Greek movies we love
Δύο ελληνικές ταινίες που ήδη προβάλλονται στις αίθουσες και άλλες δύο που κάνουν πρεμιέρα αυτή την Πέμπτη. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το εγχώριο σινεμά αντεπιτίθεται. Αμ δε!Από τον Κώστα Ζαλίγκα
Ας τα πάρουμε με τη σειρά. «Η έκρηξη» του Σύλλα Τζουμέρκα είναι η δεύτερη ταινία του σκηνοθέτη μετά τη «Χώρα Προέλευσης». Πολυταξιδεμένη στα φεστιβάλ εκτός συνόρων και έχοντας αποσπάσει καλά σχόλια από τον διεθνή Τύπο, η ταινία έκανε πρεμιέρα στη χώρα μας κι έκοψε 1.833 εισιτήρια το πρώτο τετραήμερο προβολής της σε τέσσερις αίθουσες σε όλη τη χώρα. Το νέο, σύγχρονο ελληνικό σινεμά (weird wave το ονόμασαν οι ανταποκρίσεις του ξένου Τύπου), συνεχίζει να μην αφορά στο ελληνικό κοινό. Φταίει η υστερική ερμηνεία της Αγγελικής Παπούλια; Η εκ νέου «γροθιά στην ελληνική κοινωνία και οικογένεια» που δείχνει πλέον να έχει κουράσει; Όποια κι αν είναι η αιτία, «Η έκρηξη» δεν έκανε το θόρυβο που θα επιθυμούσε.
Πάμε παρακάτω. Δεύτερη ελληνική ταινία που προβάλλεται αυτές τις μέρες και μάλιστα σε ευρεία διανομή είναι το «Από έρωτα» του Θοδωρή Αθερίδη. Με τον ίδιο στον πρωταγωνιστικό ρόλο και δίπλα του επίσης δημοφιλείς ηθοποιούς σαν τη Σμαράγδα Καρύδη και την Παναγιώτα Βλαντή. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι θα κόψει πολλά εισιτήρια και αυτό είναι αναμφισβήτητα θετικό. Πρόσφατα στεκόμουν στην είσοδο κεντρικού κινηματογράφου της Αθήνας και έχασα το μέτρημα με τους περαστικούς που σταματούσαν για να δουν τις μεγάλες φωτογραφίες με τους δύο φωτογενείς πρωταγωνιστές. Ομολογώ ότι δεν είχα σημειώσει παρόμοια αντίδραση στις φωτογραφίες άλλων ταινιών που εναλλάσσονται κάθε Πέμπτη στη «βιτρίνα» της εν λόγω αίθουσας. Στο προκείμενο όμως. Εδώ ο Αθερίδης είχε μια αρχική ιδέα σαν μπούσουλα, που προήλθε από το ομώνυμο θεατρικό του έργο και με αυτήν πορεύθηκε για τα ενενήντα λεπτά της ταινίας. Δεν φρόντισε να την εμπλουτίσει, να την προεκτείνει, να την περιπλέξει, να την ανατρέψει. Με λίγα λόγια το σενάριό του δεν είχε τα φόντα να στηρίξει με επάρκεια το εγχείρημα. Για να μην μπούμε σε λεπτομέρειες ερμηνειών, σκηνοθετικής γραμμής και άλλων συνισταμένων που δεν λειτούργησαν.
Τρίτη αντιπροσωπευτική (;) ταινία του ελληνικού σινεμά σήμερα είναι ο «Κοινός Παρονομαστής» του Σωτήρη Τσαφούλια που κάνει πρεμιέρα την προσεχή Πέμπτη. Όπου τέσσερις άγνωστοι μεταξύ τους άνδρες ανοίγουν συζήτηση σε ένα επαρχιακό καφενείο για τη γυναίκα. Ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης, ο Πυγμαλίωνας Δαδακαρίδης, ο Αντώνης Αντωνίου και ο Ρένος Χαραλαμπίδης, μαζί με την Μαρκέλλα Γιαννάτου που εμφανίζεται στο τελευταίο μέρος της ταινίας, είναι ικανοί παράγοντες για να φέρουν κόσμο στα ταμεία. Και μετά; Γιατί το θέμα δεν είναι να μπεις στην αίθουσα. Το θέμα είναι πώς βγαίνεις. Με ποια συναισθήματα και σκέψεις για αυτό που είδες. Και ο «Κοινός Παρονομαστής», δυστυχώς, είναι από εκείνες τις ταινίες που δεν μπορείς να πιστέψεις αυτό που είδες. Οι «προβληματισμοί» και οι διαπιστώσεις που ακούμε από τα χείλη των τεσσάρων χαρακτήρων απευθύνονται σε παιδιά που διανύουν την εφηβεία τους όταν θα έπρεπε να συμβαδίζουν με τις ηλικίες και τις συσσωρευμένες γνώσεις των πολλαπλών εμπειριών τους. Είναι να απορείς!
Ακόμη μία ελληνική ταινία κάνει πρεμιέρα την ερχόμενη Πέμπτη. «Ο Χειμώνας» του Κωνσταντίνου Κουτσολιώτα με τον Τεό Αλμπάνη και τον Βαγγέλη Μουρίκη. Εδώ έχουμε ένα πολύ προσωπικό ταξίδι του πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη που προς το φινάλε του μάλιστα μπατάρει προς το αφηρημένο. Η αμηχανία των σεναριογράφων και του σκηνοθέτη για το πώς πρέπει να κλείσουν την ιστορία είναι έκδηλη.
Τέλος, είναι και η «Electra» του Πέτρου Σεβαστίκογλου με την Σοφία Κόκκαλη και την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη. Η ταινία προβάλλεται αποκλειστικά στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος κάθε Δευτέρα και Παρασκευή και απευθύνεται σε ειδικό κοινό. Εκείνο δηλαδή που τολμάει να αφιερώσει χρόνο και χρήμα στις πειραματικές απόπειρες στη μεγάλη οθόνη. Με τις όποιες συνέπειες…
Είναι δεδομένη η συμπάθεια και ο θαυμασμός μας προς τους ανθρώπους που παλεύουν σε αυτή τη χώρα, με ελάχιστα μέσα, να φέρουν τις ταινίες τους ενώπιον του κοινού. Αυτό που αποδεικνύεται όμως είναι ότι η απόσταση μέχρι τον θαυμασμό για την πληρότητα και την στέρεη ολοκλήρωση ενός έργου είναι συχνά μεγάλη.