Βραβείο Χορν 2015: ο απόηχος μιας φορτισμένης βραδιάς
Λεπτά πιο πριν, ο Σταμάτης Φασουλής, έχει χαρακτηρίσει το θέατρο «ποιητικό παραισθησιογόνο». Αυτή την έξαψη, ανάμεσα στην αίσθηση και στην παραίσθηση, θα την αναγνωρίσεις τώρα στο βλέμμα του Μιχάλη Σαράντη. Υγρό από συγκίνηση, τραυματισμένο από αγωνία. Ο νέος κάτοχος του βραβείου Χορν, με το βραβείο – φυλαχτό στην άκρη του στήθους του, τον χρυσό σταυρό του Δημήτρη Χορν, εύχεται και προσεύχεται. Ευχαριστεί και παρακαλεί.
«Τυχαίνει και γίνεται αυτή η βράβευση σε μια δύσκολη περίοδο της ζωής μου. Αλλά έτσι είναι η ζωή, με χαρές και λύπες» προλογίζει, πριν αφιερώσει την διάκριση στη μητέρα του που νοσηλεύεται στον Ευαγγελισμό. «Και παλεύει». «Στον άνθρωπο που αγαπώ περισσότερο, τον άνθρωπο που ήθελα να είναι εδώ και δεν μπορεί• κι εύχομαι να γυρίσει υγιής στο σπίτι».
Θα ευχηθεί υγεία σε όλους όσοι τώρα τον χειροκροτούν από καρδιάς και θα μετακινήσει το κέντρο βάρους στην ίδια την ζωή – αυτή που εξάλλου αφηγείται με ποιητική θέρμη και η θεατρική τέχνη. Γι’ αυτό και, παρά την φόρτιση του, δεν θα ξεχάσει να ευχαριστήσει τους ανθρώπους του θεάτρου που τον συνόδευσαν μέχρι εδώ, στο πόντιουμ της διάκρισης. «Ευχαριστώ το Νίκο Καραθάνο που είναι δίπλα μου και μπροστά μου σε κάθε μου βήμα και τη Λυδία Κονιόρδου για τις ευκαιρίες που μου έδωσε, μια ηθοποιό που θεωρώ δασκάλα μου» λέει.
Στο πλευρό της Λυδίας Κονιόρδου εξάλλου, έδινε μια σπουδαία ερμηνεία το καλοκαίρι στην Επίδαυρο, υποδυόμενος τον Αγγελιοφόρο στον «Ιππόλυτο». Νωρίτερα, προσθέτοντας μια ακόμα αιτιολογία για να μπει στην τετράδα των υποψηφίων ερμήνευε το αντικείμενο του πόθου της στην «Φλαντρώ» του Παντελή Χορν (τι σύμπτωση!). Για τους μυημένους στο θέατρο φυσικά είχε ξεχωρίσει από το ξεκίνημα του• όταν απόφοιτος της δραματικής σχολής του Εθνικού έπαιζε στον «Συρανό» του Νίκου Καραθάνου αλλά και στις μεγάλες επιτυχίες που τον διαδέχθηκαν, την «Γκόλφω» και το «Δεκαήμερο».
Η συγκίνηση περίσσευε χθες στο θέατρο της οδού Αμερικής, το γεμάτο από κόσμο όλων των ηλικιών. Από τις μικρές θαυμάστριες ενός άλλου υποψηφίου, του Ντένη Μακρή που ενθουσιάζονταν κρυφά για μια selfie στο κινητό τους ως τις γηραιές νοσταλγούς ενός αδιαμφισβήτητου μύθου, όπως ήταν ο Δημήτρης Χορν. Ειδικά οι τελευταίες δικαιώθηκαν μόλις ο Μίμης Πλέσσας έκανε την εμφάνιση του στη σκηνή• φέρνοντας μαζί του τραγούδια που όλοι μπόρεσαν να σιγοψιθυρίσουν και αναμνήσεις που όλοι μπόρεσαν να ζωντανέψουν σαν καρτ ποστάλ, σαν κόπια φιλμ ασπρόμαυρου.
Και να, ο Τάκης Χορν, λίγο πριν ηχογραφήσει το «Ποιός το ξέρει;», σωστός γητευτής κυριών κάτι που επιδίωκε και απολάμβανε – όπως επιβεβαιώνει ο Μίμης Πλέσσας – κάνει την εμφάνιση του στο σπίτι του τελευταίου. «Βράδυ και οι κυρίες κρέμονται από την άκρη της γοητείας του» θυμάται χαρακτηριστικά ο συνθέτης που βάζει μονομιάς το χιούμορ του σε δράση. «Του προτείνω λοιπόν να ερμηνεύσει για χάρη μου κι ένα… γύφτικο τσιφτετέλι. Σοκάρεται. Ήταν τέτοια η έκπληξή του που του έπεσε το ποτήρι με το ουίσκι από το χέρι. Αναρωτήθηκε ‘πώς ένας… βασιλιάς Ληρ μπορεί να τραγουδήσει ένα γύφτικο τσιφτετέλι;’. Κι όμως εκείνη ήταν η βραδιά που γράφτηκαν «Οι θαλασσιές οι χάντρες»…
Κάπως έτσι, το βραβείο Χορν γιόρτασε χθες το βράδυ τα 15α γενέθλια του, αποδόθηκε στον 15ο διεκδικητή του. Κάτι που σημαίνει πως ο δρόμος των συγκινήσεων για τους ταλαντούχους, νέους ηθοποιούς έχει για τα καλά στρωθεί• δεν είναι ρόδινος, σίγουρα όχι. Μπορεί όμως, να επιφυλάσσει ιστορίες που θα κρατήσουν ανεξίτηλο το μελάνι τους στις μνήμες των ανθρώπων – ιστορίες σαν του Δημήτρη Χορν.