Chevalier
Μια γυναίκα, η Αθηνά Τσαγγάρη, υπογράφει την πιο «αντρίκια» ταινία της χρονιάς, και πηγαίνει πολύ πιο πέρα από τον προβλέψιμο και ρηχό αντρικό ανταγωνισμό…
Έξι άντρες επιστρέφουν από χειμερινή εκδρομή ψαρέματος σε ένα πολυτελές γιοτ. Όταν μια μηχανική βλάβη τους εγκλωβίζει στο σκάφος, κάπου στον Σαρωνικό, θα αποφασίσουν να σκοτώσουν την ώρα τους παίζοντας ένα αυτοσχέδιο παιχνίδι που ονομάζεται Chevalier. Νικητής θα αναδειχτεί αυτός που είναι καλύτερος σε πάσης φύσης δοκιμασίες: από τo χρώμα του εσώρουχου και τον ήχο του κινητού έως πιο σοβαρά ή… μεγάλα ζητήματα!
Η αξία του κλειστοφοβικού «Chevalier» δεν αμφισβητείται. Με μεθοδικότητα και ακρίβεια η Αθηνά-Ραχήλ Τσαγγάρη («Attenberg») τοποθετεί τους ήρωες της σε ένα σκηνικό σουρεαλιστικού εγκλεισμού (ανάλογου με εκείνο του Bunuel στον «Εξολοθρευτή άγγελο» όπου οι αριστοκράτες του δείπνου αδυνατούν να βγουν από την τραπεζαρία) και έχοντας συμπαραστάτη της το σεναριογράφο Ευθύμη Φιλίππου («Άλπεις», «Αστακός») αφηγείται μια ιστορία που είναι πολλά περισσότερα από μια απλή καταγραφή του αντρικού ανταγωνισμού.
Διασκεδαστική, ευφάνταστη, ενίοτε ξεκαρδιστική (η σκηνή γύρω από τον ανδρισμό του Μουρίκη είναι σκηνή ανθολογίας), αρκετά πρωτότυπη και σε κάποιες σκηνές με μια αδιόρατη θλίψη ζωγραφισμένη στα πρόσωπα των ήρωων, η ταινία είναι μια αναλυτική σπουδή χαρακτήρων που μιλάει κυρίως για την εξουσία και τους μηχανισμούς της.
Μέσα από τη θεατρική δομή και το συνεχές παιχνίδισμα μεταξύ του φαίνεσθαι και τού είναι (τα σεξουαλικά υπονοούμενα του Παπαδημητρίου, η εύθραστη ψυχολογία του φαινομενικά στιβαρού Ρουβά κ.α), η σκηνοθέτιδα τιθασεύει τη γνωστή εικαστική ματιά της για να στραφεί στο βάθος και την ομορφιά του ανθρώπινου προσώπου.
Καταλήγει σ ένα εύστοχο και πικρό σχολιασμό γύρω από την ανθρώπινη φύση και την αβάσταχτη ελαφρότητα μιας ολόκληρης τάξης
Καταλήγει έτσι σε ένα εύστοχο και πικρό σχολιασμό γύρω από την ανθρώπινη φύση και την αβάσταχτη ελαφρότητα μιας ολόκληρης τάξης, καθώς όλοι οι «παίκτες» είναι μεγαλοαστοί που στέκουν μετέωροι και «απόντες» από την πραγματική ζωή.
Μοναδική ένσταση μας στο φιλμ είναι η αδυναμία εξέλιξης της πολλά υποσχόμενης ιδέας καθώς σχεδόν όλο τo δεύτερο μέρος, είναι ουσιαστικά μια αναμόχλευση του κεντρικού σεναριακού πυρήνα, πριν να οδηγηθούμε στο υπερβατικό, μελαγχολικό φινάλε. Σπουδαία δουλειά κι από το καστ αφού όλες οι ερμηνείες είναι εξαιρετικά δουλεμένες, με τον Ρουβά να έχει το δικό του μερίδιο επιτυχίας.
Βραβείο καλύτερης ταινίας στο φεστιβάλ του Λονδίνου και ειδική μνεία για τη σκηνοθεσία μαζί με το βραβείο Ανδρικής Ερμηνείας (και για τους έξι πρωταγωνιστές) στο Διεθνές Φεστιβάλ Σαράγεβο.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης