Η Γέφυρα των Κατασκόπων
Ένα υπαρκτό επεισόδιο του Ψυχρού Πολέμου από τα ‘50ς αφηγείται ο Spielberg, με τον αγαπημένο του πρωταγωνιστή Tom Hanks (είναι η 4η συνεργασία τους στο σινεμά ενώ έχουν κάνει και την συμπαραγωγή στα τηλεοπτικά «Band of Brothers» και «The Pacific») στο βασικό ρόλο.
Δεκαετία του ’50. Το FBI συλλαμβάνει τον Ρούντολφ Έιμπελ (Mark Rylance), έναν σοβιετικής καταγωγής πολίτη που ζει στη Νέα Υόρκη, με την κατηγορία της κατασκοπείας. Η κυβέρνηση, στην προσπάθειά της να βρει έναν ανεξάρτητο δικηγόρο για την υπεράσπιση του Έιμπελ, αναθέτει στον Τζέιμς Ντόνοβαν (Tom Hanks), δικηγόρο από το Μπρούκλιν που ειδικεύεται στα ασφαλιστικά, την υπόθεση. Λίγο καιρό αργότερα, ένα αμερικανικό κατασκοπικό αεροπλάνο καταρρίπτεται στη Σοβιετική Ένωση και οι σχέσεις των δύο υπερδυνάμεων φτάνει σε οριακό σημείο. Ο άνθρωπος που θα επιστρατευτεί να εξομαλύνει την κατάσταση είναι ο Ντόνοβαν …
Αν υπάρχει ένας σκηνοθέτης που μπορεί να μεταφέρει με σχετική άνεση το κλασικό χολιγουντιανικό μοντέλο στο σήμερα, αυτός δεν είναι άλλος από τον Steven Spielberg.
Στην παλιομοδίτικη «Γέφυρα των κατασκόπων» του, ο αμερικανός σκηνοθέτης μεταφέρει όλο το κλίμα του Ψυχρού Πολέμου στα καρέ του. Έχοντας ζήσει κι ο ίδιος από πρώτο χέρι ως παιδί την αγωνία ενός επικείμενου πυρηνικού ολέθρου, ευστοχεί στην απεικόνιση της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας που λάμβανε διαστάσεις υστερίας στις ΗΠΑ.
Το πολιτικο-κατασκοπικό θρίλερ του έχει αρκετές γκρίζες ζώνες που δια χειρός των σεναριογράφων Matt Charman και αδελφών Coen, επιχειρούν να διατηρήσουν αντικειμενικότητα και αποστασιοποίηση σε επίπεδα που δεν προσβάλουν τη νοημοσύνη του θεατή. Σε γενικές γραμμές αυτό γίνεται. Κυρίως στο καλογραμμένο πρώτο μέρος όπου ο ήρωας μόνος απέναντι όλων επιχειρεί να διατηρήσει την αξιοπρέπεια του και να υπερασπιστεί όσο καλύτερα γίνεται τον πελάτη του.
Μάλιστα οι κορυφαίες σκηνές του έργου αφορούν στους διαλόγους των δύο αντρών, με την αμερικανική κοινή γνώμη να βράζει κατά του «πουλημένου φιλοκομμουνιστή» δικηγόρου. Στη συνέχεια όμως κάτι αλλάζει και δεν αφορά μόνο στην αλλαγή αντιμετώπισης του θέματος ή τον προβληματισμό του ήρωα. Μοιάζει περισσότερο σαν να «παλεύει» η σκηνοθεσία με το σενάριο για το προς τα που θα γείρει η πλάστιγγα κι εφόσον ο Spielberg έχει το πάνω χέρι, ξέρουμε από πριν την κατάληξη.
Το φιλμ, άνισο και διστακτικό στην πιο κρίσιμη στιγμή του, δεν συγκαταλέγεται στις καλές στιγμές του αμερικανού master της δράσης. Ναι μεν έχει αφηγηματικό ρυθμό και βλέπεται με άνεση, όμως το σαφώς καλύτερα φτιαγμένο μέρος του διαλεκτικού δικαστικού θρίλερ, διαδέχεται εντελώς αδικαιολόγητα εκείνο της αφελούς, πιασάρικης κι αστείας κατασκοπικής περιπέτειας στο δεύτερο μισό.
Όλο το καλοχτισμένο εγχείρημα προδίδεται στο τελευταίο ημίωρο – όπου υποτίθεται ότι είναι και το δυνατό του έργου που αφορά και στον τίτλο του- με τις έως πρότινος γκρίζες ζώνες της αντικειμενικής ανάγνωσης της ιστορίας να βάφονται στα χρώματα της αστερόεσσας. Δείτε μόνο πώς παρουσιάζεται το κομμάτι του Ανατολικού Βερολίνου (σκιώδης, φοβιστικό κι εχθρικό) και τι «θυσίες» αναγκάζεται να κάνει ο ήρωας για να πετύχει στην αποστολή του, για να καταλάβετε τι σημαίνει προπαγανδιστικό φιλμ!
Κωνσταντίνος Καϊμάκης