Το έργο “Ποιός φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ;” του Έντουαρντ Άλμπυ, έλκει την καταγωγή του από τον πατέρα της σύγχρονης δραματουργίας Ερρίκο Ίψεν (περί ζωτικού ψεύδους) και ακόμα περισσότερο από τον αναρχικό του θεάτρου Αύγουστο Στρίνμπεργκ (Ο Χορός του Θανάτου). Ένα έργο κλειστοφοβικό που ακροβατεί ανάμεσα στην κωμωδία και το δράμα.
Παρακολουθούμε την συνάντηση του Τζωρτζ και της Μάρθας στο σαλόνι του σπιτιού τους, στις 2 η ώρα μετά τα μεσάνυχτα με ένα νεαρότερο ζευγάρι τον Νικ και την Χάνυ, η οποία ολοκληρώνεται την ώρα που χαράζει. Τα πρόσωπα για πρώτη φορά στην ιστορία του θεάτρου γκρεμίζουν τους κοινωνικούς φραγμούς και ο λόγος τους γίνεται άγριος, ίσως αγοραίος , σχεδόν χυδαίος. Και αυτός αρθρώνεται από σοβαρούς, ευυπόληπτους και ευκατάστατους πολίτες, διανοούμενους ακαδημαϊκούς χρησιμοποιώντας όμως την συνθήκη του παιχνιδιού.
Ένα άγριο παιχνίδι στον οποίο θίγονται πολλά δίπολα. Άνδρας – γυναίκα, αγάπη – μίσος, γονιμότητα – στειρότητα, θύμα – θύτης, ιστορία – βιολογία, εκκλησία – παγανισμός. Και όλα αυτά συμβαίνουν κάτω από την επήρεια του αλκοόλ που ρέει άφθονο μέχρι το τέλος. Βασικό στοιχείο που αποκαλύπτει τα βαθύτερα ένστικτα και τα πιο βαθειά μυστικά. Βακχεύουν.
Ο Άλπμυ με έναν μαγικό τρόπο και διατηρώντας πάντα επί σκηνής σε θαυμαστή ισορροπία το χιούμορ, ενώ απλώνεται σε μια τεραστία θεματολόγια, ταυτόχρονα τοποθετεί τους ήρωες του στον κεντρικό πυρήνα, την οικογένεια και ανιχνεύει τις αναπηρίες της. Αυτός ο πυρήνας εκρήγνυται μπροστά στους θεατές, διαλύει κάθε ψευδαίσθηση, και ο ίδιος ο Άλμπυ διερωτάται πια μήπως είμαστε εμείς οι ίδιοι μάρτυρες-πιόνα σε ένα παιχνίδι που οδηγεί στο Τέλος της Δύσης και στην γέννηση μια νέας πραγματικότητας, στην οποία όμως ο άνθρωπος χάνει την ατομικότατα του και νεκρώνεται η φαντασία του μπρος στην αποκαλυπτικότητα της επιστήμης.
Άκις Βλουτής