Dennis Stock: Όταν ο κόσμος ήταν cool…
Mε αφορμή την προβολή της ταινίας «Life» του Anton Corbijn στους κινηματογράφους, που αποτελεί μια βιογραφία του James Dean και του φωτογράφου Dennis Stock, επιχειρούμε να συνθέσουμε ένα άλμπουμ με τα σπουδαιότερα «κλικς» του διάσημου φωτογράφου.
Μάλιστα ο James Dean. Όλοι τον γνωρίζουμε. Αλλά ποιος είναι ο Dennis Stock; Για τους περισσότερους το όνομα αυτό δε σημαίνει τίποτα. Και ας ήταν και τούτος καλλιτέχνης. Μπορεί να μην πέθανε στα 30 του, αλλά στα 81, μπορεί να μην έγινε ίνδαλμα, μα από την αντιληπτική του όραση, δημιούργησε πολλά.
Ένας φωτογράφος που έζησε στην εποχή του, την απεικόνισε όπως ήταν στα βάθη της, δημιούργησε με το άσπρο και μαύρο, με τους γκρίζους τόνους, την εικόνα της Αμερικής, που (θέλουμε να) έχουμε. «Κατάφερε να δημιουργήσει jazz χωρίς την βοήθεια του ήχου – τους τόπους της, την ατμόσφαιρα της, τις στιγμές της, τους δημιουργούς της», έχει ειπωθεί.
O Dennis Stock Κατάφερε να δημιουργήσει jazz χωρίς την βοήθεια του ήχου – τους τόπους της, την ατμόσφαιρα της, τις στιγμές της, τους δημιουργούς της…
Louis Armstrong, Miles Davis, Bill Crow, Igor Stravinsky, John Coltrane, Marlon Brando, Audrey Hepburn, Merilyn Monroe, Arthur Miller και… James Dean, τον οποίο έβαλε και στον χάρτη! Ο φακός της Leica εστίασε και μεγαλοποίησε μύθους και τους άφησε ανεξίτηλους για την επόμενη γενιά. Αλλά πίσω από τον φακό, υπήρχε ο άνθρωπος και ο δημιουργός. Που για όποιον αγαπά τη φωτογραφία ως δημιουργία, είναι και τούτος μύθος.
Γιατί να θυμηθούμε έναν φωτογράφο; Γιατί να θυμηθούμε οποιονδήποτε καλλιτέχνη; «Γιατί φωτογραφίζεις;» ακούμε τον James Dean να ρωτάει σε μια υποτιθέμενη – μάλλον – συζήτηση με τον Stock στην ταινία του Corbijn «Life». «Γιατί έπρεπε να βρω και εγώ μια δουλειά και είναι η μόνη που ξέρω», απαντάει και εμείς νιώθουμε περήφανοι, εν τέλει, που ήξερε να την κάνει άριστα και μας χάρισε με τόση οξυδέρκεια τον κόσμο όπως δεν μπορούμε να δούμε αλλιώς. Στα ίδια τα χνάρια, αν όχι στο ίδιο στερέωμα, με τον Robert Frank, τον Garry Winogrand και τον Bruce Davidson, μέλος της δημιουργικής γενιάς του 50’, ήταν ένας παρατηρητής της κίνησης της ζωής, βάζοντας και αυτός με την σειρά του τον λίθο ώστε η αμερικάνικη τέχνη να πάρει τους δρόμους, κάνοντας την παγκόσμιο αισθητικό και συναισθηματικό κτήμα.
«Εμείς οι φωτογράφοι, είτε το ονομάζουμε τέχνη είτε όχι, θα πρέπει να περάσουμε [σ.σ. στο κοινό] τις παρατηρήσεις μας, με απόλυτη σαφήνεια, με ταπεινότητα και παιδιάστικο θαυμασμό» λέει πετυχαίνοντας τούτη την αποστολή, με μια σειρά φωτογραφιών, όπου το ντοκουμέντο, η ειδησεογραφία, τα πορτρέτα, συνηγορούν εν τέλει στην έννοια τέχνη, ή αλλιώς «στην άρτια διαρθρωμένη εκδήλωση μιας πτυχής της ζωής», όπως ο ίδιος τόνιζε.
Γι’ αυτό στο έργο του, θα δούμε σπουδαίες συνθέσεις της ουσίας της καθημερινότητας, την απλότητα, την ενέργεια και την χαρά της ζωής, ακόμη και εκεί που μοιάζει να λείπει. Μετανάστες, περιφερόμενοι μουσικοί, διαδηλωτές, παιδιά. Η ιστορία μιας όψης του κόσμου πίσω από τον φακό. Γι’ αυτό θα ήταν μονόχορδη αντίληψη να του χρεώνουμε πως δουλειά του ήταν η στεγνή και επιφανειακή απεικόνιση της στιγμιαίας λάμψης αστεριών του Hollywood και της δόξας, όπως πολλοί θα μπορούσαν να πούνε.
Κάτι μεγαλύτερο από αυτό, με την κάμερα στο χέρι, οδοιπορούσε, μην αφήνοντας ποτέ την δική του «χώρα», της αντικουλτούρας, των αντιθέσεων, της μη συμβατικότητας, των «ανθρώπινων συμπεριφορών και της ομορφιάς στην φύση».
Στην ηλικία των 19 τον δέχτηκαν στο θρυλικό περιοδικό «Life», αφού είχε κερδίσει βραβείο νέου φωτογράφου και 15.000 δολάρια σε διαγωνισμό. Ήταν το 1949, λίγα χρόνια μετά το τέλος του πολέμου. Οι ΗΠΑ, δίχως σπουδαίες απώλειες και καθόλου καταστροφές – μα με απτά κέρδη -, μπαίνουν σε τροχιά μιας καλπάζουσας ανάπτυξης. Όμως πέραν των απατηλών φαινομένων, η κοινωνία συνεχίζει τον αδιάκοπο αγώνα της. Σπουδαίοι μαύροι μουσικοί της τζαζ ταράζουν τα μουσικά στεγανά, μα η μαύρη κοινότητα είναι βαθιά γκετοποιημένη. Το ψυχροπολεμικό σύστημα δικαιοσύνης των ΗΠΑ δικάζει και εκτελεί το ζεύγος Rosenberg ως πράκτορες των Σοβιετικών. Πρόσφυγες από την Ευρώπη ψάχνανε κάποιο όνειρο στην Αμερική. Μια νέα γενιά ανθρώπων είτε έσπαγαν τα στουντιακά χολιγουντιανά όρια (James Dean) είτε τα κοινωνικά (hippies).
Σε αυτές τις συνθήκες, ωρίμασε ο Stock. Κυνήγησε τα θέματα του, σαν να ήταν θηράματα. Μα τα αγκάλιασε ως να ήταν παιδιά του. Δούλεψε ως φωτορεπόρτερ για να βγάζει το ψωμί του, δίνοντας όμως το στίγμα της αξιοπρέπειας σε κάθε του εικόνα, επικυρώνοντας το καλλιτεχνικά. Τα εξύψωσε προς το φως. Αυτό μας μαθαίνει και η φωτογραφία ως χημική διεργασία.
Και με τις αισθητικές του βαλίτσες γεμάτες, από το 1951 μόλις, γίνεται μέλος του σπουδαιότερου φωτογραφικού πρακτορείου στον κόσμο, του «Magnum», που είχε ιδρύσει ο δάσκαλος Henri Cartier Bresson. Φωτογράφιζε σε κόκκινα χαλιά μαζί με άλλους φωτορεπόρτερ, σε γυρίσματα ταινιών ως φωτογράφος πλατό, έκανε εικόνες τοπίου, μα εκεί στο δρόμο και σε ότι αυτός γεννάει, μεγαλούργησε.
Η Times Square της Νέας Υόρκης δεν θα ήταν η ίδια χωρίς τη μυθολογική βαρύτητα που της χάρισε η φωτογραφία με τον James Dean
Η Times Square της Νέας Υόρκης δεν θα ήταν η ίδια χωρίς τη μυθολογική βαρύτητα που της χάρισε η φωτογραφία με τον James Dean, να περπατά σκυφτός υπό βροχή και ένα τσιγάρο στο στόμα. Το Παρίσι, θα είχε χάσει λίγο από την ρομαντική του λάμψη και την μποέμικη ξεγνοιασιά αν δεν είχε φωτογραφίσει το θρυλικό Café De Flore, όπου ο ιδιοκτήτης με την σκούπα μαζεύει το μαγαζί ενώ ένα ζευγάρι φιλιέται στην γωνία.
Θα ήμασταν αμόρφωτοι για τους hippies, τη rock μουσική, τον jazz αυτοσχεδιασμό, το βόμβο της «εξεγερμένης» beat γενιάς, αν δεν βρίσκαμε την αισθητική τους πληρότητα, στην απεικόνιση των φωτογραφικών συνθέσεων του Dennis Stock. Η μεταπολεμική μοντέρνα παλέτα χρωστά και στο έργο του Stock, είδωλα, αισθήσεις, νοσταλγίες, μύθους.
Και αν οι φωτογραφίες κινηματογραφικών αστέρων μας φαίνονται μια φιλόδοξη ανάγκη υστεροφημίας από πλευράς τους, ας αποδεχτούμε τότε απλά πως και τούτη είναι μια λειτουργία της τέχνης. Στην δημιουργία και στην συντήρηση μύθων, στη δημιουργία και στη συντήρηση ιδεατών εικόνων, που κινούνται πάνω από την καθημερινή σκοτούρα, για να βλέπουμε μέσα από αυτές λιγάκι φως. Και αυτό το πετυχαίνει κάνοντας μας πρωταγωνιστές σε ένα κόσμο που δεν έχουμε ζήσει.
Κοιτώντας μια φωτογραφία, δημιουργούμε όλες τις γεωμετρίες χωρικά και χρονικά για να γίνουμε εμείς μέρος της στατικότητας και της ασπρόμαυρης αισιόδοξης ομορφιάς της. Το ίδιο το πρακτορείο Magnum, στο οποίο θήτευσε, θα μιλήσει για το έργο του: «Είτε ο Stock τραβούσε διασημότητες ή απλά εξερευνούσε τον κόσμο πίσω από τον φακό, δημιούργησε εικόνες που αξιοποιούν πλήρως την βασική λειτουργία της φωτογραφίας: Συλλάμβανε στιγμές στον χρόνο. Μια εικόνα του, προσφέρει μια εξαιρετικά πολύπλοκη και λεπτή έκφραση όλων των μικρών πραγμάτων μιας κατάστασης, εντός της, σε ένα μοναδικό καρέ.»
Δείτε λοιπόν τις φωτογραφίες του σαν να θέλετε να μεταφερθείτε μη αναστρέψιμα και εσείς σε άλλες εποχές, χρόνους και χώρους, όταν ο κόσμος ήταν cool.
Και έτσι ερχόμαστε στο πρώτο μας ερώτημα. Γιατί να θυμηθούμε έναν φωτογράφο; Διότι, απαντώ, δεν πρέπει να καταδικάσουμε στην παρερμηνεία την τέχνη τούτη. Είναι δυνατόν ο ζωγράφος να σπάσει τα πινέλα του και να ζωγραφίσει με το Paint των Windows; Γίνεται ο φωτογράφος να δώσει την φωτογραφική του μηχανή σε παζάρι και να τραβάει με ένα smartphone, ανάμεσα σε sms;
Κάποτε η φωτογραφία σήμαινε εργασία. Σήμαινε βαθιά ενασχόληση, δημιουργία, λάμψη σαν αυτή στα μάτια του ποιητή που παράγει τον πρώτο του στίχο. Έβγαινε στο δρόμο, είχε σχέδιο, είχε οξεία όραση, είχε έτοιμο το δάκτυλο, είχε ανθρωπιά. Οι δρόμοι και οι άνθρωποι τους ήταν σαν του ζωγράφου οι καμβάδες. Ο φωτογράφος ήταν ένας καλλιτέχνης όπου ζωγράφιζε την ζωή μας όπως εμείς αμελούσαμε να δούμε.
Με το κλικ, μια πραγματικότητα έλαμπε στην αιωνιότητα σε όλη της την γεωμετρία, σε όλη της την ουσία. Μια πραγματικότητα πάνω από την ζωή μα και εισχωρημένη σε αυτή. Ξεφυλλίζεις το «Life» ακόμη και σήμερα και βλέπεις την ζωή την ίδια, σε σκοτεινές σκιές και τόνους υπέρλαμπρης διαφάνειας, και ο νους μας γίνεται παράθυρο στον χρόνο. Κάποτε, λοιπόν και το όνομα Dennis Stock, σήμαινε κάτι. Σήμερα; Το instagram έχει γίνει ο τετράγωνος καθρέπτης των ποδιών μας, το facebook η άγονη απεικόνιση της αισθητικής φτώχιας και οι selfie ένα κάδρο της απομόνωσης και της μιζέριας – όπως έγραφε εύγλωττα ένα σύνθημα σε τοίχο -. Όλα αυτά είναι φωτογραφία.
Από την άλλη, ψάχνουμε φωτογράφο για έναν γάμο, για μια βάπτιση, για τα μυστήρια τέλος πάντων μα το πιο μυστηριακό, το πιο εκπληκτικό, πιο επιβλητικό και πιο μεγάλο χάνεται μέσα στη ψηφιακή λήθη και τους σκληρούς δίσκους των υπολογιστών μας. Για να μην επι(σ)τρέψουμε στην φτήνια, πρέπει να υπερασπιστούμε, λοιπόν, την Φωτογραφία.
Οι φωτογραφίες και τα δικαιώματα ανήκουν στο πρακτορείο Magnum και τον δημιουργό. Εδώ απεικονίζονται για ειδησεογραφικούς και φωτογραφικούς λόγους και μόνο.