Το Παραμύθι των Παραμυθιών
Ο σκηνοθέτης του «Γόμορρα» Matteo Garrone διασκευάζει Giambattista Basile (1570 – 1632), τον παραμυθά που επηρέασε με τα έργα του ως και τους αδελφούς Γκριμ.
Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχαν τρία σπουδαία βασίλεια. Στο πρώτο του Longtrellis η βασίλισσα (Salma Hayek) θέλει να αποκτήσει ένα παιδί. Μαθαίνοντας ότι ο μόνος τρόπος να μείνει έγκυος είναι να φάει την καρδιά ενός θαλάσσιου τέρατος, παροτρύνει τον βασιλιά της (John C Reilly) να το σκοτώσει για χάρη της.
Ο βασιλιάς του Strongcliff (Vincent Cassel) κυβερνάται από την ηδυπάθειά του, παραδομένος στις ανεξέλεγκτες ορμές του. Μία μυστηριώδης φωνή που έρχεται μέσα από ένα σπίτι, θα του τραβήξει την προσοχή, όμως όσο εκείνος ερωτεύεται την γυναίκα που κρύβεται στην άλλη μεριά του τοίχου, τόσο εκείνη διστάζει να του αποκαλυφθεί. Τέλος, ο Βασιλιάς του Highhills (Toby Jones) αναπτύσσει μια αφύσικη εμμονή με έναν ψύλλο, ο οποίος σιγά-σιγά γιγαντώνεται, βάζοντας στο περιθώριο την κόρη του.
Έχοντας εντυπωσιάσει με το «Γόμορρα» (κυρίως) και το «Reality», ο ιταλός Matteo Garrone, επέστρεψε φέτος στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Καννών με το ιδιόρρυθμο, φαντασμαγορικό αλλά και άνισο παραμύθι του.
Βασισμένος στις περίφημες πολυδιαβασμένες ιστορίες του Giambattista Basile- ο οποίος ταίριαξε στα έργα του σκοπούς από τα ναπολιτάνικα τραγούδια και την κρητική παράδοση-, ο Garrone σκιτσάρει ένα κατασκότεινο παραμύθι που αποτελεί ένα πικρό, απαισιόδοξο σχόλιο πάνω στην ανθρώπινη ματαιοδοξία. Κάθε παράλογη απαίτηση των βασιλιάδων θα γίνει φυσικά πραγματικότητα με τη χρήση της μαγείας, όχι όμως χωρίς το αντίστοιχο τίμημα. Οι συνέπειες τόσο στις ζωές των ίδιων όσο και σε αυτές των φτωχών υπηκόων τους είναι πάντα επώδυνες, τρομαχτικές, ανεξέλεγκτες. Το φιλμ παρά τη δυναμική του και το εικαστικό μεγαλείο του (σπουδαία η δουλειά σε κοστούμια και σκηνικά) κρίνεται προβληματικό στα κρίσιμα σημεία του.
Εκεί που η φαντασία απαιτεί κάτι παραπάνω από υποδειγματική καλλιτεχνική διεύθυνση, το παραμύθι χωλαίνει και μετατρέπεται είτε σε φάρσα είτε σε γκροτέσκο ανέκδοτο. Η απεικόνιση των τεράτων είναι αστεία (χωρίς να είναι απαραίτητα αυτός ο στόχος των δημιουργών τους), κάποια μοτίβα είναι πρόχειρα δουλεμένα ενώ η λέξη ομοιογένεια δεν χαρακτηρίζει το σεναριακό κορμό, αφού τα 3 διαφορετικά παραμύθια δεν έχουν την ίδια ποιότητα ή εξίσου ενδιαφέρουσα πλοκή.
Επίπεδη γραφή, μεγαλοστομίες κι ελάχιστες αληθινά συναρπαστικές σκηνές χαράζουν τούτο το «Παραμύθι», από το οποίο ξεχωρίζουμε τη συγκινησιακή φόρτιση της ιστορίας με τους δίδυμους αδελφούς στην πρώτη ιστορία, το επεισόδιο της ωραίας και του τέρατος με το πικρό φινάλε στην ιστορία του βασιλιά με τον ψύλλο και το κωμικό ένστικτο του βασιλιά της λαγνείας Vincent Cassel, ο οποίος είναι απολαυστικός σε ένα σόου αυτοσαρκασμού και ανεπιτήδευτης γκροτέσκας ερωτικής…παράστασης!
Στα μείον του ακόμη το γεγονός πώς το παραμύθι του Garrone κρύβει κάποιες πονηρές αντιφεμινιστικές νύξεις πίσω από τον μαγικό καθρέφτη του: οι «γυναικείες εμμονές» γύρω από την απόκτηση παιδιών, τη διατήρηση της ομορφιάς ή της νιότης και την πάλη για ελευθερία, δεν είναι και τόσο κολακευτικά δοσμένες!
Κωνσταντίνος Καϊμάκης