Είδαμε τον «Σωσία» του Ντοστογιέφσκι στο θέατρο Ροές- Χαμένη ταυτότητα
Αντιμέτωπος με τον «Σωσία» του, μια κομφορμιστική και γοητευτική εκδοχή του εαυτού του, έρχεται ο Άρης Σερβετάλης. Το συγκεκριμένο έργο του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι ανεβαίνει σε σκηνοθεσία της Έφης Μπίρμπα στο θέατρο Ροές.
Επηρεασμένος τόσο από τον γερμανικό ρομαντισμό και τον E.T.A. Hoffmann όσο και από τον μεγάλο ρώσο συγγραφέα Νικολάι Γκόγκολ, ο Ντοστογιέφσκι γράφει τον Σωσία του. Το έργο ανήκει στην πρώτη δημιουργική του περίοδο, πριν τα διάσημα μεταγενέστερα έργα του (Έγκλημα και Τιμωρία, Αδελφοί Καραμαζόφ). Το έργο μιλάει για έναν κρατικό υπάλληλο, τον Γκολιάτκιν, ο οποίος τρελαίνεται και συναντά επανειλημμένα τον σωσία του, έναν άνθρωπο που είναι πολύ πιο εξωστρεφής και γοητευτικός από τον ίδιο. Η συνάντηση των δύο αντρών (του Γκολιάτκιν και του σωσία του, που είναι μια κατασκευή του μυαλού του) αρχικά είναι φιλική, αλλά στη συνέχεια γίνονται εχθροί, καθώς ο Γκολιάτκιν βλέπει τον σωσία να επιχειρεί να του κλέψει τη ζωή.
Η παράσταση της Έφης Μπίρμπα δίνει μεγαλύτερη έμφαση στη θεατρική δράση, παρά στην αφήγηση της ιστορίας, που επινόησε ο Ντοστογιέφσκι. Έτσι, επικεντρώνεται σε κάποια επεισόδια της ζωής του Γκολιάτκιν, αποκαλύπτοντας το υποκειμενικό πλάνο μιας ιδιαίτερης μορφής. Υπάρχουν ατμόσφαιρες και καταστάσεις που παραπέμπουν στο μεταμοντέρνο θέατρο, αλλά και στο θέατρο του παραλόγου. Το ίδιο το σκηνικό μοιάζει να ξεπηδάει από τις «Καρέκλες» του Ιονέσκο. Άλλωστε, ο κεντρικός χαρακτήρας είναι ένας παράλογος άνθρωπος, αλλά κι ένας άνθρωπος που αναζητάει τον εαυτό του. Η ίδια η ιστορία του Ντοστογιέφσκι είναι ανοιχτή σε πολλές ερμηνείες και η παράσταση της Μπίρμπα την αφήνει έτσι. Ο θεατής μπορεί να φανταστεί και να καταλάβει ό,τι θέλει.
Η κατάδυση στον διαταραγμένο ψυχισμό του κεντρικού χαρακτήρα δίνει βάθος και μια βαριά συναισθηματική ατμόσφαιρα. Δεν αναδεικνύεται μόνο με την παρουσίαση της ιστορίας του σωσία- η οποία έτσι κι αλλιώς είναι ελλειπτική- αλλά και με άλλους τρόπους. Αναδεικνύεται μία σκοτεινή, μελαγχολική ατμόσφαιρα ενός ανθρώπου που υποφέρει από έντονο ψυχολογικό πρόβλημα. Αν και δεν γίνεται η ιστορία πλήρως αντιληπτή, έτσι αφαιρετικά που παρουσιάζεται, το γεγονός ότι όλα αυτά που συμβαίνουν είναι αποκυήματα της τρέλας του Γκολιάτκιν προβάλλεται με αρκετούς τρόπους: Με επαναλήψεις, που αναδεικνύουν εμμονές, με περίεργους ήχους και χρήση μικροφώνου, με τη σωματική έκφραση που συχνά επιδεικνύει αμηχανία και δυσκολία ένταξης στο κοινωνικό περιβάλλον.
Υποκριτικά η παράσταση είναι στημένη γύρω από τον Άρη Σερβετάλη. Αυτός ερμηνεύει τον Γκολιάτκιν κι οι υπόλοιποι ηθοποιοί έχουν συμπληρωματικό ρόλο. Για παράσταση με πρωταγωνιστή τον Σερβετάλη (ο οποίος συμμετέχει και στην δραματουργική επεξεργασία του έργου) το έργο αυτό έχει λίγη κίνηση. Αλλά και πάλι η σπουδαία ικανότητα του γνωστού ηθοποιού στο σωματικό θέατρο αναδεικνύεται και με το παραπάνω. Ο Σερβετάλης κάνει και δύσκολα πράγματα επί σκηνής, όπως το να τρυπώνει σαν χέλι μέσα σε έναν σωρό από καρέκλες, λες και τον ρούφηξε κάποια δύναμη, για να τον εξαφανίσει. Και γενικότερα η ερμηνεία του, είτε σε επίπεδο κινησιολογικό, είτε σε επίπεδο ερμηνείας και απαγγελίας, κινείται σε υψηλά επίπεδα και γοητεύει ακόμα και ανθρώπους, στους οποίους δεν άρεσε η συγκεκριμένη παράσταση.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ: Πρόκειται για μια σύγχρονη αισθητικά και ουσιαστική προσπάθεια πάνω σε ένα σημαντικό λογοτεχνικό έργο και θέμα. Οι πολλές επαναλήψεις δίνουν έναν νωχελικό ρυθμό, που καθιστά κάπως δύσκολη την παρακολούθηση, σε ένα έργο, όπου η ατμόσφαιρα και η αφαίρεση κυριαρχούν της αφήγησης. Η ερμηνεία του Άρη Σερβετάλη είναι από τις πιο δυνατές πτυχές της παράστασης.
Γιώργος Σμυρνής