MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΡΙΤΗ
19
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Πρόσφυγες: Κοιτάζοντας την φωτογραφία ενός πιτσιρικά

Κοιτώντας τις φωτογραφίες που τράβηξα από πρόσφυγες που αποβιβάζονται κάθε μέρα στην Αθήνα, πέφτω σε μία ενός πιτσιρικά που αμέσως με συνεπαίρνει. Με κοιτάζει ασάλευτα. Και έτσι, ερήμην εξαναγκασμού, προσπαθώ να καταλάβω το βλέμμα του. Κείμενο και φωτογραφία: Χρήστος Σκυλλάκος

author-image Χρήστος Σκυλλάκος

«Πρέπει να συλλάβεις το αληθινό συμβάν σε συνάρτηση με τη βαθύτερη πραγματικότητα», ακούω τον Bresson (Henri Cartier), να μου ψιθυρίζει. Δεν επιζητώ τέτοιες προσωπικές καλλιτεχνικές αξιώσεις φυσικά. Άλλος ο λόγος που το αναφέρω. Κοιτώντας τα μάτια του πιτσιρικά που κοιτάζουν εμένα, τον φακό και, τελικά, τον κόσμο, νιώθω ότι μου προσφέρει απλόχερα την αίσθηση, την ουσία μιας άλλης βαθύτερης πραγματικότητας.

Αναρωτιέμαι, ευθύς αμέσως, τι να σκέφτεται. «Τι θέλουν αυτοί οι μπαμπούλες με τα χοντρά μαύρα κουτιά (τις κάμερες);» Τίποτα δεν γνωρίζω από το παρελθόν του. Δεν έχω ούτε ένα στοιχείο. Μόνο μια φωτογραφία στιγμής, ενός συμβάντος. Αλλά να που, θέλοντας και μη, γεννιέται και μια βαθύτερη σκέψη. Συνειρμοί. Δεν έχει σημασία αν έχουν κάποια σχέση με την απτή, άμεση χρονικά, πραγματικότητα. Δεν είναι αυτή δουλειά της φωτογραφίας. Δουλειά της είναι να μας κάνει να σκεφτούμε.

Ας συνεχίσω να μιλώ, καλύτερα όμως, για αυτόν. Δεν δείχνει διόλου φοβισμένος. Μια περιέργεια και μια αξιοπρέπεια πηγάζει από το βλέμμα του. Κρατάει από το χέρι τον (ίσως) πατέρα του – ούτε γι’ αυτό είμαστε σίγουροι. Έχει φύγει από το σπίτι του. Κανείς δεν ξέρει αν θα το ξαναδεί. Και αν αυτό συμβεί, θα είναι εκεί όπως το άφησε; Οι φίλοι του που έπαιζε μπάλα, η οικογένεια του; Άπειρες οι ερωτήσεις. Θα μπορούσε ένας καλός συγγραφέας, να γεμίσει σελίδες με τέτοιες. Η ουσία είναι πως τις ερωτήσεις τις κάνω εγώ, εν τέλει, και όχι ο ίδιος.

Ο ίδιος έμεινε ως μια αποτυπωμένη φωτογραφική στιγμή. Κι όμως να, μέσα από το δικό μου υποκειμενισμό, φιλτραρισμένο από την φωτογραφική διαδικασία, υπάρχει μια υποδόρια συνομιλία. Ή καλύτερα, ένας δικός μου μονόλογος. Εγώ ρωτάω και εγώ απαντάω. Το πραγματικό γεγονός πρέπει ίσως να είναι το εξής: Πόλεμος. Το σπίτι του καταστράφηκε. Έφυγε από την χώρα του, δίχως μπαγκάζια. Ήρθε με χίλια ζόρια από την Συρία, πέρασε λαγκάδια, μπήκε σε πλοίο, πέρασε θάλασσες, βγήκε στο Πειραιά, ψάχνει ένα νέο τόπο, μέχρι να επιστρέψει στο σπιτικό του. Το εσώτερο όμως; «Θα γυρίσω πίσω; Αυτός ο νέος τόπος έχει μόνο ανθρώπους που με κοιτάζουν μέσα από μηχανήματα ή σφυρίζουν και φωνάζουν δυνατά “Go Back” – όπως έκανε ο λιμενικός; Που είναι η γιαγιά; Αύριο δεν θα έχω σχολείο; Πεινάω, τι θα φάω;» και άλλες τόσες. Ερωτήσεις απλές, καθημερινές.

Η αθωότητα είναι ένα από τα ενδότερα χαρακτηριστικά του ανθρώπινου και ζωικού βασιλείου. Αυτή χάνεται, εν γένει, μέσα στις κοινωνική συμβίωση και τις συγκρούσεις. Ως τότε, ο κάθε άνθρωπος μέσα από τα μάτια αυτού του πιτσιρικά, μοιάζει υγιέστατος. Δεν έχει βαθύτερες σκοτούρες. Δεν έχει υποκειμενικές κρίσεις. Δεν έχει συμφέροντα. Γι’ αυτό μοιάζει και είναι αληθινός. Μας κοιτάζει με την καθαρή και αγνή ματιά του. Μήπως, εν τέλει, μας κοιτά χρεώνοντας μας, να δώσουμε αγώνα για να προστατέψουμε το αψευδές βλέμμα του; Να φυλάξουμε το δικαίωμα του να συνεχίζει να ρωτά με τέτοια ανεμελιά;

Τα μάτια του μας δίνουν νόημα. Μας δίνουν σημαία και αποστολή. Και το σπουδαιότερο. Όλα αυτά δεν τα κάνει η φωτογραφία, μα ο άδικος πόλεμος. Λοιπόν να το αληθινό συμβάν: Τα μάτια ενός κατατρεγμένου μα αξιοπρεπή πιτσιρικά κοιτάζουν τον φωτογραφικό φακό. Να και η βαθύτερη πραγματικότητα. Για τα οικονομικά πολυεθνικά συμφέροντα, αυτά τα μάτια μπορεί και να είχαν κλείσει.

Περισσότερα από Επίκαιρα