Άμλετ: Ο ήρωας της αμφιβολίας και οι νευρώσεις του!
Πόσοι και πόσοι ηθοποιοί ονειρεύτηκαν να παίξουν τον Άμλετ, τον θρυλικό σαιξπηρικό πρίγκιπα της Δανίας. Αλλά και πόσες αγωνίες περνούν αυτοί που έχουν να τον ερμηνεύσουν. Ο πρώτος τους φόβος είναι αν θα θυμηθούν τι πρέπει να πουν στην σκηνή. «Έχω αγωνία να μην ξεχάσω τα λόγια μου» δηλώνει με ειλικρίνεια ο Χρήστος Λούλης, που υποδύεται τον Άμλετ στην παράσταση του Γιάννη Χουβαρδά στην Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.
Κι ο λόγος που ο Χρήστος Λούλης το φοβάται αυτό μόνο παράλογος δεν είναι. Ο ρόλος του Άμλετ είναι πραγματικά τεράστιος! Από τους 4.000 στίχους του έργου του Σαίξπηρ, ο Άμλετ μόνος του εκφωνεί τους 1.500! Η παρουσία του στο έργο είναι συντριπτική, όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο Ηρακλής Λογοθέτης στο Συμπόσιο του μήνα, του Εθνικού θεάτρου με θέμα τον Πρίγκιπα της Δανίας. Ο Άμλετ βρίσκεται επί σκηνής, όπως εξήγησε, στα 2/3 της παράστασης. Για 30 λεπτά εμφανίζεται στην σκηνή μόνος, εκφωνώντας τους πασίγνωστους μονολόγους του.
Και είναι και το βάθος του έργου, η δυσκολία του ρόλου. «Με αυτούς τους ρόλους και τα έργα δεν μπορείς να φιλοδοξείς ότι θα πετύχεις. Η μεγαλύτερη φιλοδοξία είναι να αποτύχεις ωραία» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Χρήστος Λούλης στην συζήτηση του Εθνικού με θέμα τον «Άμλετ».
Ο «Άμλετ» του Σαίξπηρ είναι ένα έργο με μεγάλες πολιτικές, υπαρξιακές, ψυχαναλυτικές, λογοτεχνικές και φιλοσοφικές προεκτάσεις. Σύμφωνα με τον Ηρακλή Λογοθέτη, δημοσιογράφο και συγγραφέα, μαζί με την “Θεία Κωμωδία” του Δάντη και τον “Φάουστ” του Γκαίτε, είναι το έργο που μας εισάγει στον σύγχρονο δυτικό κόσμο. Ένα από τα κυρίαρχα στοιχεία του είναι η αμφιβολία.
Ο Άμλετ είναι ο ήρωας της αμφιβολίας. Ένας ήρωας που αναβάλλει διαρκώς την εκδίκησή του, γιατί αμφιβάλλει. Κι η αμφιβολία του απλώνεται σε όλο το νόημα της ύπαρξης, σε έναν διαρκή αναστοχασμό και μια ακροβασία με το μηδέν. Ένας ήρωας με ιδιαίτερη λάμψη, «ένας συμπαθής ήρωας», όπως τον χαρακτήρισε ο διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου Σωτήρης Χατζάκης, που προλόγισε την εκδήλωση, σε αντίθεση για παράδειγμα με την Ηλέκτρα, που είναι μάλλον αντιπαθής.
Την ψυχαναλυτική ερμηνεία του Άμλετ ανέλυσε στο Συμπόσιο ο Ματθαίος Γιωσαφάτ, ψυχίατρος / ψυχαναλυτής και συγγραφέας. Ο διακεκριμένος επιστήμονας τόνισε ότι ο Άμλετ είναι ο Σαίξπηρ με τον ίδιο τρόπο που ο Φλομπέρ δήλωνε «Η Μαντάμ Μποβαρί είμαι εγώ».
Στο επίκεντρο των συμπεριφορών του Άμλετ ο ψυχαναλυτής τοποθετεί το Οιδιπόδειο πρόβλημα. Ο Άμλετ, σύμφωνα με τον κ. Γιωσαφάτ, είναι αμφισεξουαλικός και θηλυκός, γιατί έχει ανεπαρκές πατρικό πρότυπο (κάτι πάντως που από το κείμενο και τον τρόπο που ο κεντρικός χαρακτήρας περιγράφει τον πεθαμένο πατέρα του, δεν προκύπτει). Μισεί τον πατέρα του, γιατί του κλέβει τη μητέρα. Διχάζεται ανάμεσα στον καλό πατέρα (φάντασμα) και τον κακό πατέρα (Κλαύδιο) και την καλή μητέρα (την οποία αποζητά στην Οφιλία) και την κακή μητέρα (Γερτρούδη).
Το οιδιπόδειο πρόβλημα κάνει τον Άμλετ να παραμένει ένας οργισμένος έφηβος (ενώ σύμφωνα με τον Ηρακλή Λογοθέτη η ηλικία του είναι 27 μέχρι 30 ετών) και να βρίσκεται σε μια κατάσταση διαρκούς αμφιβολίας. Πληγωμένος από την προδοσία της μάνας, βρίσκεται στο δίλημμα «να σκοτώσω ή να μην σκοτώσω» τον ανταγωνιστή- πατέρα.
Ο κ. Γιωσαφάτ δεν απέφυγε κάποιες ανακρίβειες και αφηγηματικές ακροβασίες στον τρόπο που παρουσίασε την πλοκή του έργου, μεταθέτοντας, για παράδειγμα, τη σειρά των σκηνών και υποστηρίζοντας ότι φράσεις που ο Άμλετ έχει πει στην Οφιλία (όπως το «Πήγαινε σε μοναστήρι»), τις είχε πει στην μητέρα του Γερτρούδη. Όμως, καλώς ή κακώς, η ψυχαναλυτική ανάγνωση του πάνω στη συγκεκριμένη τραγωδία του Σαίξπηρ είναι τόσο ελαστική, που δεν νομίζω ότι αυτές οι ανακρίβειες αλλάζουν κάτι. Στην πραγματικότητα προσαρμόζει το κείμενο, έτσι ώστε να ταιριάζει στην φροϋδική θεωρία. Κι όπως δήλωσε «έχω δει πολλούς Άμλετ στο ιατρείο. Τα προβλήματα είναι τα ίδια. Απλά δεν τα περιγράφουν οι ασθενείς με τον μεγαλοφυή τρόπο που το κάνει ο Σαίξπηρ».
Για τον Άμλετ μίλησαν κι άλλοι. Ο θεατρικός συγγραφέας Βασίλης Κατσικονούρης αμφισβήτησε ως ένα βαθμό το κατά πόσον στην αναβλητικότητα οφείλεται το τραγικό τέλος του Άμλετ. Υποστήριξε πως η αναβλητικότητα του Άμλετ είναι τόσο υπεύθυνη για το τραγικό φινάλε του έργου, όσο και η βιασύνη του Λαέρτη, τον οποίο χαρακτήρισε αρνητικό Άμλετ.
Η Ρούλα Πατεράκη, από την πλευρά της, τόνισε ότι πως στον Άμλετ και στο διάσημο δίλημμα “to be or not to be” αναδεικνύεται ότι στο θέατρο η ύπαρξη είναι σημαντικότερη της σκηνικής δράσης. Κι ότι οι μεγάλοι ηθοποιοί δεν δρουν πάνω στην σκηνή. Υπάρχουν πάνω στην σκηνή. Κατά την εκτίμησή της, αυτό δεν υπάρχει στους αρχαίους τραγικούς, αλλά στον Σαίξπηρ.
Στα φόλιο του Σαίξπηρ, στις αμέτρητες σκηνές του θεάτρου, στο ντιβάνι του ψυχαναλυτή, στο Συμπόσιο του Εθνικού Θεάτρου και σε τόσα άλλα μέρη, ο “Άμλετ” είναι ένα ταξίδι που δεν έχει τελειωμό! Ο σαιξπηρικός ήρωας της αμφιβολίας θα συνεχίσει για χρόνια να μας απασχολεί με τα αμέτρητα ερωτηματικά του, τους ποιητικούς μονολόγους και τους διανοητικούς του λαβύρινθους.
Γιώργος Σμυρνής