Κωνσταντίνος Ρήγος: Το ότι είμαι και εμπορικός μ’ αυτά που κάνω είναι μεγάλη τύχη
Με το «Rocky Horror Show», ένα από τα πιο δημοφιλή μιούζικαλ όλων των εποχών, εγκαινιάζει φέτος τη σκηνή του ανακαινισμένου Rex o Κωνσταντίος Ρήγος. Το έργο γράφτηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’70 από τον ηθοποιό Richard o’ Brien και από τότε παίζεται συνεχώς σε όλο τον κόσμο, κερδίζοντας σημαντικά θεατρικά βραβεία αλλά κυρίως φανατικό κοινό. Το 1975 γυρίστηκε ταινία με τον τίτλο The Rocky Horror Picture Show, γνωρίζοντας ανεπανάληπτη επιτυχία.Συνέντευξη στη Μάρη Τιγκαράκη
Για τον Κωνσταντίνο Ρήγο η επιλογή του συγκεκριμένου μιούζικαλ δεν προέκυψε τυχαία: «Μετά από τόσα χρόνια τρέλας ήθελα ν’ ασχοληθώ μ’ ένα έργο που είναι τρελό από μόνο του» λέει με διάθεση αυτοσαρκασμού. «Περιέχει τόσα στοιχεία που το κάνουν ιδιαίτερο που θέλεις να το αντιμετωπίσεις κάποια στιγμή. Πρωτοείδα την ταινία πριν δεκαπέντε χρόνια και σε όλο αυτό το διάστημα το είχα στο μυαλό μου. Όλο αυτό το μίγμα των αλλόκοτων χαρακτήρων που θυμίζουν κόμικς, της υπέροχης μουσικής του βιτριολικού χιούμορ και της dark αισθητικής με γοητεύουν».
Το έργο, που μοιάζει να σατιρίζει τις b-movies επιστημονικής φαντασίας, ξεπερνά απενοχοποιημένα τα όρια του κιτς και πλέον θεωρείται καλτ. «Ως καλτ το ανεβάζουμε και στο Rex γιατί έτσι πιστεύω ότι αξίζει να το δει κανείς. Το μυστικό είναι να πετύχεις τη χημεία εκείνη που θα το ζωντανέψει σωστά και όχι απλά σαν καρικατούρα».
Πόσο «δικό» του έκανε το έργο σε σχέση με τις παραγωγές του εξωτερικού; «Προσπάθησα να τηρήσω τις αυστηρές προδιαγραφές που ορίζουν οι παραγωγοί που μας παραχωρούν τα δικαιώματα. Άλλωστε αυτό το έργο έχει τόση τρέλα από μόνο του που δεν έχει ανάγκη τη δική μου… Αυτή δηλαδή που οι άλλοι ισχυρίζονται ότι κουβαλάω, γιατί εγώ δεν ζω καθόλου έτσι. Η δική μου ζωή είναι πολύ ήρεμη και εντελώς φυσιολογική».
Η ιστορία αφορά ένα νεαρό αρραβωνιασμένο ζευγάρι τον Μπραντ και τη Τζάνετ, τυπικό δείγμα εκπροσώπων της πουριτανικής μεσοαστικής τάξης, που παγιδεύεται σ’ έναν πύργο όπου ζει το εξωγήινο τραβεστί Φρανκ-ν-Φέρτερ μ’ ένα τσούρμο εξωφρενικών υπηρετών. Εκεί γίνονται μάρτυρες της «δημιουργίας» του Ρόκι Χόρορ, ενός άντρα πλασμένου για να ικανοποιεί κάθε όρεξη του Φρανκ. Μέσα σε μια βραδιά συμβαίνουν τα πάντα και όλα ανατρέπονται. «Στην ουσία αυτό που ανατρέπεται είναι το όνειρο της συντηρητικής ροζ ζωής τους… Φαινομενικά στο τέλος οι δύο νέοι βγαίνουν λαβωμένοι από όλη την περιπέτεια αλλά τελικά είναι ήρωες. Έχουν χάσει τ’ όνειρό τους αλλά έχουν κερδίσει τη ζωή τους. Και αυτό είναι το πολύ σημαντικό μήνυμα που σου αφήνει το έργο: να ζεις τα πάντα με ελευθερία απέναντι στον εαυτό σου χωρίς να προσβάλεις τους άλλους».
Γιατί όμως ένα τόσο ακραίο έργο έχει γνωρίσει τόση μεγάλη αποδοχή; «Είναι τόσο δυνατό σε νοήματα που πιστεύω ότι ο άνθρωπος που το έγραψε -τη δεδομένη στιγμή- ήταν ιδιοφυΐα. Ταυτόχρονα έχει πλάκα γιατί όλα τα πρόσωπα της ιστορίας, που μοιάζουν απόκληροι της ζωής, είναι εντελώς υπαρκτά και αναγνωρίσιμα στην κοινωνία μας».
Είναι γοητευτικοί οι ακραίοι χαρακτήρες; «Για μένα ναι. Μόνο που σ’ αυτό το έργο υπάρχουν από μόνοι τους ενώ στις άλλες παραστάσεις μου τους εφευρίσκω εγώ».
Στις παραστάσεις του εξωτερικού το κοινό «παρεμβαίνει» σε πολλά σημεία του έργου: «Η ενεργή συμμετοχή του κοινού είναι κάτι που θέλουμε να πετύχουμε και στο Rex. Φαντάσου ότι στο εξωτερικό πολλοί θεατές πηγαίνουν στο θέατρο ντυμένοι όπως οι ήρωες του έργου. Θα θέλαμε λοιπόν να καθιερώσουμε τέτοια happenings κάθε Παρασκευή, με έναρξη την 31η Οκτώβριου που συμπίπτει με το Halloween».
«Με τον Γιώργο Μαζωνάκη συνεργαζόμαστε επτά χρόνια. Ξέρω τις δυνατότητές και μπορώ να πω ότι το θέατρο του ταιριάζει. Ο ίδιος αρχικά δεν ήθελε να παίξει σε μιούζικαλ αλλά όταν του πρότεινα τον συγκεκριμένο ρόλο δέχτηκε με ενθουσιασμό και μπήκε σ’ αυτή τη διαδικασία πολύ υπεύθυνα δουλεύοντας πολύ σκληρά για να ενταχθεί στην παράσταση».
Τελικά τι γίνεται με τα μιούζικαλ; Είναι η νέα τάση στη διασκέδαση; «Δεν συμφωνώ με όσους υποστηρίζουν ότι τα μιούζικαλ επέστρεψαν στο προσκήνιο γιατί στην κρίση ο κόσμος έχει ανάγκη να γελάσει με ανάλαφρα θεάματα. Διασκέδαση δεν είναι μόνο το γέλιο. Μια καλή παράσταση, ακόμα και αν είναι τραγωδία μπορεί να σε κάνει ευτυχισμένο. Πάντως το μιούζικαλ είναι το πιο δύσκολο και πιο απαιτητικό είδος θεάτρου και είναι καλό να υπάρχει και αυτό στην ατζέντα του θεατή».
Και τι γίνεται με τη δική του ατζέντα; Πως καταφέρνει να βάζει στις ίδιες σελίδες το Φεστιβάλ Αθηνών, το Rex και την Πάολα; «Όταν πριν από μια δεκαετία ξεκίνησα να συνεργάζομαι με τους τραγουδιστές ήταν μια απόφαση την οποία πήρα πολύ συνειδητά, σε μια φάση που ήμουν πολύ σίγουρος για το ποιος είμαι και τι μπορώ να κάνω. Δεν ένιωθα ότι έχω ν’ αποδείξω σε κανέναν κάτι. Είχα ήδη κάνει πολλές δουλειές που ευχαριστήθηκα με την Οκτάνα, το ΚΘΒΕ, τη Λυρική κ.ά και είχα εισπράξει την αποδοχή του κοινού και των κριτικών. Διέκρινα όμως νωρίς την κατάρρευση που ακολούθησε. Και συνειδητοποίησα ότι για να είμαι σε θέση κάνω τα πράγματα που μου αρέσουν θα πρέπει να κάνω ένα διαφορετικό βήμα για να εξασφαλίσω τους πόρους. Αυτό ήταν το κίνητρο και η αρχική σκέψη. Γρήγορα όμως διαπίστωσα ότι αυτό που έκανα μ’ άρεσε κιόλας. Πέρναγα καλά. Δεν θα μπορούσα να το συνεχίσω αλλιώς. Και αυτό ήταν πολύ απελευθερωτικό».
«Είμαι βέβαια και τυχερός γιατί υπάρχουν άνθρωποι στο χώρο ανοιχτοί που αντιλαμβάνονται ποιος είμαι και τι κάνω και δεν κόλλησαν σε ταμπέλες, όπως για παράδειγμα ο Χουβαρδάς όταν ήταν στο Εθνικό θέατρο ή ο Λούκος στο Φεστιβάλ. Φυσικά υπάρχουν και άλλοι που σκέφτονται διαφορετικά και που δυστυχώς βρίσκονται σε καίριες θέσεις».
Η αλήθεια είναι ότι πολλοί σταρ της νύχτας άλλαξαν εντελώς image μετά τη δική του καθοδήγηση. «Έχω ένα περίεργο τρόπο να λειτουργώ με τους ανθρώπους, να τους αντιλαμβάνομαι και να τους αγαπάω. Μου αφήνονται και τους αφήνομαι… Είναι μια καθαρκτική διαδικασία και για τις δύο πλευρές. Κάνω πράγματα που πιστεύω ότι τους ταιριάζουν και δεν τους εκθέτουν. Δεν έχω ν’ αποδείξω τίποτα και δεν θέλω να μου αποδείξει κανένας τίποτα. Και αυτή είναι μια χημεία ιδανική για να μπορέσεις να λειτουργείς σε διαφορετικούς χώρους και με διαφορετικούς ανθρώπους».
Τελικά ποιο είναι το ζητούμενο σε κάθε δουλειά; «Κάποια πράγματα στήνονται με γνώμονα την εμπορικότητα. Ειδικά τα μιούζικαλ που είναι τόσο πολυδάπανες παραγωγές στοχεύουν στο μαζικό κοινό. Θεωρώ ότι εγώ είμαι «too much» για το ευρύ κοινό. Το ότι έχω καταφέρει και είμαι εμπορικός με αυτά που κάνω είναι μεγάλη τύχη. Στην πραγματικότητα όμως ποτέ δεν κάνω καμία υποχώρηση σε αυτά που θεωρώ ότι πρέπει να γίνουν».
Η Ταυτότητα της παράστασης
ROCKY HORROR SHOW Του RICHARD O’BRIEN
REX – Πανεπιστημίου 48, Αθήνα – τηλ. 211 80 000 80
Σκηνοθεσία – Χορογραφία – Σκηνογραφία: Κωνσταντίνος Ρήγος
Μετάφραση: Σήλια Γεωργιάδη
Απόδοση στίχων: Γιάννα Βασιλείου, Σήλια Γεωργιάδη
Ενορχήστρωση: Δήμος Αναστασιάδης
Φωνητική διδασκαλία: Γιάννα Βασιλείου
Συνεργάτης Σκηνογράφος: Ζήσης Παπαμίχος
Ενδυματολόγος: Γιώργος Σεγρεδάκης
Σχεδιασμός Φωτισμών: Σάκης Μπιρμπίλης
Σχεδιασμός Ήχου: Γιάννης Βενιός
Βοηθοί Σκηνοθέτη: Άγγελος Παναγόπουλος, Έλενα Σκουλά
Διεύθυνση ορχήστρας: Κώστας Γκαγκαστάθης
Μακιγιάζ: Make Up Lab by Γιάννης Μαρκετάκης
Πρωταγωνιστούν με σειρά εμφάνισης: Usherette / Magenta: Βασιλική Τρουφάκου, Brad Majors: Μάξιμος Μουμούρης, Janet Weiss: Νάντια Μπουλέ, Riff Raff: Ιβάν Σβιτάιλο, Columbia: Τζένη Θεωνά, Frank ‘n’ Furter: Κωνσταντίνος Ασπιώτης, Rocky: Νάσος Παπαργυρόπουλος, Eddie: Γιάννης Τσεμπερλίδης, Dr. Scott: Κλέων Γρηγοριάδης.
Στον ρόλο του αφηγητή ο Γιώργος Μαζωνάκης
Φαντάσματα: Γιάννης Μωραΐτης, Χρήστος Νικολάου, Γιάννης Τσεμπερλίδης, Ιόβη
Φραγκάτου, Ηρώ Χαλκίδη
Πρεμιέρα: Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014
Ημέρες και ώρες παραστάσεων
Τετάρτη, Κυριακή 7:30μ.μ.
Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο 8:30μ.μ.
Τιμές εισιτηρίων
Α’ ζώνη: 40 ευρώ / Β’ ζώνη: 35 ευρώ / Γ’ ζώνη: 30 ευρώ / Δ’ ζώνη: 25 ευρώ /
Ε’ ζώνη: 20 ευρώ / ΣΤ΄ ζώνη: 15 ευρώ / Η’ ζώνη: 12 ευρώ