Ελλάδα 1957, Σε μια λαϊκή αυλή στο Βύρωνα μοιράζονται τις ζωές τους οι ήρωες του έργου. Άνθρωποι ετερόκλιτοι και διαφορετικοί μεταξύ τους μα γνώριμοι κι ευδιάκριτοι στη συλλογική μας μνήμη, συνθέτουν μια αληθινή και βαθιά ανθρώπινη, μικρογραφία της ελληνικής κοινωνίας του χθες, διόλου μακρινής στο σήμερα. Σε αυτή την αυλή συναντώνται και διαπλέκονται καθημερινά, οι προσδοκίες , οι αγωνίες τους, οι εξομολογημένοι κι οι ανομολόγητοι πόθοι τους. Εκεί χτίζουν τις ελπίδες για το μέλλον, που κάτι καλύτερο θα φέρει… κι εκεί γκρεμίζονται μαζί με την αυλή τους, που δεν έχει χώρο στο “νέο κόσμο” που οικοδομείται με “όχημα” την πολυκατοικία και την αντιπαροχή.
Το έργο ορόσημο της μεταπολεμικής ελληνικής δραματουργίας συνιστά μικρογραφία της ελληνικής κοινωνίας του χθες και του σήμερα, όπου μέσω μιας σειράς επεισοδίων, καταγράφονται μοναδικά τα στοιχεία που συνθέτουν την εικόνα της πατρίδας μας, αλλά και οι πτυχές του χαρακτήρα του Έλληνα.
“…Η “Αυλή των Θαυμάτων” βασίζεται στην έλλειψη σταθερότητας και σιγουριάς, που χαρακτηρίζει τη ζωή του Έλληνα. Η αστάθεια αυτή, όσο γνώριμη σε όλους μας, αρχίζει από το αλλοπρόσαλλο κλίμα μας, τη “στρατηγική” γεωγραφική μας θέση, τη φτώχεια του τόπου μας, και τελειώνει στην ιδιωτική μας οικονομία. Όλα στην Ελλάδα ανεβοκατεβαίνουν πολύ εύκολα, κυλούν, φεύγουν, κι η συνηθισμένη λαχτάρα του
Ρωμιού είναι να στεριώσει κάπου, να σιγουρέψει κάτι…”