Θυσιάζοντας Ένα Πιόνι
O Edward Zwick γοητεύεται από τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα. Ακόμη περισσότερο όμως γοητεύεται από τους αμφιλεγόμενους ήρωες που γεννιούνται μέσα από αυτά. Ο Bobby Fischer, αληθινή ιδιοφυία στο σκάκι, είναι μια τέτοια περίπτωση.
Στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου, ένα απρόβλεπτο επεισόδιο έρχεται να προστεθεί στην κόντρα της αμερικανοσοβιετικής αντιπαράθεσης για τα ηνία της κορυφαίας δύναμης του πλανήτη. Ο αμερικανός Bobby Fischer (Tobey Maguire), πάλαι ποτέ παιδί-θαύμα στο σκάκι που ξεχάστηκε γρήγορα όταν η αλαζονική και ιδιόρρυθμη συμπεριφορά του επισκίασε το ταλέντο του, προσεγγίζεται από υψηλά ιστάμενους του Λευκού Οίκου για να αντιμετωπίσει τον μέχρι τότε αήττητο παγκόσμιο πρωταθλητή στο σκάκι, το ρώσο Boris Spassky (Liev Schreiber).
Πρόκειται για το είδος της ταινίας που επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα στο καλλιτεχνικό και το εμπορικό σινεμά. Ο Edward Zwick, μετρ στα ιστορικά θεάματα («Glory», «Ο τελευταίος σαμουράι», «Εναντίωση») ρισκάρει με την επιλογή μιας ιστορίας που όσο κι αν έχει το αβαντάζ της ρεαλιστικής απόδοσης (ο αγώνας μεταξύ Fischer και Spassky στο Ρεϊκιαβικ το 1972 θεωρήθηκε ως ένα ματς αντίστοιχο του τελικού βαρέων βαρών για τον παγκόσμιο τίτλο στην πυγμαχία) άλλο τόσο έχει το ντεζαβαντάζ της αντικινηματογραφικής χροιάς που μπορεί να έχει ένα παιχνίδι όπως το σκάκι.
Εδώ όμως ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί κατάλληλα τα κόλπα της μονταζιέρας και φτιάχνει σεκάνς αληθινής δράσης με τα πιόνια της ασπρόμαυρης σκακιέρας, ακόμη και για το θεατή που αγνοεί τους κανόνες του παιχνιδιού. Επιπλέον καταφέρνει να αποσπάσει από τον Tobey Maguire, μια μεθοδική και καλά δουλεμένη στα επικίνδυνα πεδία της (ο ήρωας πάσχει από νοητικές διαταραχές καθώς υποψιάζεται ότι οι ρώσοι τον παρακολουθούν και σχεδιάζουν να τον σκοτώσουν) ερμηνεία, που συγκαταλέγεται στις καλύτερες της μέχρι τώρα καριέρας του ηθοποιού ο οποίος υποδύθηκε πριν από 15 χρόνια τον Σπάιντερμαν.
Το αρνητικό στοιχείο του φιλμ (που πάντως παρακολουθείται με ενδιαφέρον) εντοπίζεται στην αδυναμία να δοθεί βαρύτητα στο δράμα, αναλυτική διάσταση αντίστοιχη με εκείνη του Fisher στους υπόλοιπους χαρακτήρες (ο Spassky του Liev Schreiber είναι μια παταγώδης αποτυχία) και μια εμπεριστατωμένη πολιτική ματιά καθώς το στόρι «κραυγάζει» για κάτι τέτοιο. Αντ΄αυτού ο μέτριος σκηνοθέτης αλλά ικανός παραγωγός Zwick (δεν είναι τυχαίο πως το όσκαρ που έχει κερδίσει με το «Ερωτευμένος Σαίξπηρ» καθώς και η άλλη οσκαρική υποψηφιότητα του με το «Traffic» αφορούν παραγωγές άλλων σκηνοθετών κι όχι δικές του σκηνοθεσίες) αρκείται σε απλές περιγραφές της εποχής, μονοδιάστατους συμβολισμούς και τσιτάτα του τύπου «χάσαμε την Κίνα, χάσαμε το Βιετνάμ, δεν γίνεται να χάσουμε και πάλι από τους κομμουνιστές».
Κωνσταντίνος Καϊμάκης