Θεατής: “NINE”, το μιούζικαλ στο Θέατρο Πάνθεον
Εντυπώσεις από το μιούζικαλ Nine των Arthur Kopit και Maury Yeston που παρουσιάζεται στο Πάνθεον, σε σκηνοθεσία του Γιάννη Κακλέα.
Το Nine παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1982 στη Νέα Υόρκη, γνώρισε εξαιρετική επιτυχία σε όλα τα επόμενα ανεβάσματά του και έχει τιμηθεί με πέντε βραβεία Tony ανάμεσά τους και για καλύτερο μιούζικαλ.
Το έργο
Έργο εμπνευσμένο από την ομότιτλη κινηματογραφική ταινία, επίσης εκδοχή από το 8½ του αυτοβιογραφόμενου Φελίνι. Η υπόθεση λίγο-πολύ γνωστή. Ένας επιτυχημένος σκηνοθέτης, έχοντας εισπράξει μια τεράστια προκαταβολή για το νέο του δημιούργημα, μένει χωρίς έμπνευση. Τα περιθώρια σταδιακά στενεύουν. Αντιμέτωπος με την επαγγελματική καταστροφή που πλαισιώνεται από αντίστοιχη υπαρξιακή κρίση, αναζητά την παρηγοριά και τη σωτηρία στις γυναίκες της ζωής του. Έμμονες ιδέες, ερωτικές φαντασιώσεις, κατάλοιπα της αυστηρής καθολικής παιδείας, το παραστράτημα, η αναζήτηση νοήματος για τη δημιουργία και γενικότερα για τη ζωή συνθέτουν την πολύκροτη προσωπικότητα του Γκουίντο Ανσέλμι.
Η παράσταση
Το πολυαναμενόμενο μιούζικαλ που σκηνοθέτησε ο Γιάννης Κακλέας είχε από όλα: αποσπάσματα από την αυθεντική κινηματογραφική κόπια, ονόματα πρωταγωνιστικά, πλούσια σκηνικά, ζωντανή μουσική ωραία εκτελεσμένη, δουλεμένες χορογραφίες, βοηθητικό φωτισμό.
Αναλυτικότερα: Ο παιδιόθεν ζωηρός σκηνοθέτης (Βασίλης Χαραλαμπόπουλος) πρέπει άμεσα να βρει μια ιδέα για τη νέα του ταινία, η παραγωγός του (Αγορίτσα Οικονόμου) τον πιέζει να της δώσει το σενάριο, η κριτικός θεάτρου (Νάντια Μπουλέ) του σκάβει τον λάκκο με κάθε της κείμενο, η σύζυγός του Λουίζα, ως πιστή Πηνελόπη (Τάνια Τρύπη), δηλώνει παρούσα ανά πάσα στιγμή! Ο ανήσυχος Ιταλός, όμως, χρειάζεται κάτι άλλο που θα λειτουργήσει ως έμπνευση… Παίρνει τη γυναίκα του και την παλιά του ερωμένη (Κατερίνα Παπουτσάκη) και αναχωρούν για τη Βενετία, για να ζήσει το καρναβάλι της δικής του προσωπικής ζωής. Εκεί θα ανακαλέσει τη μούσα του Κλαούντια (Κατερίνα Λέχου) αλλά και την πρώτη γυναίκα που γνώρισε, την ιερόδουλη Σαραγκίνα (Έλενα Παπαρίζου). Η ανάμνηση της νεκρής μητέρας του (Μάρω Κοντού) θα έρθει ως επιστέγασμα των επισκέψεων του, για να απομείνει εν τέλει με τον εαυτό του.
Οι ερμηνείες
Εστιάζοντας στις ερμηνείες, φανερά και με επιτυχία, ήταν προσαρμοσμένες στο θέ(α)μα. Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, με χιούμορ και συγκινητικός ταυτόχρονα, απέδειξε ότι δίκαια θεωρείται ένας από τους πλέον ταλαντούχους ηθοποιούς της γενιάς του, επιδέξιος χειριστής της κωμικής κυρίως θεματολογίας, αλλά εξίσου καλός σόουμαν σε ένα πιο σύνθετο δημιούργημα. Δε θα ήταν άδικο να πούμε ότι κατέκτησε τον δύσκολο ρόλο του Γκουίντο. Η Κατερίνα Παπουτσάκη, εκ φύσεως αισθησιακή, έπεισε αρκούντως ως γυναίκα-πρό(σ)κληση. Η Τάνια Τρύπη, με παρελθόν στο μιούζικαλ, εναρμονισμένη στον ρόλο της, ίσως λίγο περισσότερο ψυχρή από όσο θα έπρεπε. Η Κατερίνα Λέχου απέδωσε μια πιο συνετή εκδοχή της Κλαούντια, δίνοντας ένα μέτρο στην ηρωίδα-θεατρική ντίβα που υποδύθηκε, αλλά και στη δική της συνολική ερμηνεία. Η Νάντια Μπουλέ, επίμονη και ανατρεπτική στη συνέχεια, επιβεβαίωσε ότι της ταιριάζει το συγκεκριμένο είδος συνδυάζοντας με χάρη ερμηνεία, τραγούδι και χορό. Η Αγορίτσα Οικονόμου, μεγάλη έκπληξη, όλο και πιο -δικαίως όπως αποδεικνύεται- ανερχόμενη, απέδωσε όλη την τρέλα της αγωνίας, της επιμονής αλλά και του δικού της κόσμου, αυτού της απαιτητικής παραγωγού. Η Έλενα Παπαρίζου, πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή, εκρηκτική, σε έναν ρόλο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της, αυτόν της διαβολικής Σαραγκίνα, έκανε, ως ζωντανός πειρασμός, πολλούς να αναλογιστούν πώς θα ήταν μαζί της στην κόλαση! Ξεχώρισε για τις φωνητικές αλλά και τις χορευτικές της ικανότητες, με κορυφαία στιγμή την απόδοση του ξεσηκωτικού “Be Italian”. Τέλος, η Μάρω Κοντού, σε μια περισσότερο συμβολική παρουσία, συγκίνησε κυρίως στον διάλογο με τον μικρό της γιο.
Το Σύνολο
Είναι μια παράσταση με τα όλα της και για όλους. Καθόλου πρόχειρη, δουλεμένη, άψογα συντονισμένη, χορταστική σε εικόνες, σωστούς ερμηνευτές ενός σύνθετου είδους. Ένα θέαμα που ευχαρίστως συγκαταλέγεται ως θεατρική επιλογή και αποδεικνύει έμπρακτα πώς ότι φέρει την υπογραφή Κακλέα, αν μη τι άλλο, είναι αξιοπρεπές. Στην παρούσα περίπτωση ίσως και κάτι παραπάνω.