου, μιας ζωγραφικής που φαινομενικά μόνο είναι απλή. Στον αντίποδα των μεγαλειωδών πέτρινων όγκων μιας συμβολιστικής ή ρομαντικής ζωγραφικής, οι βράχοι αυτοί έχουν αφήσει οριστικά τον μύθο του σκοταδιού για το φως.
Η ζωγραφική, όπως η ζωή, είναι όμορφη και εδώ δεν υπάρχουν ενοχές γι’ αυτό.