Γκουλτούρα Απόψε: Μάκβεθ στο Απο Μηχανής Θέατρο – Ο κύκλος του αίματος
Αυτή είναι η ουσία την οποία βλέπει ο «εικονοκλάστης» σκηνοθέτης Θάνος Παπακωνσταντίνου στο κλασσικό έργο του Σαίξπηρ. Μια ακολουθία από φόνους που καταστρέφουν ένα βασίλειο, ένας εκδικητικός κύκλος που μέχρι το τέλος προφτάνει τους ίδιους τους δολοφόνους.Από τον Μανώλη ΒαμβούνηΠηγή: Gkoultoura.gr
Ο κύκλος στη σκηνή περικλείει τη φρίκη του εγκλήματος του/της Μάκβεθ. Οι τρεις φρικιαστικές απόκοσμες μάγισσες, βγαλμένες σαν από Ιαπωνική ταινία τρόμου (hint: ομοιοκαταληκτεί με «Πινγκ»), ετοιμάζουν τον κύκλο στην αρχή της παράστασης, τον τονίζουν με κιμωλία, σέρνουν κοντά του τις φυλλωσιές του Μπέρναμ, παραδίδουν στο κέντρο του τα δώρα των φόνων που έχουν ήδη γίνει, που γίνονται πάντα: το στέμμα, το κεφάλι, το δάχτυλο με το δαχτυλίδι. Στις τρεις πλευρές της σκηνής, κόκκινη αυλαία. Η πλευρά προς το κοινό, ένα ειδικό διαχωριστικό πλέγμα (υποθέτω), εντείνει τα σκοτάδια, φυλακίζει το φως, διαστρεβλώνει με τη βοήθεια των φωτισμών τις φιγούρες, κι ας στέκονται ζωντανές μπροστά σου (και ενίοτε ζαλίζει στην παρακολούθηση, αλλά… θυσία).
Μετά το εκπληκτικό «Μετατόπιση Προς το Ερυθρό» του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών, ανυπομονούσα για την επόμενη δουλειά του νεαρού σκηνοθέτη Θ. Παπακωνσταντίνου με τη χαρακτηριστική βίαιη, μινιμαλιστική και γκροτέσκα ματιά. Η πρόταση του πάνω στον Μάκβεθ έμεινε πιστή στις προσδοκίες που έστησε η πολυσυζητημένη του επιτυχία, μεγεθύνοντας τόσο τα θετικά όσο και (δυστυχώς) τα αρνητικά της στοιχεία. Εντυπωσιακό, επιβλητικό, τρομακτικό, συγκινητικό, στομφώδες – μα όταν (δυστυχώς) ξεφεύγει από τα όρια του… αβάσταχτα δήθεν και ανιαρό.
Από το έργο του Σαίξπηρ, ο Παπακωνσταντίνου έχει κρατήσει επιλεκτικά μόνο όσα τον ενδιαφέρουν: τον Στρατηγό Μάκβεθ, τη Λαίδη Μάκβεθ, τον φόνο, τις ενοχές, την τρέλα και την τιμωρία. Λίγοι άλλοι χαρακτήρες εμφανίζονται, και αυτοί μόνο ως υπερφυσικά πλάσματα μνήμης τα οποία ποτέ δεν μιλούν, οι προηχογραφημένες φωνές τους όμως στοιχειώνουν τον χώρο. Οι Μακβέθ σχεδιάζουν τον φόνο του βασιλιά μετά την προφητεία των μαγισσών για να πάρουν τη θέση του. Όταν πια έχουν το στέμμα, οι ενοχές τους οδηγούν στην τρέλα, την αυτοκτονία και τον θάνατο.
Πριν το έγκλημα τους, οι Μακβέθ περιτριγυρίζουν τον άσπιλο ακόμα κύκλο, φλερτάρουν μαζί του και κομπάζουν γύρω του, μονολογώντας (κάτω από εξαιρετικά μελετημένους φωτισμούς) με υπερβολικό στόμφο και αργόσυρτη εκφορά. Είναι ερμηνείες (ηθελημένα;) ανυπόφορες, κουραστικές: η αδυσώπητα σκύλα και ο αναποφάσιστος δειλός υποχείριο της.
Μετά τον φόνο, όλα αλλάζουν. Τα φώτα σβήνουν, ξανανάβουν, ο Μακβέθ είναι στο κέντρο του κύκλου, βαμμένος -μαζί με τη σκηνή- στο αίμα. Κλαίει, ουρλιάζει, υποφέρει σαν μικρό παιδί. Το γκρέμισμα στην μίζερη ευάλωτη ανθρωπιά του Άκι Βλουτή είναι συγκλονιστικό και θαρραλέο – μακάρι όμως να μην είχε χρειαστεί να υπομείνει τόσο το κοινό στο αργόσυρτο πρώτο μέρος για να το εκτιμήσει. Μακάρι να ήξερε πως μπορούσε να γελάσει τότε στις αρχές με την γελοιότητα του υπερβάλλοντα στόμφου και της σοβαροφανούς υπεροψίας τους.
Η Κωνσταντίνα Τάκαλου δεν θα έχει (αργότερα) την ίδια ευκαιρία να εξιλεωθεί για τον δικό της χαρακτήρα. Η πιο δυνατή σκηνή της Λαίδης Μάκβεθ μεταφέρεται στο φινάλε της παράστασης, αποδυναμωμένη όμως κι εμείς δεν εισπράττουμε την ερμηνεία που θα αναλογούσε σε μια τόσο χαρισματική ηθοποιό, η οποία περιμέναμε αληθινά να ξεσπαθώσει με μανία στο (όχι πλέον φανταστικό εδώ) αίμα που βάφει τα χέρια της.
Το αίμα της σφαγής του βασιλιά ευτυχώς λες και δίνει «γράσο» για τα γρανάζια του μηχανισμού της παράστασης να κυλήσουν. Η στέψη του νέου βασιλικού ζεύγους και η μεγάλη τους δεξίωση στήνονται μέσα από μια σεκάνς αληθινό αριστούργημα και σπουδή πάνω στον τρόμο όπως τον εξέλιξε ο Ιαπωνικός κινηματογράφος, και μια Lynch-ική κινηματογραφικότητα στον τρόπο που παίζει με τους φωτισμούς και το γκροτέσκο της ονειρικής (εφιαλτικής) επανάληψης, το σπάσιμο μπροστά στα μάτια μας της ακολουθίας της πραγματικότητας. Τα φώτα αναβοσβήνουν αργά και βασανιστικά, ο βασιλιάς με τη βασίλισσα Μάκβεθ βρίσκονται παγιδευμένοι στον κύκλο και γύρω γύρω, από τις τρεις πλευρές της σκηνής που είναι όλες αυλαία της παράστασης τους, εισέρχεται μια μάγισσα. Σβήνουν τα φώτα. Ξανά. Εισέρχονται δύο. Σβήνουν. Ξανά. Εισέρχονται τρεις. Ανάβουν. Και ξανά. Τα στοιχειά παίρνουν θέσεις. Σβήνουν. Ανάβουν. Εξαφανίζονται. Εμφανίζονται. Περικυκλώνουν. Σβήνουν. Η πραγματικότητα έχει κολλήσει σε μια ανίερη λούπα και ο θεατής, όσο και οι χαρακτήρες, είναι έρμαια της σκηνοθεσίας. Και τα φώτα σβήνουν.
Αυτό είναι το υλικό του εφιάλτη, αριστουργηματικά δοσμένο. Ο Παπακωνσταντίνου είναι αριστοτέχνης της εικόνας, της ατμόσφαιρας, της σκηνής του φωτός, του ήχου. Δυστυχώς, της ισορροπίας των ερμηνειών, όχι ακόμα. Στην κεντρική σκηνή του Από Μηχανής παρουσιάζει ένα σκηνοθετικό διαμάντι το οποίο θα δοκιμάσει άγρια τις αντοχές των θεατών – μόνο όμως στον μισό του χρόνο αξιέπαινα.
Ιnfo
Μετάφραση: Γιώργος Χειμωνάς
Διασκευή – Σκηνοθεσία: Θάνος Παπακωνσταντίνου
Σκηνικά – Εικαστική Επιμέλεια: Νίκος Αναγνωστόπουλος
Κοστούμια: Νίκη Ψυχογιού
Κίνηση: Χαρά Κότσαλη
Μουσική Σύνθεση-Ηχητικό Περιβάλλον: Αντώνης Μόρας
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα
Βοηθός Σκηνοθέτη: Μάρω Πετλή
Ερμηνεύουν: Άκις Βλουτής – Μάκβεθ, Κωνσταντίνα Τάκαλου – Λαίδη, Μάκβεθ, Βασίλης Βηλαράς, Ελεάνα Γεωργιάδου, Κατερίνα Μηλιώτη, Ελένη Μολέσκη, Μάριος Παναγιώτου, Γιώργος Φλωράτος
Απο Μηχανής Θέατρο
Ακαδήμου 13 Μεταξουργείο, Αθήνα
1 Δεκεμβρίου 2014 έως 1 Μαρτίου 2015
Πέμπτη – Παρασκευή – Σάββατο – Κυριακή 20:00
Διάρκεια: 90 λεπτά
Τιμές εισιτηρίων:, Γενική Είσοδος: 14 €, Μειωμένο: 10 € / Ατέλεια: 5 €