Θεατής: “Σαλώμη” που σκηνοθέτησε ο Νίκος Καραθάνος στο Φεστιβάλ Αθηνών
Εντυπώσεις από την μουσική παράσταση Σαλώμη του Αλεσσαντρο Στραντελλα που παρουσιάζεται στο Θέατρο Τέχνης από τους Latinitas Nostra σε μουσική διεύθυνση Μάρκελλου Χρυσικόπουλου και σκηνοθεσία του Νίκου Καραθάνου.
Ο Μάρκελλος Χρυσικόπουλος και ο Νίκος Καραθάνος συναντιούνται επί σκηνής, για να παντρέψουν τη μπαρόκ σκηνή με το λυρικό θέατρο. Μπερδεύοντας χρώματα Δύσης και Ανατολής δίνουν θεατρικό βήμα στο ορατόριο του Αλεσάντρο Στραντέλα Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής μετατρέποντας το σε όπερα.
Το έργο
Αν και ο τίτλος παραπέμπει στον βιβλικό μύθο της Σαλώμης, της ραδιούργας γυναίκας που με το τέχνασμα της -τον χορό των επτά πέπλων- παραπλανά τον Ηρώδη και κερδίζει το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή, στη συγκεκριμένη παράσταση έχουμε να κάνουμε με μια αναπροσαρμογή: όλα λαμβάνουν χώρα μέσα σε ένα οργιαστικό περιβάλλον χωρίς περιορισμούς, την αυλή του βασιλιά Ηρώδη. Η Σαλώμη, το βασικό πρόσωπο, είναι θύμα της ψυχοπαθούς μητέρας της. Ο Ηρώδης, θύμα του εαυτού του και της απώλειας του όποιου μέτρου στη ζωή του, πείθεται από τη Σαλώμη για να το μετανιώσει λίγο αργότερα. Το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή, ήρωα που θυμίζει απλό διεκπεραιωτή της επικοινωνίας ανάμεσα στα εγκόσμια και τα ουράνια, μακριά από το όποιο πρότυπο ιεροπρέπειας, λάφυρο εμπρός της, κάνει χαρούμενη -επί της ουσίας- μόνο τη μητέρα της.
Η παράσταση
Οι πόρτες του παλατιού ανοίγουν με σχετική καθυστέρηση προκειμένου να κάνουν το κοινό συμμέτοχο στην παράσταση (για αρκετή ώρα στην αρχή οι υπότιτλοι κρύβονται πίσω από τα βαριά κάγκελα -αβλεψία ή άποψη ; – δημιουργώντας μια δικαιολογημένη δυσφορία στους θεατές που δεν μπορούν να κατανοήσουν τη σημασία των λόγων-τραγουδιών και κατ επέκταση να συντονιστούν με την παράσταση). Ο πολυπληθής θίασος μας περιμένει εξ αρχής στη σκηνή. Διαφορετικοί τύποι, αλλοπρόσαλλοι οι περισσότεροι, διάγουν μια ζωή ευμάρειας με σκηνές που ποικίλουν από ρωμαϊκό όργιο ως λαϊκό πανηγύρι. Η μουσική διάσταση αποκτά δευτερεύουσα σημασία μπροστά στο οπτικό θέαμα. Οι βασικοί ήρωες με επιδέξιες λυρικές επιδόσεις, χωρίς όμως τη σκηνική αυστηρότητα της όπερας, καταφέρνουν να πείσουν για τη θεατρική προσέγγιση του εγχειρήματος, δίνοντας του παράλληλα έναν πιο ανοικτό χαρακτήρα. Προσωπική προτίμηση στον Ηρώδη που ηθικά και σωματικά έκπτωτος δίνει ερμηνευτικό ρεσιτάλ. Ιδιαίτερη και η παρουσία του λοιπού θιάσου που στο σύνολο του αποτελεί -στην κυριολεξία- τη μάζωξη ετερόκλητου, οπτικά τουλάχιστον, πλήθους: μουσικοί (με φέσια, συνδέοντας ανατολίτικους με δυτικότροπους ήχους), τραγουδιστές, ηθοποιοί, ερασιτέχνες σε μια ένωση κόσμων διαφορετικών που φαίνονται εκ πρώτης όψης αταίριαστοι στην κατάληξη τους δένουν αρμονικά και πετυχημένα.
Σύνολο
Σίγουρα αυτή η συνεργασία των δύο ευφάνταστων δημιουργών οδηγεί σε ένα πρωτότυπο θέαμα που ίσως να ξαφνιάζει, ωστόσο όμως δεν περνά απαρατήρητο. Μπορεί σε κάποια σημεία να γίνεται κοιλιά (σίγουρα δεν είναι από τα ευκολότερα πράγματα η σύζευξη αυτή) το τελικό όμως αποτέλεσμα είναι κάτι παραπάνω από ικανοποιητικό.