Λένα Κιτσοπούλου: Δεν κάνω καμία ψυχανάλυση του εαυτού μου μέσα από τα έργα μου
Μετά από αρκετό καιρό, και αφού καταπιάστηκε με κείμενα άλλων συγγραφέων, στα οποία φυσικά πρόθσεσε το δικό της αναγνωρίσιμο ύφος, η Λένα Κιτσοπούλου επιστρέφει στη σκηνή, μ’ ένα νέο έργο, κρατώντας μάλιστα έναν από τους δύο πρωταγωνιστικούς ρόλους. Στο site του θεάτρου Τέχνης στη λίστα με το φετινό ρεπερτόριο, γράφει απλά «Το νέο έργο της Λένας Κιτσοπούλου». Υποψιάζομαι ότι κάτι αντίστοιχο γράφουν και όλες οι στήλες θεαμάτων. Πώς αλλιώς μπορείς να αναφερθείς σ’ αυτή την παράσταση, όταν ο τίτλος του έργου είναι: «Μια μέρα, όπως κάθε μέρα, σε ένα διαμέρισμα από τα χιλιάδες διαμερίσματα της Αθήνας, αυτά με τα κουφώματα ασφαλείας και τους βολικούς καναπέδες τους, σε κατάσταση αμόκ. Ή η ανουσιότητα του να ζεις». Όταν λοιπόν συναντηθήκαμε με τη Λένα Κιτσοπούλου για να μιλήσουμε για αυτό το έργο, ήταν φυσικό να ξεκινήσουμε τη συζήτησή μας από το νόημα και τη σκοπιμότητα αυτού του ασυνήθιστου τίτλου.Συνέντευξη στη Μάρη ΤιγκαράκηVideo: Premiummedia
Ο τίτλος προέκυψε επειδή κάπως έτσι είναι και το έργο, που έχει να κάνει με την μπουρδολογία που όλοι μας συχνά συζητάμε στα σαλόνια μας. Κατά κάποιο τρόπο ο τίτλος έχει την ίδια επίδραση που θα ‘θελα να έχει και το έργο: πολλά λόγια χωρίς πολύ νόημα ή που λένε το ίδιο πράγμα. Ηχητικά σου δημιουργεί ένα συναίσθημα να θέλεις να πεις, άντε τελείωνε…
Δεν σκέφτηκες ότι θα πουν «πάλι η Κιτσοπούλου θέλει να προκαλέσει»;
Πάντα θα υπάρχουν αυτοί που λένε ότι θέλω να προκαλέσω. Δεν με ενδιαφέρει όμως καθόλου και δεν το σκέφτομαι ποτέ όταν ετοιμάζω κάτι. Είμαι κλεισμένη στον κόσμο μου και κάνω αυτό που πιστεύω και ικανοποιεί πρώτα εμένα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο τίτλος ταιριάζει στο έργο και δεν είναι καθόλου προκλητικός.
Τί μεσολαβεί και από τη βαρεμάρα του καναπέ καταλήγουμε στην κατάσταση αμόκ;
Στο έργο αυτό η κατάσταση αμόκ υπάρχει καθ’ όλη τη διάρκεια του λόγου, ασχέτως εάν εκφράζεται ή είναι μια σιωπή, κάποιο βλέμμα ή ένα παραλήρημα. Στην ουσία είναι σαν να μην αντέχουμε κάτι πολύ πιο βαθύ μέσα μας και το καλύπτουμε, προσπαθώντας να πιαστούμε από κουβέντες ανούσιες, καθημερινές. Από κάτω όμως βράζει ένα πράγμα που δεν αντέχουμε. Ένας φόβος, μια ματαιότητα μια έλλειψη ονείρου… Πράγματα που μας πονάνε αλλά που, από μια ηλικία και μετά, έχουμε κουραστεί να τα επαναλαμβάνουμε. Και δεν τα εκφράζουμε. Αυτό όμως μαζεύει πολύ πίεση γιατί το πρόβλημα εξακολουθεί να υπάρχει.
Πόσο κοντά στη δική σου πραγματικότητα είναι αυτό το έργο;
Πάντα μέσα σ’ αυτά που κάνω υπάρχει και ένα κομμάτι μου, γιατί από εκεί ξεκινάω. Στη συνεχεία όμως δημιουργείται μια κατασκευή. Μ’ ενδιαφέρει η δομή, η φόρμα, το παιχνίδι με τις λέξεις, η γραφή σαν γραφή, το θέατρο σαν θέατρο, ασχέτως από το που είμαι εγώ εκεί μέσα. Δεν κάνω καμία ψυχανάλυση του εαυτού μου ή καμία δική μου εκτόνωση μέσα από τα έργα.
Τί μπορεί να σε φέρει σε κατάσταση αμόκ;
Εάν τα σκαλίσω τα πράγματα και σκεφτώ σε βάθος, είμαι συνέχεια σε μια τέτοια κατάσταση. Αλλά και εγώ παρασύρομαι από την καθημερινότητα, από τη ζωή, απ’ τη δουλειά, τους φίλους οπότε περνάει η μέρα. Άμα κάτσω μόνη μου και σκεφτώ είναι πολλά πράγματα. Το πιο απλό είναι ο φόβος του θανάτου.
Αυτό το έργο θυμίζει τα άλλα έργα που έχεις κάνει;
Οχι, αυτό το έργο διαφέρει. Πέρα από το ότι είμαστε μόνο δύο άνθρωπο επί σκηνής, είναι και το ύφος του και η δομή του διαφορετικά. Είναι σαν να κοιτάς μέσα από μια κλειδαρότρυπα, να έχεις πιάσει τους ανθρώπους στη μέση μιας κουβέντας, σαν να κρυφακούς πίσω από ένα τοίχο. Είναι πιο ήσυχο, πιο ύπουλο, με πιο πολλές σιωπές. Δεν είναι εξωστρεφές και ταραγμένο σαν τα άλλα. Και για μένα είναι λίγο περίεργο, κάτι καινούργιο, αλλά μ’ αρέσει.
Δηλαδή δεν θα έχει τα χαρακτηριστικά «κιτσοπουλικά» στοιχεία; Βρισίδια, οργή και τέτοια;
Ε καλά, δεν μπορώ να ξεφύγω και τελείως από τον εαυτό μου! Αναγνωρίζεις ότι είμαι εγώ εκεί. Αλλά με κάποιες διαφορές από άλλα.
Έχεις φοβηθεί ποτέ μήπως τυποποιηθείς σ’ ένα συγκεκριμένο στυλ γραφής;
Όχι καθόλου. Πάντα φροντίζω να εκπλήσσω τον εαυτό μου και να ψάχνω κάτι καινούργιο. Σαφώς κάθε άνθρωπος που ασχολείται με αυτή τη δουλειά έχει ένα προσωπικό και αναγνωρίσιμο στυλ. Αλλά σ’ αυτό το έργο όταν πήγαινα να επαναλάβω κάτι από τα πρόσφατα έργα, την Κοκκινοσκουφίτσα και τον Ματωμένο Γάμο, αμέσως έλεγα «όχι». Κάτι με αηδίαζε και με απωθούσε στο να επαναλάβω τα ίδια, οπότε το έσκιζα και το πέταγα.
Ποια είναι η δημιουργική διαδρομή που ακολουθείς;
Δεν είμαι καθόλου προγραμματισμένη. Δεν είμαι άνθρωπος ετοιμάζει κάτι για καιρό, που σκέφτεται πολύ, που κρατά σημειώσεις. Λειτουργώ πιο αυθόρμητα. Με βοηθάει βέβαια το πλαίσιο, όταν υπάρχει η πίεση του χρόνου. Αλλά συνήθως ξεκινάω από το μηδέν και χωρίς πολύ σκέψη. Απλώς περνάω μια επίπονη διαδικασία που πρέπει να φέρω τον εαυτό μου σε μια κατάσταση αδειάσματος. Όσο πάω με τη λογική δεν γίνεται τίποτα. Απορρίπτω συνεχώς μέχρι να φτάσω σε μια κατάσταση κενού, ανημποριάς, σε μια στιγμή που λέω δεν μπορώ να κάνω τίποτα είμαι ατάλαντη. Και εκείνη την ώρα κάτι αρχίζει και γίνεται και ξεπηδάει. Τελικά μάλλον πρέπει να πάθω κατάθλιψη πρώτα.
Είσαι από τους καλλιτέχνες που έχουν φανατικούς υποστηρικτές και φανατικούς πολέμιους. Πως νιώθεις γι’ αυτό;
Μ’ αρέσει, είναι πιο έντονο. Σημαίνει ότι κάτι δημιουργεί, κάτι πειράζει κάτι ταράζει. Έτσι και αλλιώς δεν γίνεται να σε γουστάρουν όλοι…
Πιστεύεις ότι μέσα από τα κείμενά σου μπορείς ν’ αλλάξεις κάτι;
Γενικά δεν πιστεύω ότι η Τέχνη μπορεί ν’ αλλάξει τίποτα. Ίσως μπορεί να σου προκαλέσει στιγμιαία ένα μικρό ηλεκτροσόκ, αλλά μετά είσαι εκεί που ήσουν. Η Τέχνη ούτε σώζει, ούτε δίνει απαντήσεις, απλά συμπαραστέκεται. Και μπορεί απλά κάποιες φορές ν’ απαλύνει τον πόνο, να σε κάνει να γελάσεις, να συγκινηθείς, να ξεχαστείς…
Info:
Το έργο της Λενας Κιτσοπούλου παίζεται στο Θέατρο Τέχνης Κάρολου Κουν- Φρυνίχου, κάθε Σάββατο και Παρασκευή 21.15, Κυριακή 19.00, Δευτέρα 20.00. Δείτε περισσότερες πληροφρίες για την παράσταση
Ευχαριστούμε το τσάι Dilmah για τις υπέροχες γεύσεις που μας έστειλε να δοκιμάσουμε